Ένα μαγικό Χριστουγεννιάτικο δέντρο από το παρελθόν

Τι θυμάμαι από Χριστούγεννα; Πολλά και θλιβερά. Οι μόνες αλλαγές στο «σπίτι» μας ,δηλ. στο μοναδικό δωμάτιο του «Μεγάρου» στις γιορτές, ήταν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον της μητέρας μας της Φρόσως, να σφουγγαρίσει με εκείνη την σκληρή βούρτσα του χεριού το ξύλινο πάτωμα και μετά να το περάσει μια ώχρα. Μια κότα, που έπρεπε να σφάξουμε στην ταράτσα , να την ξεπουπουλήσουμε κα να την κάνουμε σούπα. Τα μανταρίνια που έφερνε από την αγορά το βράδυ της παραμονής ο Βάσος, ο πατέρας μας. Αφήναμε τις φλούδες πάνω στο τραπέζι ως αργά για να συνεχίζουν να μεταδίδουν εκείνη την υπέροχη μυρωδιά στο σπίτι και να το μετατρέπουν σε γιορτινό. Και όταν πια μαραίνονταν μεταφέρονταν στην σόμπα μέχρι να εξαντληθεί και η τελευταία σταγόνα υγρού που περιείχαν.
Ένα δύσκολο και σκληρό χειμώνα, ανοίξαμε την ιστορία του «Χριστουγεννιάτικου» δένδρου μας.
Ήταν μια επιχείρηση πείσματος και απελπισίας συνάμα, που όμως διαμόρφωσε παράδοση στο σπίτι .
Η μικρή μας περιπέτεια ξεκίνησε καθώς ψέλναμε τα κάλαντα στην γύρω γειτονιά, των πλούσιων επιχειρηματιών, δικηγόρων, προξένων, μηχανικών,δικαστικών, από όπου επιστρέφαμε φορτωμένοι με χρήματα, γλυκά και παληά παιχνίδια.
Οι συνθήκες το έφεραν και όταν ανοιξε η πόρτα των Παπάζογλου το μάτι μας έπεσε μέσα από την ορθάνοιχτη διφυλλη πόρτα του σαλονιού, στο Χριστουγεννιάτικο δέντρο τους.
Τι παραμυθένιο πράγμα ήταν αυτό; Στην γωνία του μεγάλου σαλονιού ένα μεγάλο δέντρο, χιονισμένο με μπόλικο βαμβάκι, διάφορα πολύχρωμα και αστραφτερά στολίδια, κεράκια αναμμένα πολύχρωμες μπάλες, γιρλάντες.Άγνωστα πράγματα εντελώς στην τσακαλαρία που κοίταζε πίσω από την υπηρέτρια.
Που τα βρήκαν όλα αυτά;. Τα γύρω μαγαζιά σε όλη την έκταση που η καθημερινή έφοδός μας έλεγχε, δεν είδαμε ποτέ τίποτε τέτοιο. Φουρνάρηδες, γαλατάδες, μπακάληδες, τσαγκάρηδες, ξυλάδες, περίπτερα με λίγες καραμέλες και χύμα τσιγάρα. Από που ξεφύτρωσε αυτό το θαύμα;
Φύγαμε και ο νους μας έμεινε εκεί. Και ξαναγυρίσαμε να τα ξαναπούμε, με την ελπίδα ότι θα είναι και πάλι ανοιχτή η πόρτα του σαλονιού και θα το ξαναδούμε. Αυτήν την φορά με ηρεμία. Αλλά η Μαρία μετά την πρώτο καλοσυνάτο και γιορταστικό χαμόγελο, μας γνώρισε και με έκπληξη και αυστηρότητα μας ρώτησε: «Καλά δεν ήρθατε και νωρίτερα;»
Τι να πούμε; Κομπιάσαμε αλλά της είπαμε την αλήθεια, θέλαμε να δούμε εκείνο το όμορφο δέντρο, το στολισμένο και φωτισμένο.
Α, είπε, το Χριστουγεννιάτικο δέντρο; Ελάτε, αλλά μη κάνετε φασαρία και σας ακούσουν. Από την πόρτα λοιπόν του σαλονιού τρεις ξεπαγιασμένοι αδύνατοι αδύνατοι και χλωμοί νεαροί, έβλεπαν με ορθάνοιχτα μάτια το θαύμα για δεύτερη φορά.
Γύρισα στο σπίτι και μου φάνηκε τόσο φτωχό και κρύο.. Άδειο και απέραντο, έτσι το θυμάμαι πάντα. Τα λίγα έπιπλα, ένα μεγάλο κρεβάτι των γονιών, ένα ντιβάνι στην άλλη γωνία, ένα τραπέζι με τέσσερις καρέκλες, και ένα υποτυπώδες κομοδίνο ανάμεσα στα δύο θεόρατα παράθυρα που έβλεπαν στην Βασ. Όλγας και το μόνο που έκαναν ήταν να αφήνουν τον Βαρδάρη να κάνει άνετα βόλτες μέσα στο δωμάτιο.
Κοιμήθηκα και όλη την νύχτα ονειρευόμουν το σαλόνι, το δέντρο και την ζεστασιά.
Και την άλλη ημέρα επιχείρησα το αδιανόητο, για τις δυνατότητές μας κυρίως όμως για τις συνήθειες, όλου του Μεγάρου.
Πήρα την απόφαση να στολίσω ένα Χριστουγεννιάτικο δέντρο!!

