ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΟΞΑ...

Εξελίξεις και πληροφορίες γύρω από ζητήματα πολιτισμού στην Θεσσαλονίκη, που γεννούν ανησυχητικές σκέψεις….

Η μεγάλη πολιτική ένταση που προκάλεσε η απόφαση της κυβέρνησης να εντάξει το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, στο πλαίσιο της πολιτικής της «περιορισμού» των δημόσιων οργανισμών, θέτει επί τάπητος τα ερωτηματικά που προκαλεί μια αντίστοιχη πολιτική της σε θέματα Πολιτισμού στην Θεσσαλονίκη και την σιωπή που την ακολούθησε…

Αναφέρομαι κατ αρχήν στην απόφαση πλήρους ενσωμάτωσης του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΚΜΣΤ).

Έχω πολλές φορές αναφερθεί, με αφορμή διάφορα σχετικά περιστατικά, στις αιτίες που οδήγησαν αναγκαστικά στην ίδρυση της Όπερας Θεσσαλονίκης, του Μουσείου Φωτογραφίας, και του Μουσείου Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, ως τμημάτων άλλων λειτουργούντων Πολιτιστικών Οργανισμών και την δηλωθείσα βούληση της σταδιακής αυτονόμησής τους.

Βούληση που επαναλήφθηκε και στις επόμενες κυβερνήσεις και με επόμενους υπουργούς.

Για την Όπερα Θεσσαλονίκης μάλιστα, είχε συσταθεί από το ΥΠΠΟ και σχετική Νομοπαρασκευαστική Επιτροπή, η οποία και συνέταξε το σχετικό σχέδιο Νόμου.

Η συνέχεια βέβαια είναι γνωστή.

Το Νομοσχέδιο για την Όπερα ξεχάστηκε σε κάποιο συρτάρι του ΥΠΠΟ, το Μουσείο Κινηματογράφου, επανασχεδιασμένο λειτουργεί στο πλαίσιο της τυπικής σχέσης του με το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης ενώ για το Μουσείο Φωτογραφίας ανακοινώθηκε η πλήρης ενσωμάτωσή του ως τμήματος, στο ΚΜΣΤ.

Θεωρήθηκε δηλαδή ως ένας δευτερεύων δημόσιος οργανισμός, που η αυτόνομη ύπαρξή του δεν εξυπηρετεί σε τίποτε.

Και αυτό συνέβη την στιγμή που το Μουσείο Φωτογραφίας, έχει αναδειχθεί σε ένα από τα πλέον δραστήρια πολιτιστικά σωματεία της χώρας, με διοργανώσεις στην Ελλάδα την Αθήνα και το εξωτερικό, με μια Μπιενάλε Φωτογραφίας με τεράστια διεθνή συμμετοχή και απήχηση.

Ίσως όμως το πλέον ανησυχητικό να μην είναι η πρόθεση του ΥΠΠΟ. Το πλέον ανησυχητικό είναι η αδιαφορία, η σιωπή και η εμμέσως συναγομένη συγκατάθεση της πόλης, στην συρρίκνωση ενός πολιτιστικού φορέα της, που λειτουργεί με τέτοια επιτυχία, ώστε θα μπορούσε η πόλη να απαιτήσει την ανάδειξή του σε εθνικό φορέα όσον αφορά στην Φωτογραφία.

Και μιλώ για την σιωπή των πάντων.

Της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, των ΜΜΕ, των άλλων φορέων Πολιτισμού, όπως π.χ. των πέντε συνεργαζομένων Μουσείων, των πολιτικών εκπροσώπων της πόλης, των τοπικών αυτοδιοικητικών κινημάτων.

Αυτή η καθίζηση στην υπεράσπιση των πολιτιστικών και καλλιτεχνικών κατακτήσεων της πόλης, αναδεικνύει μια παθογένεια της πόλης, ταυτόχρονα όμως και την δραματική αδυναμία των εκπροσώπων της να αξιολογήσουν σωστά την τεράστια προσφορά των διεθνών πολιτιστικών γεγονότων που διοργανώνουν, στην προβολή και ανάπτυξη της διεθνούς αναγνωρισιμότητας της.

Και αυτό είναι ίσως σε τελική ανάλυση το πλέον απογοητευτικό και το πλέον επικίνδυνο για τα συμφέροντα της πόλης.

Και κοντά σ αυτά ακούω με έκπληξη , πως εγκαταλείπεται η ιδέα της εγκατάστασης του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στην ΥΦΑΝΕΤ, μια διεκδίκηση της πόλης που ξεκίνησε το 1986 στο πλαίσιο της Ημερίδας για την Σύγχρονη Τέχνη, που οργανώθηκε με την ευκαιρία των εκδηλώσεων της Β΄ Μπιενάλε Νέων καλλιτεχνών της Μεσογείου.

Διεκδίκηση που υποστηρίχθηκε με ένταση από όλες τις πλευρές και επανατέθηκε στην διάρκεια και στο πλαίσιο των θεσμικών ζητημάτων που έθεσε η «Πολιτιστική Πρωτεύουσα», ώστε ως πρώτο βήμα, να επιλυθούν τότε τα όντως δυσεπίλυτα προβλήτα ιδιοκτησίας, αλλαγής χρήσεων γης, τροποποίησης του Ρυμοτομικού κλπ.

