ΤΟ ΑΛΛΟ ΧΡΕΟΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ


Ο ιστορικός λόγος που εκφώνησε ο Δήμαρχος Γιάννης Μπουτάρης στην τελετή θεμελίωσης του Μουσείου του Ολοκαυτώματος, συγκλόνισε τους Θεσσαλονικείς και έθεσε «προ οφθαλμών» την ντροπή και τις ενοχές της πόλης απέναντι σε ένα λαμπρό τμήμα των συμπολιτών μας, την ανθηρή, οικονομικά, κοινωνικά και πολιτιστικά Εβραϊκή Κοινότητα της Θεσσαλονίκης που εξολοθρεύθηκε απάνθρωπα στα κρεματόρια του ναζιστικού καθεστώτος.

Μίλησε για τον φόβο, τις ταλαιπωρίες, τις οδύνες και τελικά τον θάνατο των χιλιάδων Εβραίων της Θεσσαλονίκης, αλλά και των όσων συνέβησαν αμέσως μετά την βίαιη εκρίζωση τους από την πόλη.

Μίλησε και για τον άφατο πόνο των ελάχιστων που επέστρεψαν, όταν είδαν τι συνέβη στην πόλη, στα σπίτια, στις γειτονιές , τα μαγαζιά και τις περιουσίες τους.

Μίλησε για την στάση των αρχών της πόλης και πολλών συμπολιτών μας της εποχής εκείνης, που καταγράφηκε στην ιστορία της Θεσσαλονίκης ως μελανή σελίδα.

Μίλησε τέλος για το χρέος των σημερινών Θεσσαλονικέων απέναντι στην ιστορία της πόλης τους.

Είχε όμως προηγηθεί ένα άλλο έγκλημα, λίγους μήνες  πριν από τον εκτοπισμό των Εβραίων στα στρατόπεδα εξόντωσης, αυτό της  καταστροφής και της  λεηλασίας του ιστορικού Εβραϊκού Νεκροταφείου, για το οποίο επίσης η πόλη κρύβει τις ενοχές της, παρόλο ότι τα δείγματα της βεβήλωσης και της κυνικής συμπεριφοράς των διοικητικών οργανισμών και των φορέων της εποχής εκείνης,  βρίσκονται γύρω και μπροστά μας.

Έζησα από κοντά την αποκάλυψη του γεγονότος αυτού, στο Βασιλικό Θέατρο , όπου τα ίχνη της ντροπής είναι παρόντα.

Και αυτό συμβαίνει δυστυχώς ακόμη και σήμερα στην Θεσσαλονίκη, σε εκκλησίες, σχολεία, σωματεία, σε ορθόδοξα νεκροταφεία, στους δρόμους και τις πλατείες.

Καθώς η πόλη ανεγείρει σταδιακά μνημεία και  Μουσεία, οργανώνει γεγονότα και εκδηλώσεις στην μνήμη των θυμάτων και τώρα θεμελιώνει το εντυπωσιακό Μουσείο του Ολοκαυτώματος, ήρθε η ώρα να αποκαταστήσουμε και την ύβρη της καταστροφής του Εβραϊκού Νεκροταφείου και να λυτρώσουμε την πόλη από το άγος της λεηλασίας του.

Προτείνω στον Δήμαρχο Γιάννη Μπουτάρη,  να συγκαλέσει σύσκεψη των σημερινών εκπροσώπων των φορέων της πόλης που χρησιμοποίησαν υλικά του νεκροταφείου, καθώς και των τριών κύριων δημόσιων  οργανισμών που εκπροσωπούσαν τότε την πόλη και διαχειρίστηκαν την επιχείρηση , το Υπουργείο Μακεδονίας Θράκης, ως διάδοχο της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας, τον Δήμο και την Μητρόπολη Θεσσαλονίκης και να αποφασίσουν την οργάνωση μιας δημόσιας εκδήλωσης, στην διάρκεια της οποίας θα παρουσιαστεί  μια επίσημη «δήλωση συγνώμης και λύτρωσης» για τα όσα προηγήθηκαν και όσα ακολούθησαν την καταστροφή του Νεκροταφείου.

 Μια ιδέα καταθέτω. Οι συμμετέχοντες θα αποφασίσουν τελικά τι ακριβώς πρέπει να γίνει.



Υ.Γ.

