Στο παρά πέντε της οριστικής διαμόρφωσης του τοπίου και εν πολλοίς του αποτελέσματος των εκλογών του Νοεμβρίου



Στις επέμενες ελάχιστες ημέρες ο Γ. Παπανδρέου επιλέγει και ανακοινώνει το όνομα του υποψηφίου Δημάρχου, που θα υποστηρίξει το ΠΑΣΟΚ. Καθώς έχει αποκλειστεί ήδη από καιρό και επιβεβαιώνεται καθημερινά, δεν θα πρόκειται για πολιτικό πρόσωπο, με την έννοια φυσικά της κλασσικής πολιτικής, αλλά μάλλον για κάποιον από τους τρεις «αυτοδιοικητικούς» , ή «ανεξάρτητους» υποψηφίους, που ανακοίνωσαν ήδη επίσημα την υποψηφιότητά τους, τον Γ. Μπουτάρη, τον Τ. Τζήκα και τον Ν. Ευθυμιάδη.

Φυσικά παίρνοντας υπ όψιν τον απρόβλεπτο τρόπο με τον οποίο συχνά αποφασίζει και εκπλήσσει ο Γ. Παπανδρέου, ιδιαίτερα όταν πρόκειτα να επιλέξει πρόσωπα, καλόν θα ήταν να κρατά κανείς και μία μικρή έστω επιφύλαξη, μέχρι την τελευταία στιγμή.

Θα ακολουθήσει αμέσως μετά και η απόφαση του Γ. Καρατζαφέρη, που εξελίσσεται σε «παίκτη» ολκής με τις ρηξικέλευθες αποφάσεις του, που περισσότερο αποβλέπουν στην διαμόρφωση κλίματος για το αύριο των εκλογών και λιγότερο στην καταμέτρηση δυνάμεων, όπως του ζητούν τα κορυφαία στελέχη του κόμματός του.

Επενδύει σε ήττα του Σαμαρά για να επαναφέρει μετεκλογικά την πρόταση του για την «ενότητα της παράταξης» ως την μόνη νικηφόρα πρόταση για τον χώρο της κεντροδεξιάς.

Έκανε ήδη και ένα αθόρυβο βήμα στην κατεύθυνση αυτήν. Άλλαξε σταδιακά την στάση του απέναντι στο Μνημόνιο, για να βρεθεί κοντύτερα στην πολιτική Α. Σαμαρά.

Η όποια απόφαση του Γ. Παπανδρέου θα οδηγήσει σχεδόν άμεσα στην αναδιαμόρφωση του τοπίου στον χώρο της κεντροαριστεράς.

Η επιλογή του Γιάννη Μπουτάρη, παρά το απρόβλεπτο των αντιδράσεων και δηλώσεων του, θα σημάνει αυτομάτως την προσχώρηση του Ν.Εθυμιάδη , όπως προκύπτει από τους συνεχείς μεταξύ τους υπαινιγμούς , τις καλές τους σχέσεις, και κυρίως τα ανύπαρκτά περιθώρια που μένουν για τον Ν. Εθυμιάδη να μείνει στην κούρσα.

Ο Τ. Τζήκας από την άλλη είτε θα συνεργαστεί, είτε θα αποχωρήσει και αυτός. Η «τραυματική» διαδικασία με την οποία «εξελέγη» υποψήφιος της «Συμμαχίας» ,δεν κατάφερε να του προσδώσει το κύρος του εκλεκτού των κοινωνικών κινημάτων.

Όπως έχουν διαμορφωθεί τα πράγματα ο μόνος που μπορεί να διεκδικήσει πειστικά τον χαρακτηρισμό του «αυτοδιοικητικού» είναι ο Γ. Μπουτάρης, έχοντας ως απόδειξη αδιαμφισβήτητη, το 16% των Θεσσαλονικέων της προηγούμενης εκλογικής αναμέτρησης και την σταθερή παρουσία και δράση της δημοτικής του ομάδας και των στελεχών της στο Δημοτικό Συμβούλιο και την πόλη.

Υποπτεύομαι συνεπώς ότι τυχόν άλλη επιλογή πλην του Γ. Μπουτάρη, δεν πρόκειται να τον οδηγήσει εκτός κούρσας. Θα μείνει και θα διεκδικήσει την Β΄ Κυριακή και μάλιστα με αξιώσεις.

Και αυτό παρά τα «τραύματα» που συνεχίζει λίγο ή πολύ να φέρει ακόμη το ΠΑΣΟΚ, από την περιβόητη δήλωσή του λίγες ημέρες πριν την Β΄ Κυριακή των εκλογών του 2006.
Αν έτσι εξελιχθούν τα πράγματα, ας προσέξει την "έπαρση" και την "αλλαζονία" καθώς  πληθαίνουν οι κριτικες εναντίον του.

Έτσι νομίζω πως θα εξελιχθούν τα πράγματα, εκτός εάν ο Γ. Παπανδρέου επιστρατεύσει κάποιον που δεν αναμείχθηκε μέχρι στιγμής στην ιστορία, αλλά έχει αναγνωρισιμότητα, παρακολουθεί τα της Θεσσαλονίκης, έχει πολιτική σκέψη και λόγο και μια κοινωνική και επιστημονική προβολή και καταξίωση, όπως π.χ. ο νεοεκλεγείς πρύτανης του Αριστοτελείου, που αναλαμβάνει αύριο ο Γιάννης Μυλόπουλος. Το αναφέρω ως παράδειγμα , γιατί πολύ δύσκολα θα αποποιηθεί την ευθύνη που του ανέθεσε η επιστημονική κοινότητα, για να αποδεχθεί την τιμητική πρόταση. Άλλωστε είναι πολύ νέος και η θητεία του ως πρύτανη θα του επιτρέψει να προσέλθει αργότερα στον στίβο της αυτοδιοίκησης με μεγαλύτερο κύρος και επιρροή.

Άφησα στο τέλος τις σκέψεις μου για τον Κ. Γκιουλέκα, παρ όλο ότι άνοιξε πρώτος την κούρσα, μια και στην περίπτωση του τα πράγματα ξεκαθάρισαν ήδη από την αρχή .

Θα επιχειρήσω μια καταγραφή των ευνοϊκών και δυσμενών συνθηκών που διαμορφώνονται γύρω από την υποψηφιότητα του, με την ίδια νηφαλιότητα που ελπίζω ότι το κάνω τις τελευταίες ημέρες, κάθε φορά που αποτυπώνω σκέψεις γύρω από τις επερχόμενες κρίσιμες αυτοδιοικητικές εκλογές. Αυτό τουλάχιστον επιδιώκω.

Ο Κ. Γκιουλέκας γνώριζε από την πρώτη στιγμή τα σοβαρά προβλήματα που θα έβρισκε μπροστά του με την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του.

Και πρώτα πρώτα την κρίση αξιοπιστίας που καταταλαιπωρηθεί τον πολιτικό του φορέα από τις εκλογές και μέχρι σήμερα και αποτυπώνεται με εντυπωσιακό τρόπο σε όλες σχεδόν τις έρευνες της κοινής γνώμης.

Γνώριζε ακόμη ότι η «κληρονομιά» των 24 χρόνων απόλυτης και αδιατάρακτης διοίκησης της πόλης από την πολιτική του παράταξη, αποτελούν ένα βάρος από το οποίο πολύ δύσκολα θα ξεφύγει.

Μια πόλη σαν την Θεσσαλονίκη έδωσε έξη ευκαιρίες και 24 χρόνια στην ίδια παράταξη, σπάζοντας όλα τα ρεκόρ, ακόμη και τα ευρωπαϊκά, να διαχειριστεί την καθημερινή ζωή και το μέλλον της. Όσα έργα και αν έχουν γίνει μικρά και μεγάλα, όση φροντίδα και αν έχει  καταβληθεί για την καλυτέρευση της ζωής των πολιτών, κανένας δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η εικόνα της πόλης και η θέση της στην περιοχή, μπορούν να δικαιολογήσουν αυτά τα 25 χρόνια.

Αυτοί ήταν και οι λόγοι που τον οδήγησαν σε εκείνη την ατυχή αγχώδη πρώτη δήλωσή του , με την οποία επιχείρησε να διαχωριστεί από την Ν.Δ. Και κυρίως η έμμεση αναφορά και με τον έντονο τρόπο μάλιστα που το έκανε «στα πρόσωπα» , προκαλώντας την οργή και άμεση απάντηση του Δημάρχου Β. Παπαγεωργόπουλου.

Το δίλημμα απέναντι στην δημοτική ομάδα της «Αναγέννησης», επιχειρήθηκε να λυθεί με την πυροσβεστική παρέμβαση του Α. Σαμαρά, που έφερε στην Αθήνα σε ένα γεύμα «ειρήνης» τους Α.Σαμαρά, Β. Παπαγεωργόπουλο και Κ. Γκιουλέκα. Αλλά τα ζητήματα υπάρχουν ε,ίναι αντικειμενικά και η επελθούσα «κατάπαυση των εχθροπραξιών» είναι φανερό πως είναι απλώς προσωρινή.

Το δίλημμα του είναι γνωστό. Ή θα υπερασπιστεί το έργο του προκατόχου του και τότε θα επιβεβαιώσει ότι αποτελεί την συνέχεια της 25ετίας, ή θα πάρει αποστάσεις και αυτό θα προκαλέσει εντάσεις.

Την δυσχερή κατάσταση επιδεινώνει η παρουσία του Σ. Τζακόπουλου, όχι τόσο λόγω της απήχησής του στους πολίτες και τις δυνάμεις που θα στοιχηθούν πίσω του, όσο λόγω της  δηλητηριώδους, άμεσης και ευφυούς παρέμβασής του σε κάθε βήμα, ή πρωτοβουλία του Κ. Γκιουλέκα..

Εξ ίσου σοβαρή, ίσως μάλιστα και καταλυτική είναι η ρητή άρνηση του Αντιδημάρχου Βαγγέλη Δημητρίου, ενός από τα σοβαρότερα και αποτελεσματικότερα στελέχη αυτής της Δημοτικής Αρχής,, με απήχηση σε ένα χώρο που ιδιαίτερα ευαίσθητο και κρίσιμο εκλογικά.

Δεν πρέπει ακόμη να υποτιμηθεί η παρουσία του ΣΤ. Παπαθεμελή του οποίου οι σχέσεις με τον κόσμο της Εκκλησίας είναι πολύ πιο στενές από αυτές του Κ. Γκιουλέκα και ανατρέχουν σε βάθος χρόνου, από τα χρόνια της Χριστιανικής Δημοκρατίας ακόμη.

Το καθοριστικό όμως γεγονός θα είναι η απόφαση του Γ. Καρατζαφερη , αν θα στηρίξει την υποψηφιότητα του νεαρού βουλευτή, ή θα επιλέξει την καταγραφή των κομματικών του δυνάμεων του, όπως άλλωστε του ζητούν επίμονα τα στελέχη του, ώστε να επιβεβαιώσει την σημασία και τον ρόλο του στην ευρύτερη κεντροδεξιά και δεξιά παράταξη.

Ένας Κ. Βελόπουλος απέναντι στον Κ. Γκιουλέκα θα εξελιχθεί σε εφιάλτη των προσδοκιών του υποψηφίου της Ν.Δ.

Αυτά είναι αδύνατα σημεία του, αν έτσι διαμορφωθεί η κατάσταση.

Φέρει όμως και την προσωπική πολιτική του παρουσία, που παρά τον ξύλινο λόγο που χαρακτηρίζει την δημόσια εκφορά του, παραμένει ένας νέος πολιτικός, ο νεώτερος όλων, απευθύνεται στον ισχυρό πυρήνα της συντηρητικής Θεσσαλονίκης των νοικοκυραίων, των μπαγιάτηδων, και τώρα των χιλιάδων απελπισμένων πολιτών της μεσαίας τάξης, των μικροεπαγγελματιών και των εργαζομένων που πλήττονται από τα σκληρά μέτρα για την εξυγίανση της οικονομίας και πιθανόν θα επιχειρήσουν να στείλουν ένα μήνυμα στην κυβέρνηση.

Δεν εννοώ φυσικά την ηλίθια αντίληψη να ζητηθεί από τους εκλογείς να καταδικάσουν το Μνημόνιο και τον Καλλικράτη ψηφίζοντας τους υποψηφίους της «απαλλαγής από το Μνημόνιο».

Εννοώ την υπαρκτή τραγική κατάσταση χιλιάδων σπιτιών, τα αδιέξοδα των νέων, την ανεργία και τα χιλιάδες άγνωστα οικογενειακά δράματα, που εξελίσσονται πίσω από τις πόρτες των νοικοκυριών της χώρας.

Με λίγα λόγια μπαίνει στον στίβο με προίκα και βαρίδια.

Στην πορεία και από το αποτέλεσμα, θα αποδειχθεί η σημασία και το εκλογικό αντίκρισμα τους.

Υ.Γ.

Θα επανέλθω σε μια σκέψη που διατύπωσα σε προηγούμενο Σημείωμα μου.

Καλά θα κάνουν οι διεκδικητές του αξιώματος να μελετήσουν προσεκτικά, θα έλεγα σχολαστικά ,το Καλλικράτη και να προετοιμαστούν αναλόγως.

Είτε συμφωνούν, είτε διαφωνούν η προσαρμογή τους στα δεδομένα που επιβάλλει ο Καλλικράτης, θα κρίνει την επιτυχία τους.

Σχόλια