Ιδρύθηκε ο "ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΙΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΕΙΚΑΣΤΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ" Ενθουσιασμός και συγκίνηση, αλλά και προβληματισμοί..






Σε μια πολυπληθή εκδήλωση στην αίθουσα του Δημοτικού Συμβουλίου Θεσσαλονίκης, παρουσία υπουργών, βουλευτών, στελεχών του Πολιτισμού και φυσικά των άμεσα ενδιαφερομένων, υπογράφτηκε η Προγραμματική Σύμβαση ίδρυσης του « Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης» , από τους εκπροσώπους των δύο Μουσείων, του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, και του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, με την προσυπογραφή και της υπουργού Πολιτισμού.

Είναι φανερό, καίτοι  δεν έγινε οποιαδήποτε σχετική αναφορά, ότι οι εμπνευστές του σχεδίου της «ένωσης» των Μουσείων κινήθηκαν με βάση τις προβλέψεις του ιδρυτικού Νόμου του ΚΜΣΤ (Ν.2557/1997), που προβλέπει σχετικά ότι:

«Με προγραμματική Σύμβαση που συνάπτεται μεταξύ ΚΜΣΤ, του μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που λειτουργεί στην Θεσσαλονίκη και του Υπουργείου Πολιτισμού, ρυθμίζονται τα σχετικά με την συνεργασία των δύο Μουσείων και τους ειδικότερους καλλιτεχνικούς και μουσειολογικούς προσανατολισμούς τους».

Επρόκειτο, ή καλύτερα, η συνάντηση εξελίχθηκε σε εκδήλωση δικαίωσης και θριάμβου του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, στο οποίο αφιερώθηκε το μεγαλύτερο μέρος των ομιλιών, με αποκορύφωμα έναν συγκινητικό απολογισμό της πορείας του ΜΜΣΤ από την Πρόεδρο του Ξανθίππη Χόϋπελ.

Και  όχι άδικα. Η Θεσσαλονίκη και η χώρα οφείλουν πολλά στους τολμηρούς πρωτοπόρους , κυρίως τις ηρωικές και αποφασισμένες γυναίκες, που άνοιξαν τον δρόμο στην γνωριμία  και την σχέση των φιλότεχνων  με την  Σύγχρονη Τέχνη, άγνωστη ως τότε και ως λέξη ακόμη, και διαμόρφωσαν ένα κοινό που στην πάροδο του χρόνου αυξήθηκε και τώρα στηρίζει τις  δημιουργίες  των καλλιτεχνών και τις δράσεις των Μουσείων Σύγχρονης Τέχνης.

Κάπως  έτσι μια διαδρομή προσπαθειών των 20 και πλέον τελευταίων χρόνων, με στόχο την δημιουργία ενός ενιαίου, μεγάλου  και εντυπωσιακού για τις συλλογές του, Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, φτάσαμε να βρεθούμε με τέσσερα Μουσεία, το «Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης», το «Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης», το «Μουσείο Φωτογραφίας», το «Μουσείο Άλεξ Μυλωνά» και ένα «Κέντρο Πειραματικών Τεχνών», όπως μετονομάστηκε το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης.


Όλα αυτά κάτω από την  ομπρέλα του ιδρυθέντος Μητροπολιτικού Οργανισμού Μουσείων Εικαστικών Τεχνών Θεσσαλονίκης, ένα σχήμα ενιαίας διοίκησης, διαχείρισης, συντήρησης, φύλαξης νομικής και οικονομικής υποστήριξης, με επικεφαλής ένα  Διοικητικό Συμβούλιο και έναν Γενικό Διευθυντή.

Είναι το σχήμα που δίνει στους πρωταγωνιστές - συντελεστές του την δυνατότητα να μιλούν για την «ένωση των Μουσείων», για αξιοποίηση της δυναμικής τους , για  «οικονομίες κλίμακος» κλπ.

Πρόκειται ασφαλώς για ένα δύσκολο και εν δυνάμει περίπλοκο γραφειοκρατικό εγχείρημα, ένα «υβρίδιο» πολιτιστικής συνεργασίας,  στο οποίο στηρίζονται πολλές προσδοκίες, τόσο από τους άμεσα ενδιαφερόμενους, τα Μουσεία ΚΜΣΤ και ΜΜΣΤ, που «έδωσαν τα χέρια» και υπέγραψαν το σχετικό Πρωτόκολλο,  όσο και τον Δήμαρχο Θεσσαλονίκης και το Υπουργείο Πολιτισμού και φυσικά από το μεγάλο κοινό των φιλότεχνων και των φίλων των Μουσείων.

Δεν υπάρχουν συνεπώς περιθώρια αμφισβήτησης και γκρίνιας, παρά μόνο καλών προθέσεων, σκληρής δουλειάς  και ελπίδων  ότι αυτήν την φορά η προσπάθεια θα στεφθεί από επιτυχία.