Το ιστορικό της αποκάλυψης των μαρμάρων που και τώρα βρίσκονται στο Βασιλικό  Θέατρο, καταγράφω στο σχετικό κεφάλαιο του υπό έκδοση βιβλίου «Το Χρονικό του Βασιλικού Θεάτρου».

Το συνοδεύω με επιστολή μου προς το Δ.Σ. του ΚΘΒΕ για το θέμα αυτό.

Τα παραθέτω ως ενημέρωση και υπενθύμιση, για όσους έχουν το ενδιαφέρον και το κουράγιο να συνεχίσουν....

....................................................................................................................................


  Η ιστορία των μαρμάρων του Βασιλικού Θεάτρου

Από την εποχή της Biennale των Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου,  στα μέσα της δεκαετίας του 1980, όταν για πρώτη φορά μπήκα στο Βασιλικό Θέατρο, που ξανάνοιγε  μετά από τα χρόνια της εγκατάλειψης, για να φιλοξενήσει εκδηλώσεις του προγράμματος, τα «μάρμαρα του Βασιλικού» κυκλοφορούσαν ανεπαίσθητα στον αέρα, ως κάτι το ανεξιχνίαστο , το μυστήριο, ταυτόχρονα όμως βαρύ και δυσάρεστο.
Και όταν το Θέατρο πέταξε από πάνω του την εγκατάλειψη, τα σκουπίδια,  την μούχλα, τα άχρηστα υλικά και τα σκηνικά που σάπιζαν παντού  και παρά την φθορά  του χρόνου, έλαμψε και φωτίστηκε ,τότε τα μάρμαρα της πλατείας των εξωτερικών διαδρόμων και του υπαίθριου φουαγιέ, ήρθαν κυριαρχικά στο προσκήνιο, αλλά οι αναφορές σ αυτά συνέχισαν να γίνονται υπαινικτικά και στο περιθώριο.
Πόση αλήθεια περιείχε η ιστορία που κυκλοφορούσε ότι τα μάρμαρα αυτά προέρχονταν από καταστραμμένα και λεηλατημένα στην διάρκεια της κατοχής  Εβραϊκά Νεκροταφεία;
Κάποιοι θα είχαν διαβάσει στο ένθετο της «Καθημερινής»  7 Ημέρες, το αφιέρωμα που υπέγραφε η Κατερίνα Κωστίου και στο οποίο αναφερόταν το αίτημα του πρώτου Διευθυντή του Δραματικού  Θεάτρου Θεσσαλονίκης Λέοντα Κουκούλα προς τον τότε στρατιωτικό Διοικητή Μέρτεν , να επιστρωθεί η πλατεία, που από την  ανέγερση του Θεάτρου το 1938 ,καλύπτονταν με  χαλίκι, όπως όλα τα υπαίθρια θέατρα της εποχής.
Και ότι με διαταγή του Μέρτεν το θέατρο επιστρώθηκε με μάρμαρα από τα Εβραϊκά Nεκροταφεία.
Αλλά και μετά, όταν όλα πέρασαν και πάλι στο σκοτάδι, καθώς τα φώτα, οι ήχοι, ο ενθουσιασμός του κόσμου που πλημύριζε την πλατεία και τους γύρω χώρους ,σκέπασαν τα πάντα και ανέδειξαν το Βασιλικό Θέατρο γοητευτικό, φιλόξενο, εντυπωσιακό για τις δυνατότητες και τα μεγέθη του, όπου κυριαρχούσε η πατίνα του χρόνου και οι αναμνήσεις από την ένδοξη ιστορία του.
Ούτε και όταν μετά την Biennale ο Μίνος Βολονάκης επανέφερε το ΚΘΒΕ στο Βασιλικό, μέχρι και την νέα εγκατάλειψη του, έγινε οποιαδήποτε συζήτηση γύρω από το θέμα αυτό.
Η σιωπή  κυριαρχούσε μέχρι την κατεδάφιση του Βασιλικού, για την  έναρξη των εργασιών  ανέγερσης του νέου Βασιλικού Θεάτρου.
Τότε αναζητήθηκαν αποδείξεις και στοιχεία, αν όντως τα μάρμαρα προερχόταν από το ιστορικό  νεκροταφείο των Εβραίων της Θεσσαλονίκης.
