Κ.Θ.Β.Ε. Έρχονται και πάλι τα κακά νέα;

Συσσωρεύονται στον ορίζοντα τα επερχόμενα κακά νέα για το ΚΘΒΕ
Αδυναμία καταβολής του δώρου των Χριστουγέννων στους εργαζόμενους, άδειες αίθουσες στα έργα που παίζονται την εποχή αυτή -οι κριτικές είναι αρνητικές έως πολύ κακές-, πρόθεση του Καλ. Διευθυντή ,να μην ανανεώσει την τριετή σύμβασή του.
Αυτά γράφονται την περίοδο αυτή, άλλοτε με υπαινιγμούς, άλλοτε έμμεσα, άλλοτε στο περιθώριο των ειδήσεων και των ρεπορτάζ.

Όσοι γνωρίζουν τον «μηχανισμό» διακίνησης των πληροφοριών, αντιλαμβάνονται ότι στο παρασκήνιο –τι πιο κατάλληλος όρος για να μιλήσει κανείς για το θέατρο- εξελίσσονται ασφαλώς διεργασίες, προβληματισμοί και γιατί όχι ίντριγκες .

Έχω μια αλλεργία να μετέχω στην εύκολη κριτική των καλλιτεχνικών και διοικητικών παραγόντων των πολιτιστικών οργανισμών, επειδή γνωρίζω πολύ καλά και από μέσα, πόσες δυσκολίες αντιμετωπίζουν με την οικονομική κατάσταση, το θεσμικό πλαίσιο, την αδυναμία μακροχρόνιων προγραμματισμών, τα εγκατεστημένα συμφέροντα και πολλές φορές τις ποικίλες «συντεχνίες», με τις δυσκίνητες, ή και αμετακίνητες δογματικές θέσεις τους, σε ζητήματα όχι μόνο των άμεσων συμφερόντων τους, αλλά και της γενικότερης πορείας του φορέα, στον οποίο υπηρετούν.

Γι αυτό και το Σημείωμά μου αυτό έχει στόχο να επισημάνει μια πτυχή του προβλήματος, που ως γενεσιουργός αιτία,ενυπάρχει και δυναστεύει το Κρατικό Θέατρο.

Και αυτή δεν είναι άλλη από το θεσμικό του πλαίσιο.

Πρόκειται βέβαια για ένα σύνθετο και πολύπλοκο πρόβλημα και ίσως κανείς θα έπρεπε να επικεντρωθεί στην ανάγκη να αρχίσει επιτέλους μια συζήτηση γι αυτό. Γνωρίζω πολύ καλά, ότι εδώ και αρκετά χρόνια τίθεται το ζήτημα αυτό, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στην πολιτική ηγεσία του ΥΠΠΟ
Και ακούω συχνά επίσης, από επίσημα χείλη, ότι πράγματι είναι καιρός να επανεξεταστούν κάποιες κρίσιμες πτυχές των ρυθμίσεων που επιβάλλει ο σχετικός Νόμος.

Αλλά μέχρι εκεί. Τα πράγματα μένουν σε ακινησία για γνωστούς λόγους, που δεν έχει σημασία τώρα να αναφέρω.

Όμως κατά την μακροχρόνια θητεία μου στα διοικητικά του ΚΘΒΕ και με το προηγούμενο νομικό σχήμα του ΝΠΔΔ και το τωρινό του ΝΠΙΔ έζησα από κοντά, το πώς λειτουργεί αυτό το αυθαίρετο σχήμα που καθιέρωσε ο τελευταίος νόμος, και ποιες ήταν οι συνέπειες από την σαρωτική κατάργηση σχεδόν όλων των ασφαλιστικών δικλείδων του προηγούμενου, την εξαφάνιση κάθε ισορροπίας, ανάμεσα στις εξουσίες του Καλ. Διευθυντή και του Διοικ. Συμβουλίου, την άφρονη κατάργηση της καλλιτεχνικής επιτροπής, την αποφυγή ρυθμίσεων για σύγχρονη οργάνωση των υπηρεσιών, την μοιραία συμφωνία της τελευταίας στιγμής πριν την ψήφιση του Νόμου , που επέβαλε ρυθμίσεις οδυνηρές, προκειμένου να εξασφαλίσει την «σύμφωνη γνώμη» των ηθοποιών και των επώνυμων διευθυντικών στελεχών.
Θέσπισε τις θέσεις των αναπληρωτών διοικητικών και καλλιτεχνικών διευθυντών, αλλά άφησε στην αρμοδιότητα του Καλ. Διευθυντή να αποφασίζει, αν χρειάζεται τον πρώτο και ποιες αρμοδιότητες θα παραχωρήσει στον δεύτερο. Μια ρύθμιση ανάπηρη, που φυσικά δεν βοηθάει το Θέατρο.
Και τέλος διαμόρφωσε την μοναδική φαντάζομαι στον κόσμο ρύθμιση, σύμφωνα με την οποία ο Διευθυντής του Εθνικού ή του Κρατικού Θεάτρου, των δύο μεγαλύτερων κρατικών πολιτιστικών οργανισμών, με προσωπικό που ξεπερνά τα 300 άτομα, με υποδομές, μεγάλες και σύγχρονες, που απαιτούν προσεκτική διαχείριση και συντήρηση, με οικονομική διαχείριση εκατομμυρίων ευρώ, και φυσικά με την ευθύνη να διαμορφώνουν, να προτείνουν και να υλοποιούν ένα σχέδιο, και ένα όραμα για το Θέατρο, αρκεί να διαθέτει ως μοναδικό προσόν ,την ιδιότητα του σκηνοθέτη, ή του ηθοποιού, ή του θεατρικού συγγραφέα, ή του σκηνογράφου!...