Επειδή όμως η ολοκλήρωση του εγχειρήματος και κυρίως η πραγματοποίηση και των επόμενων σημαντικών, αλλά αναγκαίων  βημάτων, ξεπερνούν τον άμεσο  χρονικό ορίζοντα, άρα και  της παρούσας και επόμενης διοίκησης του Δήμου, καθώς και  της παρούσας και επόμενης κυβέρνησης, είναι νομίζω σημαντικό να επισημανθούν και οι πτυχές εκείνες που προκαλούν ενδοιασμούς, ερωτηματικά, αλλά και αντιρρήσεις.

Αρχίζοντας από τα απλά και αυτονόητα.

1.     Η προβληματική επιλογή του ονόματος του νέου σχήματος.
Το «Μητροπολιτικός» είναι καταχωρημένο ως το όνομα των υπερτοπικών, διαδημοτικών λειτουργιών, σε ένα μεγάλο οικιστικό συγκρότημα, όπως οι τοπικές συγκοινωνίες, το πράσινο, η ύδρευση κλπ. και των φορέων που ασχολούνται με αυτές.

 Ταυτόχρονα από το νέο σχήμα  «Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης», που διαδέχεται το ΚΜΣΤ, απουσιάζει ο όρος κλειδί «State Museum» που κατοχυρώθηκε διεθνώς για το ΚΜΣΤ και ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα ενός ισχυρού κρατικού Μουσείου και φυσικά στον τρόπο που αντιμετωπίζεται τόσο στο εσωτερικό, όσο και το εξωτερικό.

Δεν ξέφυγε άλλωστε της προσοχής πολλών στην αίθουσα το γεγονός ότι μέσα στον ενθουσιασμό του επιτεύγματος των «συνένωσης» και του ενθουσιασμού και της συγκίνησης για το ΜΜΣΤ, υποβαθμίστηκε η σημασία του Κρατικού Μουσείου, η διεθνής παρουσία του- που συμπαρασύρει και την Θεσσαλονίκη- και βέβαια η μοναδικότητα, η αξία και η καλλιτεχνική σημασία  της Συλλογής Κωστάκη.

2.     Η επιμονή, σχεδόν εμμονή, της επιλογής του χώρου της ΔΕΘ για την στέγαση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, και του διαδόχου σχήματος του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης, που φιλοξενείται προσωρινά στο συγκρότημα των Λαζαριστών και το Λιμάνι .

Η ιδέα εμφανίστηκε κάποια στιγμή όταν η Θεσσαλονίκη διεκδικούσε την οργάνωση της Παγκόσμιας Έκθεσης και κατά συνέπεια την εν συνεχεία μεταφορά της ΔΕΘ στις νέες εγκαταστάσεις, που θα άφηνε πίσω της η Παγκόσμια Έκθεση. Τότε έγινε συζήτηση για ένα μεγάλο Πάρκο και την δυνατότητα φιλοξενίας μέσα σ αυτό και πολιτιστικών δράσεων.

Επανήλθε επί προεδρίας του Δ.Σ. του ΚΜΣΤ, από την  Κατ. Κοσκινά με την επίμονη πρόταση της να «μεταφερθεί στο κέντρο» το Μουσείο, αλλά  και την φιλοξενία της Μπιενάλε στο περίπτερο της Έκθεσης που βρίσκεται στην πλευρά της Γ. Σεπτεμβρίου. Την ιδέα υιοθέτησε και ο Δήμαρχος Γ. Μπουτάρης και την υποστηρίζει ένθερμα. Πάνω στην ιδέα αυτήν μίλησε στην συνάντηση της υπογραφής του Πρωτοκόλλου και ο Πρόεδρος του Δ.Σ. της ΔΕΘ Τάσος Τζήκας.

Ας δούμε όμως την πραγματικότητα. Η μεταφορά της ΔΕΘ εκτός του χώρου όπου στεγάζεται σήμερα, έχει μπει στα συρτάρια του μακρινού μέλλοντος, και συνεπώς στον ορίζοντα της δεκαετίας που έρχεται τίποτε τέτοιο δεν πρόκειται να συζητηθεί. Ο κίνδυνος να «μεταφερθεί» το νέο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στο περίπτερο όπου φιλοξενείται η Μπιενάλε, είναι ορατός, αν οι εμμονές με το «κέντρο» κυριαρχήσουν. Αυτή θα είναι  «η έσχατη πλάνη, χείρων της πρώτης», που πρέπει να διαγραφεί οριστικά από κάθε σκέψη, αν βεβαίως υπάρχει.

3.     Και τέλος η περιβόητη πλέον ιστορία της ΥΦΑΝΕΤ. Έχω γράψει τουλάχιστον 5 Σημειώματα για την ΥΦΑΝΕΤ, με τελευταία αυτό της 11/11/2016.

