ΠΟΛΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ- Ένας απολογισμός

Ο χρόνος φεύγει, το ολοκαίνουργιο 2007 έρχεται μέσα σε αβεβαιότητες και ερωτηματικά και όπως πάντα με ελπίδες και προσδοκίες, συνήθως ανεκπλήρωτες στο συλλογικό τους επίπεδο.

Για την πόλη και τον πολιτισμό, μπορεί κανείς να θυμηθεί ενθαρρυντικά αλλά και αδιάφορα και απογοητευτικά περιστατικά, ψηφίδες, που δεν μπορούν να αλλάξουν ριζικά το συνολικό «πρόσωπο» της πόλης.

Οι δημοτικές εκλογές, κύλησαν μέσα σε ανία, χωρίς τίποτε το εξαιρετικό, που να προμηνύει το καινούργιο, την αλλαγή της σελίδας, μια διαφορετική πορεία των πραγμάτων.

Όλα παίχτηκαν και συνεχίζεουν να παίζονται στο πεδίο της καθημερινής πολιτικής και μικροπολιτικής, στα περιστατικά, στις λεπτομέρειες, στα ασήμαντα.

Η πόλη κινείται προς το μέλλον «εν στάσει», αν μπορεί να λεχθεί κάτι τέτοιο.

«Όλα τριγύρω αλλάζουνε, εδώ τα ίδια μένουν», για να παραφράσω τον τραγουδοποιό.

Η Τουρκία κινείται προς την Ευρώπη, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ανεξάρτητα από ταχύτητες, τις εσωτερικές συγκρούσεις και τα στρατηγικά συμφέροντα των εταίρων, αλλά ένας σημαντικός εκσυγχρονισμός συντελείται και προστίθεται στην μεγάλη πληθυσμιακή οικονομική και στρατηγική σημασία της γείτονος.
Από μεθαύριο η Βουλγαρία και η Ρουμανία παρακάθονται στο ευρωπαϊκό τραπέζι που ονειρεύτηκαν.
Η «πρωτεύουσα των βαλκανίων» αντιμετωπίζει με δέος την επανάληψη της ιστορίας: Μια «συμπρωτεύουσα» , με πρωτεύουσα αυτήν την φορά την Ευρωπαϊκή Σόφια!!!

Οι μόνοι που φαίνεται να έλαβαν το μήνυμα των ανατροπών που συντελούνται στα Βαλκάνια, είναι ο επιχειρηματικός κόσμος, από καιρό ήδη. Αλλά οι προσαρμογές τους στα νέα δεδομένα δεν σημαίνει απαραίτητα και αναβάθμιση της πόλης και της ευρύτερης περιοχής, το αντίθετο.
Όλα τα μεγέθη των στατιστικών φαίνεται να επιδεινώνονται, τουλάχιστον εκείνα που επηρεάζουν την ανάπτυξη, την κοινωνική συνοχή και αλληλεγγύη ,την ποιότητα ζωής.

Και καθώς οι πολιτικοί εκπρόσωποι περιορίζονται σε ευχολόγια, ή μεγαλοστομίες και οι αρμόδιοι φορείς χάνουν την αποτελεσματικότητα και το κύρος τους σταδιακά περιθωριοποιούμενοι από τις πρωτοβουλίες ή την αβελτηρία της εξουσίας, τις συνήθεις ασπιρίνες, αντικαθιστούν στην καλύτερη περίπτωση ευχολόγια από δω, καταγγελίες από εκεί.

Το οραματικό σύγχρονο και ρεαλιστικό ΣΧΕΔΙΟ για το μέλλον της πόλης, μέσα σ αυτόν τον ταχύτατα μεταβαλλόμενο κόσμο που μας περιβάλλει, δεν φαίνεται στον ορίζοντα, ούτε καν ως μεθοδολογία σύνταξης.
Ταυτόχρονα όμως προβάλλουν από διάφορες κατευθύνσεις και κάποιες «άλλες» φωνές, καταγράφονται κινήσεις, εκδηλώνονται πρωτοβουλίες, που φαίνεται να αναζητούν φυγή από την ασφυξία, την στασιμότητα, την συντήρηση.

Στα μέσα ενημέρωσης, τις εφημερίδες και τα περιοδικά, η αναζήτηση του καινούργιου, η φυγή προς τα εμπρός, η πίεση να «ανοίξουμε παράθυρα στον κόσμο» το αίτημα της αλλαγής, η αναζήτηση μιας «άλλης πορείας», εντείνονται καθημερινά.

Άλλοτε άμεσα , άλλοτε έμμεσα και με αφορμή διάφορα περιστατικά της καθημερινότητας, οι φωνές αυτές αυξάνονται.