Ο τεχνικός του Θεάτρου Γιώργος Χατζημιχάλης πήρε την εντολή να εξετάσει τα μάρμαρα που η εργολαβία ξήλωνε από την πλατεία και τους άλλους χώρους, αν παρουσίαζαν δηλαδή οποιοδήποτε ίχνος από αρχαίες, ή νεώτερες επιτύμβιες  επιγραφές, αν έδειχναν ότι έγιναν αντικείμενο επέμβασης, αν τέλος πάντων μπορούσε να στοιχειοθετηθεί  κάπως η ιστορία που κυκλοφορούσε.
Δεν προέκυψε τίποτε σχετικό. Και ξαφνικά οι δύο σωροί από τα ξηλωμένα μάρμαρα εξαφανίστηκαν ένα βράδυ μυστηριωδώς και μεταφέρθηκαν σε άγνωστη διεύθυνση, κάτι που δημιούργησε απορία, αλλά αποδόθηκε στο ενδιαφέρον της εργοληπτικής εταιρίας να τα χρησιμοποιήσει κάπου αλλού.
Ελάχιστα δείγματα παρέμειναν και σήμερα καλύπτουν ένα μικρό μέρος του εξωτερικού, προς τον Λευκό Πύργο διαδρόμου προς τα γραφεία διοίκησης του Βασιλικού Θεάτρου.
 Είχα αποφασίσει τότε με την ιδιότητα του προέδρου του Δ.Σ. του ΚΘΒΕ, πως αν προέκυπταν στοιχεία  και επιβεβαιωνόταν η προέλευση των μαρμάρων, να διαμορφωθεί σε κάποιο σημείο με την βοήθεια του αρχιτέκτονα ένα «μνημείο» από αυτά.
Ένα μνημείο για την μνήμη, την συγνώμη και την λύτρωση.
Έτσι παρέμειναν τα πράγματα, και με αυτά τα δεδομένα έγραψα το αρχικό  κείμενο για τα μάρμαρα, που τώρα δεν υπάρχει φυσικά.
Και αυτό γιατί ήρθε η δραματική διάψευση όταν ο Λεόν Σαλτιέλ δημοσιοποίησε το περιεχόμενο της διδακτορικής διατριβής του στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, με θέμα την καταστροφή των Εβραϊκών Νεκροταφείων, αφού προηγουμένως μου ζήτησε και του έστειλα το σχετικό κεφάλαιο που περιλαμβανόταν στο υπό έκδοση βιβλίο για το Βασιλικό.
Αποκαλύφθηκε τότε η φρικτή αλήθεια της καταστροφής του ιστορικού από τον 15ο αιώνα Εβραϊκού Νεκροταφείου και της λεηλασίας του , στην οποία συμμετείχαν εκτός από τις Γερμανικές αρχές Κατοχής  και οι τότε Ελληνικές αρχές και οι φορείς της πόλης.
Η μεταφορά των Εβραϊκών Νεκροταφείων εκτός πόλεως, στα περίχωρα της Θεσσαλονίκης, πρωτοεμφανίζεται σε διάφορα σχέδια ανάπτυξης της πόλης, το 1925.
Το 1937  δημοσιεύεται ο Ν. 890/11-10-1937 που  προβλέπει να δοθεί  τμήμα του στο Πανεπιστήμιο και το υπόλοιπο να μετατραπεί σε πάρκο, με τα αρχαία μνημεία να παραμένουν άθικτα.
Φυσικά ένα εγχείρημα μεταφοράς νεκροταφείου έκτασης 350 στρεμμάτων με εκατοντάδες χιλιάδες τάφους, δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε χωρίς τεράστια δαπάνη, ουσιαστικά αδύνατη για  την εποχή.
Η Γερμανική Κατοχή «έλυσε» την εκκρεμότητα με πρωταγωνιστή τον Διοικητή των στρατευμάτων κατοχής τον περιβόητο Μέρτεν και συνεργάτες τις αρχές της πόλης,  με επικεφαλής τον Γενικό Διοικητή Μακεδονίας και τις υπηρεσίες του.
Με απειλές και εκβιασμούς η Εβραϊκή Κοινότητα ζώντας κάτω από φόβο και τις καθημερινές απειλές, αφού τα στρατόπεδα εργασίας είχαν ήδη τα πρώτα θύματα τους, «συναίνεσε» στην μεταφορά.