Τόνιζα πάντα ότι η ιστορία ξεκινά από το μακρινό 1986, όταν για πρώτη φορά συζητήθηκε και προτάθηκε σε Ημερίδα στο πλαίσιο της Β΄ Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου» η ανάγκη ίδρυσης Μουσείων Σύγχρονης Τέχνης σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη και η στέγαση αυτού της Θεσσαλονίκης στο Βιομηχανικό συγκρότημα της ΥΦΑΝΕΤ.

Ακολούθησαν πολλά και σημαντικά γεγονότα γύρω από την προσπάθεια υλοποίησης της ιδέας, με κορυφαία και ουσιαστικά, αυτά των ημερών της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας», εν όψει και της θεσμοθέτησης του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης που αυτή είχε ιδρύσει.

Τα χρονικά περιθώρια όμως ήταν απελπιστικά στενά και το τέλος του 1997, έτους της «Πολιτιστικής Πρωτεύουσας», έθεσε τέλος και σε κάθε προσπάθεια συνέχισης και κυρίως χρηματοδότησης των όσων είχαν συμφωνηθεί και υπογραφεί με την Εθνική Τράπεζα και σε κάποιο βαθμό είχαν μελετηθεί και σχεδιαστεί.

Το επόμενο μεγάλο και εξ ίσου σημαντικό  γεγονός ήταν αυτό της αγοράς από το ΥΠΠΟ του Βιομηχανικού Συγκροτήματος από της Εθνική Τράπεζα με σκοπό  την στέγαση του Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης.

Είναι κρίσιμο ότι κατά την διάρκεια των δύο ωρών της τελετής υπογραφής του Πρωτοκόλλου δεν έγινε η παραμικρή αναφορά στην ΥΦΑΝΕΤ, αρμόδιοι δε που ερωτήθηκαν ανεπίσημα, ζήτησαν να μην τεθεί το θέμα καν.

Πρόκειται για μια τραγικά λανθασμένη απόφαση.

Οι συνέπειες θα προκύψουν σύντομα. Όταν οι αρμόδιες υπηρεσίες της Ευρώπης  ζητήσουν   την  επιστραφούν των 10 εκτ. Ευρώ, που διατέθηκαν από κονδύλια Ευρωπαϊκών προγραμμάτων, αλλά όχι για τον σκοπό που προτάθηκε.

Και η επόμενη κρίσιμη στιγμή θα είναι όταν κάποια στιγμή μάθουμε ότι αυτό το αστικό  οικόπεδο πέρασε στην λίστα του ΤΑΙΠΕΔ!.

Μάταια προτάθηκε να καταβληθεί τουλάχιστον η προσπάθεια να ενταχθεί σε κάποιο από τα  Προγράμματα του ΕΣΠΑ η δαπάνη για τον διεθνή αρχιτεκτονικό διαγωνισμό, που θα κατοχύρωνε την μελλοντική του χρήση, θα πρόσφερε στο Μουσείο και την πόλη ένα αρχιτεκτονικό έργο-τοπόσημο, απολύτως συμβατό και αναγκαίο με την σημασία της Συλλογής Κωστάκη, ένα σύγχρονοι Μουσείο που θα αλλάξει την φυσιογνωμία ολόκληρης της απέραντης και δυναμικά αναπτυσσόμενης αυτής περιοχής.

Αν και αυτονόητο, είναι χρήσιμο να σημειωθεί ότι αυτή τουλάχιστον η ενέργεια δεν πρόκειται να αντιμετωπίσει προβλήματα με την ομώνυμη κατάληψη, η οποία έχει αποκτήσει ήδη κοινωνικά χαρακτηριστικά και την οποία συχνά επικαλούνται όσοι παραμένουν αρνητικοί στην λύση αυτή.

Υ.Γ.
Δεν γνωρίζω πως θα περιληφθούν όλα αυτά στην τροπολογία του Νόμου για το ΚΜΣΤ, που ετοιμάζεται να καταθέσει το Υπουργείο Πολιτισμού.

Αυτό έχει φυσικά την σημασία του, γιατί ένας Νόμος πολύ δύσκολα αλλάζει και αντίθετα με τον ιδρυτικό ισχύοντα Νόμο, που είχε συμπεριλάβει πρόνοιες, όπως αυτή της Προγραμματικής Σύμβασης μεταξύ των δύο Μουσείων και η έμμεση αλλά σαφής αναφορά στην δυνατότητα ένταξης και του Μουσείου Βιομηχανικού Σχεδιασμού (Στέργιος Δελιαλής), μπορεί να σταθεί κάποια στιγμή εμπόδιο, όταν προκύψουν ζητήματα που θα απαιτήσουν αλλαγές.

Σχόλια