Η κοινωνία δείχνει να ανταποκρίνεται στο «καινούργιο», όταν της δίνεται η ευκαιρία, οι προβολείς της δημοσιότητας, κινούνται και προς τα αισιόδοξα, τα ελπιδοφόρα περιστατικά, η αλληλεγγύη ζωντανεύει, ο «εθελοντισμός» βρίσκει ολοένα και μεγαλύτερη απήχηση, τα φαινόμενα βίας, ρατσισμού και αδιαφορίας, κινητοποιούν άτομα και φορείς, ένα απροσδιόριστο ακόμη «μέτωπο» φαίνεται να γεννιέται.

Το ερώτημα παραμένει βέβαια: Θα ολοκληρωθεί αυτός ο τοκετός, ώστε μια ζώσα κοινωνία των πολιτών να προκύψει;
Να μην έχουμε αυταπάτες. Χωρίς αυτήν την κοινωνία, δεν πρέπει να προσδοκούμε τίποτε καλύτερο για το αύριο της πόλης.

Στον πολιτισμό τώρα.
Αν και όλα όσα προηγήθηκαν στο Σημείωμα αυτό, δεν συνιστούν παρά πτυχές του πολιτισμού της πόλης, αυτό που συνήθως αποκαλούμε πολιτιστική κίνηση, είναι οι δράσεις, ή η απουσία των πολιτιστικών και καλλιτεχνικών οργανισμών, κρατικών, αυτοδιοικητικών και της ιδιωτικής πρωτοβουλίας , είναι οι μικρές και μεγάλες εκδηλώσεις, είναι ένα απροσδιόριστο αλλά εμφανές κλίμα, είναι με λίγα λόγια η «πολιτιστική ζωή» της πόλης στην καθημερινότητά της.

Στον Πολιτισμό λοιπόν η χρονιά κλείνει με ένα εξαιρετικό νέο.
Υπογράφτηκαν, εδώ στην Θεσσαλονίκη, τα συμβόλαια αγοράς της ΥΦΑΝΕΤ για την μελλοντική στέγαση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, του Μουσείου Φωτογραφίας ,του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης και του ΜουσείουDesign.
Η πρώτη αναφορά στην ΥΦΑΝΕΤ, ως υποψήφιο χώρο να στεγάσει το (υπό ίδρυση από τότε) Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, έγινε το 1986,στην Ημερίδα για τα Μουσεία Σύγχρονης Τέχνης της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο των εκδηλώσεων της Β΄Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών της Μεσογείου.
Ακολούθησαν οι περιπέτειες μιας ολόκληρης εικοσαετίας- τις ανέφερα σε προηγούμενα Σημειώματά μου-, για να δούμε επιτέλους την πραγματοποίηση μιας από τις μεγαλύτερες διεκδικήσεις και τώρα φυσικά μιας από τις μεγαλύτερες επιτυχίες της πόλης στον τομέα του Πολιτισμού.
Μπαίνω πάντως στον πειρασμό να σημειώσω, πως σ όλη αυτήν την αγωνία και την αναμονή των τελευταίων ημερών, από την εμπλοκή της τελευταίας κυριολεκτικά στιγμής, η πόλη έμεινε αδρανής, περιμένοντας αποκλειστικά από τους τρίτους, από την γραφειοκρατία, την Εθνική Τράπεζα, το Υπουργείο Οικονομικών, να λύσουν το πρόβλημα. Καμιά δήλωση, καμιά καταγγελία, κανένα ψήφισμα, καμιά ανησυχία από πουθενά. Πολύ φοβούμαι πως τίποτε δεν θα συνέβαινε, ακόμη και αν η ευκαιρία της αγοράς χανόταν οριστικά.

Χωρίς αμφιβολία η θετική αυτή εξέλιξη σφραγίζει το τέλος του χρόνου και δίνει ένα τόνο αισιοδοξίας.
Ας δούμε όμως στο σύνολό της την πολιτιστική πραγματικότητα του 2006 με βοηθό τα έξη τεύχη του Πολιτιστικού Οδηγού, που εκδίδει το υποκατάστημα Θεσσαλονίκης του ΟΠΕΠ ΑΕ, όπου καταγράφονται χωρίς καμιά αξιολόγηση βέβαια σχεδόν τα πάντα.
Μια καταγραφή σημαντική όχι μόνο για τον ερευνητή, ή τον ιστορικό του πολιτισμού, αλλά και για τους ίδιους του παράγοντες του πολιτισμού,που έχουν έτσι την δυνατότητα να δουν το δάσος της πολιτιστικής ζωής της πόλης και όχι μόνο το δέντρο της δικής τους δραστηριότητας, να συγκρίνουν να αξιολογήσουν και βγάλουν τα συμπεράσματά τους.