Στην πραγματικότητα δεν συνέβη καμιά μεταφορά.
Την επομένη της «συμφωνίας» δεκάδες εργάτες μπήκαν στο νεκροταφείο, ως έτοιμοι από καιρό και παραβιάζοντας όσα είχαν συμφωνηθεί, άρχισαν την καταστροφή των πάντων συμπεριλαμβανομένου και του ιστορικού τμήματος του νεκροταφείο.
Μέσα σε λίγες ημέρες ο απέραντος χώρος του νεκροταφείου έδινε την εντύπωση βομβαρδισμένης και ξεθεμελιωμένης πόλης.
Ήταν όμως η επόμενη φάση του φρικτού εγκλήματος, εκείνη δηλαδή της λεηλασίας που ακολούθησε, με πρωταγωνιστές την Γενική Διοίκηση Μακεδονίας, το στέλεχος της οποίας Θεόδωρος  Μπρόϊκος είχε την εξουσία διάθεσης των υλικών που προέκυψαν, των μαρμάρων δηλαδή, των τούβλων και της πέτρας, η οποία στιγμάτισε την πόλη ,τις ελληνικές αρχές και τους φορείς της.
Ο Δήμος Θεσσαλονίκης κάλυπτε με αποφάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου του, την δαπάνη επεξεργασίας και μεταφοράς στον χώρο των φορέων που ζήτησαν και έλαβαν υλικά.
Εκκλησίες, σχολεία, αθλητικά σωματεία, όπως και ο ίδιος ο Δήμος, ζήτησαν και έλαβαν μάρμαρα και άλλα υλικά για να κτίσουν κτίρια, συσσίτια, παρεκκλήσια, πεζοδρόμια και επιστρώσουν αυλές, ακόμη και τουαλέτες!...
Μια βιοτεχνία μαρμαράδων στήθηκε στον τόπο, για να «καθαρίζει» τις επιτύμβιες στήλες από τις επιγραφές και να κόβει τα μάρμαρα στο μέγεθος που ζητήθηκαν.
Η πόλη βρέθηκε με ευθύνη των τότε εκπροσώπων της να παρακολουθεί μια ιστορική ιεροσυλία χωρίς ενδοιασμούς, χωρίς στοιχειώδη μέτρα σεβασμού , χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
Στις εφημερίδες της εποχής δημοσιεύθηκε διαγωνισμός «για την επεξεργασία και εγκατάσταση επί των πεζοδρομίων μπροστά από το Θέατρο 250 τ.μ. με πλάκες από μάρμαρο διαστάσεων 50Χ50 από τα νεκροταφεία»
Ο άνθρωπος που αποφάσιζε τι και που θα διατεθεί από τα υλικά του κατεστραμμένου Νεκροταφείου, ο Θεόδωρος Μπρόϊκος,  είχε διοριστεί μέλος της πρώτης Εφορείας του «Δραματικού Θεάτρου Θεσσαλονίκης», του θεάτρου, που έγινε γνωστό ως «Κρατικό Θέατρο Θεσσαλονίκης», εκπροσωπώντας την Γενική Διοίκηση Μακεδονίας, που είχε την εποπτεία του Θεάτρου, σύμφωνα με την ιδρυτική του πράξη.
Οι πληροφορίες ότι ο Μέρτεν ανταποκρίθηκε στο αίτημα του Λέοντα Κουκούλα για επίστρωση του θεάτρου φωτίζονται τώρα και αποδεικνύονται με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο.
Απομένει στο Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος ανταποκριθεί στην ηθική υποχρέωση , να διαμορφώσει ένα «Σήμα»  μνήμης και  συγνώμης, στον χώρο του νέου Βασιλικού Θεάτρου.
Και, ίσως το λιγότερο, να αφαιρέσει από τον εξωτερικό διάδρομο τις πλάκες που προέρχονται από το κατεστραμμένο και λεηλατημένο ιστορικό  Νεκροταφείο της Εβραϊκής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης. 

...........................................................................................................................................

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΣΑΛΠΙΣΤΗΣ
ΒΑΣ. ΟΛΓΑΣ 253
54556 –ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ
Θεσσαλονίκη 24 Μαρτίου 2016

κ. Άρη Στυλιανού
Πρόεδρο
Διοικητικού Συμβουλίου
Κρατικού Θεάτρου Βορείου Ελλάδος
Κοιν. κ. Γιάννη Αναστασάκη
Καλλιτεχνικό Διευθυντή ΚΘΒΕ

Αγαπητέ κ. Πρόεδρε

Τον Ιούνιο του 2015  έστειλα στον τότε Καλλιτεχνικό Διευθυντή του ΚΘΒΕ κ. Γιάννη Βούρο την συνημμένη επιστολή που αφορούσε στην ιστορία των «Μαρμάρων του Βασιλικού Θεάτρου», στην πληροφορία δηλαδή που έλεγε ότι τα μάρμαρα με τα οποία είχαν επιστρωθεί κατά την διάρκεια της Κατοχής  η πλατεία του Θεάτρου, το εξωτερικό υπαίθριο φουαγιέ και για το πεζοδρόμιο μπροστά από το Θέατρο,  προερχόταν από το κατεστραμμένο και λεηλατημένο ιστορικό Νεκροταφείο της Εβραϊκής Κοινότητας της Θεσσαλονίκης.

Είχα ασχοληθεί με το θέμα στην διάρκεια της συγκέντρωσης υλικού για την συγγραφή ενός «Χρονικού» του ιστορικού αυτού Θεάτρου και από την έρευνα εκείνη και κυρίως από τον έλεγχο που πραγματοποίησε η αρμόδια υπηρεσία του ΚΘΒΕ στα μάρμαρα που η εργολαβία ανέγερσης του νέου Βασιλικού Θεάτρου ξήλωνε κατά την κατεδάφιση του παλαιού κτιρίου, είχα καταλήξει σε κάποια συμπεράσματα.

Όπως περιγράφω και στην επιστολή μου προς τον κ. Βούρο από την έρευνα εκείνη δεν προέκυψε κανένα στοιχείο που να επιβεβαίωνε την υφιστάμενη παράδοση-πληροφορία.

Αργότερα όμως τέθηκαν υπ όψιν μου τα  στοιχεία που είχε συγκεντρώσει ο κ. Λεόν Σαλτιέλ κατά την συγγραφή του διδακτορικού του, οπότε απεδείχθη πέρα από κάθε αμφιβολία ότι όντως τα μάρμαρα του Βασιλικού Θεάτρου προερχόταν  από τα Εβραϊκά Νεκροταφεία.

Σας παραθέτω το σχετικό κεφάλαιο του «Χρονικού» ,όπως διαμορφώθηκε μετά τις πληροφορίες και τα στοιχεία αυτά, με περισσότερες σχετικές πληροφορίες.
Όπως σημείωνα και στην επιστολή μου προς τον κ. Βούρο προκύπτει ύστερα από την επιβεβαίωση αυτήν ένα θέμα ηθικής τάξης για το ΚΘΒΕ, κυρίως γιατί από τα μάρμαρα εκείνα ένα μικρό τμήμα υπάρχει ακόμη στο νέο Θέατρο στον εξωτερικό διάδρομο  που οδηγεί στα γραφεία της Διοίκησης του ΚΘΒΕ.

Επειδή  στην επιστολή μου εκείνη ο κ. Βούρος επικαλέστηκε θέμα αρμοδιότητας, καθώς δεν υπήρχε Διοικητικό Συμβούλιο, και παρά την απογοήτευση που δοκίμασα , αποφάσισα να επαναφέρω το θέμα τόσο στο νέο  Διοικητικό Συμβούλιο, όσο και τον Καλλιτεχνικό Διευθυντή, επειδή είμαι βαθύτατα πεπεισμένος ότι  το ΚΘΒΕ, όσο και οι άλλοι φορείς της πόλης που χρησιμοποίησαν μάρμαρα και άλλα υλικά από το  Νεκροταφείο της Εβραϊκής Κοινότητας, οφείλουν  μια έστω συμβολική χειρονομία ιστορικής μνήμης και συγγνώμης, απέναντι σε εκείνη την ιεροσυλία , η οποία βαρύνει ιστορικά την Θεσσαλονίκη .

Είμαι στην διάθεση σας αν κρίνετε ότι απαιτούνται σαφή και συγκεκριμένα στοιχεία για το ζήτημα αυτό.

Με φιλικούς χαιρετισμούς

Δημήτριος Σαλπιστής

Σχόλια