ΕΠΕΤΕΙΑΚΟΝ ΤΗΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΙΑΣ ΛΗΞΗΣ ΤΟΥ Α΄ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ


ΜΙΑ ΑΥΘΕΝΤΙΚΗ ΜΑΡΤΥΡΙΑ

Της συγκίνησης, της χαράς και του πανηγυριού. 

( Η χειρόγραφη επιστολή τραυματισμένου στρατιώτη σε φίλο του στην οποία περιγράφει τα γεγονότα και το κλίμα της 30ηςΟκτωβρίου 1918 στην Θεσσαλονίκη.


Εν Θεσ/νίκη τη 30/10/18

Αγαπητέ μου Νάσο

Υπό το κράτος της εκ της όλης απροόπτως μεταδοθείσης ειδήσεως εξαιρετικής συγκίνησης, έρχομαι να σου χαράξω τας ολίγας ταύτας, εν ειρήνη, γραμμάς. Μυριάδες κόσμου αποτελουμένου από στρατιώτας πάσης φυλής, αξιωματικούς, πολίτας, γυναίκας, παιδία κλπ πανηγυρίζουν την στιγμήν αυτήν το χαρμόσυνον της παγκοσμίου ανακωχής άγγελμα και χύνουν δάκρυα αφάτου χαράς ανακουφιζόμενοι από το δυσβάστακτον πλέον βάρος του τετραετούς αυτού αλληλοσπαραγμού. Οι στρατιώται, σαν τρελλοί, εισελαύνουν στα καφφενεία και ασπάζονται τον κοσμάκη φωνάζοντες:

 «Είμεθα πλέον πολίται, είμεθα ήσυχοι».



Οι Άγγλοι τοσούτον παραλαμβάνουν τενεκέτες και χοάνας και περιέρχονται τας αγυιάς με πλαγιαύλους και άλλα μικροόργανα μουσικά καμνοντες αληθή και πρωτοφανή πανζουρλισμόν.

Αι διεθνείς συμμαχικαί σημαίες σείονται πανταχόθεν  ( μη εξαιρουμένης και της Εβραϊκής) ο δε κοσμάκης σταυροκοπείται και ανοίγει περισσότερον τα μάτια δια να πεισθεί περί της αληθείας του χαρμοσύνου γεγονότος. Εν τω μεταξύ όλαι της πόλεως αι σειρήνες μας ξεκουφαίνουν, αι δε κωδωνοκρουσίαι και οι αδιάπτωτοι πυροβολισμοί και εκπυρσοκροτήσεις των τηλεβόλων, μας δίδουν μίαν περίεργον σύγχυσιν κυμαινομένην μεταξύ του κτηθέντος ήδη φόβου του πυρός και του συγκεκριμένου γεγονότος της πραγματώσεως πόθου, οίος ο της ειρήνης! Από παντού περιπτύξεις, κλάμματα και γέλοια και τραγούδια.


Το βράδυ η κοσμοταραχή κορυφούται. Η μουσική μας εξέρχεται παιανίζουσα το εμβατήριον. Τα αυτοκίνητα τρέχουν σαν ιπτάμενα άρματα ανά τα κεντρικάς οδούς αφήνοντα όπισθεν των εκκωφαντικά και ουρανομήκη «hourah» από τους περιεχομένους στρατιώτες, αίτινες εξακολουθούν να τα στολίζουν με σημαίας και άνθη με κομψήν καλαισθησίαν, οι περιπατητικοί  τρέχουν, τραγουδούν, φωνάζουν και δεν ηξεύρουν γιατί. Ωραία πυροτεχνήματα στολίζουν το επιβλητικόν ήδη νυκτερινόν σκότος και κάμνουν  την ψυχήν μας να νομίζει ότι είναι πολεμικαί φωτοβολίδες.



Τα πλοία μόνον με τον πολύν γλυκόν και ήσυχον φωτεινόν στολισμόν των και  μας αφήνουν την εντύπωσιν των πλοίων του Ερυθρού Σταυρού και μας προκαλούν μιαν στιγμιαίαν πικρήν σαυγκίνησιν την της αναπολήσεως των δυστήνων τραυματιών του φοβερού αυτού αγώνος! Ακούσια η ψυχή την στιγμήν αυτήν πετά και μέχρι των δικιμασθέντων εξ αυτών που έχασαν άδικα τους ανθρώπους των και δεν μπορούν να χαρούν τόσον, όσον ημείς!

Τέλος η ημέρα αυτή δεν περιγράφεται, γεύματα το εσπέρας ιδιωτικά και δημόσια, γλέντι απεριόριστον τραγούδια, χαρά και λύπη ανάμεικτα κλ. κλ.

 Εγώ, κατά κακήν συγκυρίαν, είχα περάσει μια φοβερή γρίππη η οποία με έχει ακόμη βραχνόν.

Φαντασθείτε λοιπόν τι κόπους κατέβαλλα για να φωνάζω «ζήτω» μαζί με τον φαντάρον κον Σμυρνιαδάκον.

Γράφε μου στο  2ον Νοσοκομείον Θες/νίκης, διότι πολύ δυσανασχετώ.

‘Τα σέβη μου σε όλους τους θείους, θείας, γνωστούς και φίλους.

Σε φιλώ
(Δυσανάγνωστη υπογραφή)

Σχόλια