Μέσα λοιπόν από μια τέτοια καταγραφή και αναδρομή και ασφαλώς με το προσωπικό κριτήριο αξιολόγησης- ελπίζω αρκετά αντικειμενικό και νηφάλιο-μπορώ να καταλήξω στις εξής επισημάνεσεις:
Τα σημαντικότερα γεγονότα:
Η ολοκλκήρωση και επαναλειτουργία των μεγάλων Μουσείων της πόλης, του Αρχαιολογικού του Βυζαντινού και του Λαογραφικού, που δίνουν τον τόνο του πολιτιστικού επιπέδου μιας πόλης.
Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, που παρά τις επί μέρους αντιρρήσεις και δίκαιες κριτικές, παραμένει το κορυφαίο γεγονός, διεθνούς ενδιαφέροντος και προβολής της πόλης.
Το μαξιμαλιστικό και πολυέξοδο BPAM ( Balkan Performing Arts Market),που εφ όσον ολοκληρώσει με προσοχή τον στόχο του θα έχει ασφαλώς πολλά να προσφέρει στην ανάπτυξη της «πολιτιστικής αγοράς».
Η Biennale Σύγχρονης Τέχνης, που εξήγγειλε οριστικά το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Η νέες αντιλήψεις που κυριαρχούν στην οργάνωση και τις επιλογές του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης και του Τελλόγλειου
Η εξαγγελθείσα Βαλκανική θεατρική δραστηριότητα του ΚΘΒΕ, εφ όσον τελικά υλοποιηθεί.
Η κινητικότητα του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης
Η ανήσυχη και δημιουργική Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης.
Το «συμβολικό βήμα» της Όπερας Θεσσαλονίκης, να αποκτήσει δική του διοικητική και λειτουργική προσωπικότητα και κυρίως η συστράτευση όλων των δυνάμεων του μουσικού θεάτρου, γύρω από αυτήν.
Η Διεθνής Έκθεση Βιβλίου
Η συνεχιζόμενη λαμπρή παρουσία της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης,
μιας από τις σταθερές καλλιτεχνικές αξίες της πόλης.
Το Μέγαρο Μουσικής, με τις δραστηριότητες του και το πρόγραμμά του
«Μουσική στο φουαγιέ».
Το Κέντρο Διάδοσης Επιστημών και Μουσείο Τεχνολογίας στο κέντρο μιας απέραντης και εξελισσόμενης περιοχής ανάπτυξης των τεχνολογιών.
Το Μουσείο Αθλητισμού και η ευρύτητα των δράσεών του.

Απέφυγα να αναφερθώ στις δραστηριότητες των Δήμων και της Νομαρχίας.Εδώ έχω να κάνω μια μόνο παρατήρηση. Είναι επιτέλους καιρός να σχεδιαστεί μια στρατηγική για την πολιτιστική τους πολιτική.
Να διαχωρίσουν από τις πολυάριθμες εκδηλώσεις «λαϊκής κατανάλωσης», που υποκύπτουν συνήθως στην πελατειακή λογική, να ανεξαρτοποιήσουν και να δώσουν ιδιαίτερη προσωπικότητα σε εκδηλώσεις με παράδοση και διεθνή συμμετοχή, να τολμήσουν επιτέλους να «δοκιμάσουν» την πρακτική των «καλλιτεχνικών διευθυντών», που την αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι. Χωρίς την επώνυμη καλλιτεχνική προσωπικότητα , με άποψη, κύρος, εμπειρία και γνώση, δεν πρέπει να ελπίζεται η διακριτή παρουσία της τοπικής αυτοδιοίκησης στην πολιτιστική ζωή της πόλης.
Πρόκειται βέβαια για ένα μεγάλο ζήτημα και σ αυτό το Σημείωμα θίγονται αναγκαστικά μόνο τα αυτονόητα.
Συμπέρασμα;
Η πόλη φαίνεται πως έχει τις προϋποθέσεις να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στον τομέα του πολιτισμού.
Πίσω από τους φορείς, τα προγράμματα και τις εκδηλώσεις, μπορούμε να διακρίνουμε τους λαμπρούς και αφοσιομένους εργάτες του πολιτισμού. Η πόλη διαθέτει κοντά στην πλούσια και σύγχρονη πολιτιστική υποδομή της, τους αναγκαίους θεσμικούς φορείς και ένα εξαιρετικής ποιότητας και εμπειρίας στελεχιακό δυναμικό, ικανό να σχεδιάσει και να υλοποιήσει ιδέες και δράσεις υψηλού επιπέδου, που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από την αντίστοιχη δραστηριότητα των μεγάλων ευρωπαϊκών κέντρων.
Αυτό βέβαια προϋποθέτει την υπαρξη ευκαιριών, την εξασφάλιση των μέσων, την διαμόρφωση των αναγκαίων «συνθηκών περιβάλλοντος», του κλίματος δηλαδή που θα μπορεί να εμπνεύσει και να παρασύρει δημιουργούς και κοινό, όπως συνέβη συχνά στο παρελθόν

Σχόλια