Ο καθ. Δημ. Παπαδόπουλος του Πανεπιστημίου Μακεδονίας, στον οποίο κάποια στιγμή ανέθεσα μια μελέτη για τον προσδιορισμό των αιτίων, που οδηγούν σταθερά το ΚΘΒΕ στην μόνιμη οικονομική δυσπραγία, έμεινε κατάπληκτος μελετώντας το θεσμικό πλαίσιο του ΚΘΒΕ.

Και έτσι λαμπροί κατά τα άλλα καλλιτέχνες, σκηνοθέτες, ή ηθοποιοί, που δεν έχουν όμως διευθυντική εμπειρία, ή σπουδές διοίκησης επιχειρήσεων και οικονομικής διαχείρισης, που δεν έχουν διοικήσει ούτε καν ένα μικρό θίασο, καλούνται να αναλάβουν ένα σύνθετο έργο, να διευθύνουν ένα μεγάλο οργανισμό, να διαχειριστούν τα οικονομικά του, να προγραμματίσουν την σωστή διαχείριση και συντήρηση των υποδομών, να συντάξουν και να υλοποιήσουν ένα «καλλιτεχνικό όραμα» να εφαρμόσουν μια πολιτική για τα κρατικά θέατρα, που δεν προσδιορίζεται και φυσικά δεν ελέγχεται, ούτε ως διαδρομή, ούτε ως αποτέλεσμα.
Θυμούμαι πάντα την εκπληκτική δήλωση ενός εκ των καλλιτεχνικών διευθυντών με τους οποίους συνεργάστηκα στο ΚΘΒΕ, πως «ο διορισμός ενός Καλλιτεχνικού Διευθυντή για τον υπουργό Πολιτισμού, είναι μια ζαριά. Του βγαίνει ή δεν του βγαίνει»!..

Προσθέστε και την κοντόφθαλμη ρύθμιση, που καθορίζει ως τριετή την θητεία του Καλ. Διευθυντή. Όχι μόνο δεν προλαβαίνει να «γνωρίσει» το θέατρο, τον κόσμο του, τις ιδιαιτερότητες του, το κοινό του, αλλά ζει και κάτω από το άγχος της επιτυχίας. Γιατί να τον ενδιαφέρουν μακροχρόνιοι στόχοι και προγράμματα; Γιατί να αναζητά αναδιοργάνωση υπηρεσιών και καθιέρωση σύγχρονων μεθόδων διοίκησης και διαχείρισης; Γιατί να τον ενδιαφέρουν η καλή λειτουργία και η συντήρηση των υποδομών; Γιατί να συντάσσει ένα μακροχρόνιο πρόγραμμα εξυγίανσης, κάθε μορφής;

Συμπέρασμα ένα και μοναδικό.

Αυτό που επειγόντως χρειάζονται τα Κρατικά Θέατρα είναι μια πραγματική μεταρρύθμιση του θεσμικού τους πλαισίου.Προς θεού όμως.
Αν πρόκειται να επιχειρηθεί και εδώ μια «μεταρρύθμιση» της τελευταίας μόδας,ας ξεχάσουμε κάθε ελπίδα, ότι επιτέλους κάτι καινούριο μπορεί να προκύψει.

Σχόλια