Χειμώνας δύσκολος και κρύος, τα πιο πολλά δέντρα που ήξερα, από τα φρούτα τους στην γειτονιά ήταν γυμνά. Καϊσιές, μηλιές, συκιές, κορομηλιές, ροδιές, κυδωνιές, δεν είχαν ίχνος φύλλων πάνω τους. Πήρα τον δρόμο για τον Ιστιοπλοϊκό, μπας και πετύχω κανένα κλαδί που να άντεχε ακόμη. Τίποτε. Και τότε θυμήθηκα την μόνιμη φίλη και τροφοδότρα, την «μεγάλη» θάλασσα. Σ αυτήν που καταφεύγαμε, για παιχνίδια, για ψάρεμα, για φρούτα, για χαρούπια, για μήλα. Πως αυτό; θα τα πω άλλη φορά. Γιατί θυμήθηκα πως ανάμεσά τους βρίσκαμε πάντα μεγάλα κλαδιά από μανταρινιές και πορτοκαλιές, που τα καϊκια έφερναν από την Κρήτη στην Θεσσαλονίκη. Έφυγα σφήνα και δεν απογοητεύτηκα. Όχι ένα, αλλά δεκάδες κλαδιά πορτοκαλιάς κείτονταν στην παραλία. Διάλεξα τρία τα πιο ζωντανά και φουντωτά, τα έδεσα στην βάση και ένα περίεργο φυτό ξεπρόβαλε μπροστά μου. Τώρα χρειαζόταν μόνο φαντασία για να βρω στολίδια.
Μια χούφτα καρύδια και μερικά κάστανα στην ζούλα από το σακί του μανάβη, τα δυο μου μανταρίνια- θυσία στην διακόσμηση- σκαλιστά από τα κορίτσια του Μεγάρου, χαρούπια, μερικές γκαζιές και κουϊνάκια. Αλλά το πρόβλημα ήταν το περιτύλιγμα. Το χρυσόχαρτο. Όταν το βρίσκαμε κυνηγώντας τα χαρτόνια των κουτιών από τσιγάρα- ένα από τα αγαπημένα παιχνίδια μας- τα Εγγλέζικα κυρίως, και άλλα σπάνια, που δεν τα θυμάμαι πια, πετούσαμε το εσωτερικό χρυσόχαρτο, δεν μας χρειαζόταν. Που να τρέχω τώρα στην αλάνα της Σαλαμίνας, στο κέντρο της οποίας κατοικούσε μόνιμα μια χωματερή, ή στα βαρέλια των σκουπιδιών των Εγγλέζων, έξω από τις καντίνες του στρατοπέδου τους; Έφαγα το κρύο της ζωής μου μέχρι να μαζέψω καμιά δεκαριά χρυσόχαρτα..
Πίσω τώρα για εργόχειρο. Τα καρύδια, τα κάστανα τα χαρούπια οι γκαζιές δέχτηκαν ένα επιχρύσωμα, με μια κλωστή στην άκρη. Σκαλιστά, μανταρίνια και κάνα δυο φιρίκια, κάτι χρωματιστές κλωστές από το καλάθι ραψίματος, και το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, το πρώτο της ζωής μου και το πρώτο του Μεγάρου, στήθηκε πάνω στο κομοδίνο. Θέαμα αξιοπερίεργο για τους γείτονες, τους φίλους και τους συγγενείς που πέρασαν την περίοδο εκείνη από το σπίτι.
Και έτσι ξεκίνησε η παράδοση του Χριστουγεννιάτικου δέντρου και στο σπίτι μας. Τα κατοπινά χρόνια τα πράγματα καλυτέρευαν χρόνο με τον χρόνο. Όλο και κάτι εντυπωσιακό, και χρωματιστό έπεφτε στα χέρια μας, μέχρι και μια αστραφτερή σφαίρα όπλου, που την είδε ο πατέρας μου και έντρομος την εξαφάνισε, μπας και βάλει σε τίποτε ιδέες τους χαφιέδες, που ζούσαν μαζί μας στο Μέγαρο και έκαναν συχνά πυκνά την δουλειά τους, αν κρίνουμε από τις ξαφνικές εμφανίσεις των χωροφυλάκων.

Εκείνο όμως το πρώτο δέντρο και οι συγκινήσεις του, η περηφάνια με την οποία το δείχναμε, το κόρδωμα, όταν η μάνα μας έλεγε ποιος το έφτιαξε, τα ονειροπολήματα, δεν θα τα ξαναζούσαμε.
Κοιτάζαμε τα κλαδιά της πορτοκαλιάς και βλέπαμε το πολύχρωμο και φανταχτερό δέντρο των Παπάζογλου. Και μαζί μ αυτό και το μεγαλοπρεπές φωτεινό και ζεστό σαλόνι τους τα όμορφα έπιπλα, τα χαλιά, τους πολυελαίους και τις άγνωστες, αλλά γαργαλιστικές μυρωδιές, που κυκλοφορούσαν μέσα σ αυτό.
Ήταν δηλαδή ένα μαγικό Χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Σχόλια

  1. Poly omorfi hristougenniatiki istoria, apo tis pio oraies pou eho akousei pote, kala giati den mas tin diigithikes pote?
    Apo tin alli, merikes istories einai pio omorfes ston grapto logo kai nomizo oti afto ishiei kai gi'aftin. Me aftin tin efkairia prepei na paratiriso oti i grafi sou vailtionetai, afto to keimeno mou fenetai pio sfikto kai xekatharo apo ta proigoumena. Opote to simperasma, pera apo tin siginisi, einai ena: Me ta moutra stin douleia! Prepei na tin pareis sovara aftin tin istoria kai na tis afieroseis pio polu hrono, tora pou ton diatheteis kai sou vgainei kai kala!

    Polla filia

    V.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου