ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ Η λεηλασία και η καταστροφή συνεχίζονται...



Η αρχιτεκτονική κληρονομιά της Θεσσαλονίκης των νεότερων χρόνων (19ος-20ος αιώνας) σε αστική κατοικία και βιομηχανικά κτίρια, ή καλύτερα ό,τι διασώθηκε από αυτήν , αποτελούν για την σύγχρονη ιστορία της πόλης τα μοναδικά εμφανή δείγματα της σημασίας και του πολιτισμού της.

Ανάμεσα σε αυτά τα περίφημα διατηρητέα, κατοικίες και εργοστάσια και καμιά φορά ολόκληρες οικοδομικές ενότητες, που απομένουν ύστερα από την ε

γκληματική επέλαση της ανεξέλεγκτης και άπληστης  ανοικοδόμησης της δεκαετίας του 1950,καταφέρνουν να μας θυμίζουν κάτι από την πόλη και την ιστορία της των τελευταίων δύο αιώνων και σε κάποιο βαθμό να μας παρηγορούν κάπως!...

Όλα αυτά και πολλά περισσότερα είναι γνωστά και χιλιοειπωμένα.

Τα επαναλαμβάνω ως μια μικρή εισαγωγή.

Φυσικά διασώθηκαν μόνο κάποια από τα «δημόσια» κτίσματα, κατοικίες κυρίως και εργοστασιακά συγκροτήματα που περιήλθαν στην κυριότητα τραπεζών, ιδίως της Εθνικής Τράπεζας,  πολλά από τα οποία όμως συνεχίζουν να καταστρέφονται αφού έχουν λεηλατηθεί ως προς το περιεχόμενο τους (μηχανήματα και άλλες ιδιαίτερες κατασκευές σχετικές με την παραγωγή) και τώρα τελευταία και οι κατοικίες από κάθε μεταλλικό στοιχείο τους που λεηλατείται από την μάστιγα των  λαθραίων μικρεμπόρων  των μετάλλων, αυτής της πληγής που έβαλε στόχο και τα γλυπτά της πόλης, τουλάχιστον εκείνα προς το παρόν, που μπορούν να μεταφερθούν εύκολα.

Και είναι να απορεί πραγματικά κανείς για την αποδεδειγμένη αδυναμία των αρμόδιων υπηρεσιών να θέσουν κάποιο τέλος στην  ιστορία  αυτή.

Και οι μεν κατοικίες που περιήλθαν στην ιδιοκτησία του δημοσίου , οι περισσότερες πλέον  χάρις  στις φροντίδες  της αρμόδιας Αρχαιολογικής Υπηρεσίας των Νεότερων   Μνημείων έχουν αποκατασταθεί και φιλοξενούν κυρίως διοικητικές και πολιτιστικές δραστηριότητες.

Σε αυτό συνέβαλαν αποφασιστικά δύο παράγοντες.

Ο Οργανισμός Πολιτιστικής Πρωτεύουσας Θεσσαλονίκη 1997 και ο Δήμος Θεσσαλονίκης μέχρι τώρα, (εξαιρετική η τελευταία αποκατάσταση της παλαιάς Ρουμανικής Σχολής στην Γεωργίου), τα έργα των οποίων μπορούμε να δούμε διάσπαρτα στην πόλη.

Εκείνα που φαίνονται καταδικασμένα, όσα έχουν κάπως επιβιώσει φυσικά, είναι οι όσα ανήκουν σε ιδιώτες.

Τα περισσότερα έχουν εγκαταλειφθεί στην φθορά του χρόνου γιατί η αποκατάσταση τους στοιχίζει εξαιρετικά μεγάλα ποσά, πολλά από αυτά καταρρέουν, ή πυρπολούνται από αγνώστους.

Παράδειγμα ένα από τα ακίνητα στον αύλιο χώρο του βιομηχανικού συγκροτήματος Αλατίνι (Αλευρόμυλοι), που καταστράφηκε από πυρκαγιά, από άγνωστο μέχρις στιγμής χέρι.








 Ένα δεύτερο, στον ίδιο χώρο, έχει λεηλατηθεί από κάθε μεταλλικό του στοιχείο και αργά ή γρήγορα θα καταρρεύσει, δεδομένης της εμπλοκής που υπάρχει με την αξιοποίηση του συγκροτήματος και του χάους σχετικά με τις ιδιοκτησίες και των υποχρεώσεων τους.



Πρόσφατα κατεβαίνοντας την οδό Ευζώνων έπεσα πάνω σε ένα χαρακτηριστικό δείγμα αυτής της θλιβερής και απαράδεκτης ιστορίας.




Μια ακόμη  διατηρητέα κατοικία σε άθλια κατάσταση, με απόπειρα εμπρησμού της στο εσωτερικό, ή πυρκαγιάς από απροσεξία καταπατητών που βρίσκουν καταφύγιο εκεί, με τα ίχνη της πυρκαγιάς πάνω από την κλειστή πόρτα και τα παράθυρα, να βεβαιώνουν την πλήρη εσωτερική καταστροφή.




Την οποία επιβεβαιώνει η εικόνα της εξωτερικής σκάλας, που οδηγεί στον δεύτερο όροφο, σε πλήρη διάλυση με τα δένδρα που ξεφύτρωσαν εκεί και απειλούν ακόμη και την διπλανή οικοδομή, μια μικρή χωματερή που εκθέτει την γειτονιά γιατί κάποιοι από την περιοχή αποθέτουν εκεί τα σκουπίδια τους.

Αυτή η κατοικία είναι καταδικασμένη. Ένα απομεινάρι μια εποχής πιεσμένο ανάμεσα σε δύο πολυώροφες οικοδομές, δεν πρόκειται να αποχαρακτηριστεί ακόμη και αν καταρρεύσει ολοσχερώς και ισοπεδωθεί.

Το γιατί, γιατί δηλαδή η αρμόδια αρχαιολογική υπηρεσία εμμένει στην στάση αυτήν, είναι αυτονόητο. Γιατί δεν θέλει να «προκαλέσει» και άλλους ιδιοκτήτες να οδηγήσουν στην καταστροφή κατοικίες  με τα χαρακτηριστικά αυτά, με την προσδοκία ότι θα απελευθερώσουν έτσι την ιδιοκτησία τους.

Το φαινόμενο το είδαμε στην Βίλλα Μπιάνκα, όσοι τουλάχιστον παρακολούθησαν από κοντά την περιπέτεια της.

Η λαμπρή αυτή αστική κατοικία των αρχών του 20ου αιώνα δέχτηκε τις περισσότερες και πιο καταστροφικές επεμβάσεις, με στόχο την πλήρη κατάρρευση της, παρά  τις προσπάθειες του Δήμου να αποθαρρύνει την ιδιοκτησία ώστε  να συνεχίσει να την φροντίζει, διασώζοντας κάποια από τα εξαιρετικά   στοιχεία του αρχιτεκτονικού ρεύματος του εκλεκτικισμού, που χαρακτηρίζουν την κατοικία.

Στην περίπτωση της Βίλλας Μπιάνκα όμως η αποφασιστική παρέμβαση του Δήμου και της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας» την διέσωσε και την αποκατάστησε και σήμερα φιλοξενεί την Δημοτική Πινακοθήκη και πολλές εκδηλώσεις στον αύλιο χώρο της.

Το θλιβερό της όλης ιστορίας είναι πως τα τελευταία 5 χρόνια και δυστυχώς τα άλλα τόσα που επέρχονται καμιά απολύτως ελπίδα δεν υπάρχει για μια διαφορετική πολιτική προστασίας τουλάχιστον από την φθορά.


Η οικονομική κρίση οδήγησε σε  ακόμη βαθύτερη κρίση τους περισσότερους τομείς της κοινωνικής ζωής, με τον πολιτισμό στα όρια μιας οπισθοδρόμησης χωρίς επιστροφή. 

Υ.Γ.
Στο μικρό πάρκο δίπλα στο Βαφοπούλειο Πνευματικό Κέντρο, είχε στηθεί  ένα μικρό γλυπτό αφιερωμένο στο παιδί.
Τώρα λείπει το όμορφο ορειχάλκινο μπούστο ενός μικρού κοριτσιού.
Η μαρμάρινη επιγραφή παραμένει για να υπενθυμίζει τις πληγές της πόλης.


Σχόλια