Για να έλθει μετά , ως όντως σημαντικό βήμα, η εξαγορά της ΥΦΑΝΕΤ, από το ΥΠΠΟ, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, όταν δηλαδή εξέπνεαν οι προθεσμίες αξιοποίησης των κονδυλίων του Γ΄Κ.Π.Σ. ,με πρωτοβουλία του τότε Γ. Γραμματέα Χρ. Ζαχόπουλου.

Και τώρα άγνωστο για ποιο λόγο, άγνωστο με πρωτοβουλία τίνων, το ΥΠΠΟ εγκαταλείπει την ιδέα της ΥΦΑΝΕΤ, που πρέπει να σημειώσουμε εδώ δεν είναι απλώς μια πολιτική για τον Πολιτισμό, αλλά και για την ποιότητα ζωής των κατοίκων, καθώς η ανάπλαση της ΥΦΑΝΕΤ, θα εξαφανίσει μια πηγή προβλημάτων για την περιοχή, ενώ θα δώσει νέα πνοή στην αναβάθμιση της περιοχής.

Εάν η πληροφορία αληθεύει, τότε κάποιοι, άγνωστο ποιοι, ρυθμίζουν τις τύχες και το μέλλον αυτής της πόλης, αδιάφοροι και ανίδεοι για τις συνέπειες των ενεργειών τους.

Το κρίσιμο βέβαια ζήτημα στο βάθος, είναι η ένταξη ή μη στα Προγράμματα του Δ΄ΚΠΣ του έργου της ΥΦΑΝΕΤ. Αν αυτό δεν επιτευχθεί τώρα, τότε θα είναι αδύνατη , ή τουλάχιστον εξαιρετικά δύσκολη η εξασφάλιση των αναγκαίων κονδυλίων από εθνικούς πόρους.

Και την ίδια στιγμή φαίνεται να επανέρχεται στο παρασκήνιο, προς το παρόν, η συζήτηση που είχε άτυχη κατάληξη προ ετών, για την ενσωμάτωση στο ΚΜΣΤ του Μουσείου Design και η «ειδική» σχέση-συνεργασία με το Μ.Μ.Σ.Τ.

Αναζητώντας λοιπόν κάποια λογική τουλάχιστον εξήγηση για την απροσδόκητη αυτή εξέλιξη γύρω από την ΥΦΑΝΕΤ, σκέφτομαι μήπως πρόκειται για μια πολιτική του ΥΠΠΟ, που σχετίζεται με την εμφανή σε όλους τους τομείς περιστολή των δαπανών για τον Πολιτισμό, αφού ήδη περικόπτονται οι εγκεκριμένοι τρέχοντες προϋπολογισμοί των πολιτιστικών φορέων της Θεσσαλονίκης.

Και θυμούμαι τώρα τις έμμεσες βολές του Μιχ. Λιάπη κατά του προκατόχου του, ότι δεν φρόντισε να εξασφαλίσει για το ΥΠΠΟ κονδύλια από το Δ΄ΚΠΣ.

Αν όμως αυτό συμβαίνει τότε πρέπει να παρέμβει αποφασιστικά η πόλη τόσο προς την πλευρά του ΥΠΠΟ, όσο και προς την πλευρά της Περιφέρειας, ώστε να εξασφαλιστούν οι πόροι για τις μελέτες και τα έργα της ΥΦΑΝΕΤ.

To ότι όμως τίποτε δεν ανακοινώνεται σχετικά, είτε ως προθέσεις, είτε ως πολιτική, το ότι συζητούνται στο παρασκήνιο από άγνωστους κρίσιμα ζητήματα της πολιτιστικής ζωής και της Θεσσαλονίκης, είναι από μόνο του ανησυχητικό, για να αποφύγω κάποιον βαρύτερο χαρακτηρισμό, που θα μπορούσε να αδικήσει τις καλές τουλάχιστον προθέσεις των διαχειριστών των υποθέσεων αυτών.

Η υπόθεση της ΥΦΑΝΕΤ, είναι τεράστιας σημασίας ζήτημα και σχετίζεται απόλυτα με την ανάπτυξη, ή τον μαρασμό του ΚΜΣΤ.

Η ευρεία συζήτηση που γίνεται την εποχή αυτή στο Διαδίκτυο σχετικά με το μέλλον και την αξιοποίηση της Συλλογής Κωστάκη πρέπει να μας προβληματίσει .

Κι αυτό εκτός των άλλων γιατί δεν πρέπει να ξεχνούμε την σημασία των όσων συνέβησαν στο Λονδίνο κατά την έκθεση εκεί έργων της συλλογής Κωστάκη από το ΚΜΣΤ και τα εξαιρετικά σχόλια που δημοσιεύθηκαν στις εφημερίδες του Λονδίνου, τόσο για την έκθεση, όσο και για το ΚΜΣΤ και την Θεσσαλονίκη.

Σχόλια