"ΔΙΠΟΛΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ-ΣΟΦΙΑΣ" :Συνεργασία ανάπτυξης, ή ανταγωνισμός επιβίωσης;

Ο Νίκος Βατόπουλος στην στήλη του «Σκέψεις» της «Καθημερινής» της 4/1/07 και με τίτλο «Θεσσαλονίκη και Σόφια» επιχειρεί για πρώτη φορά τόσο συγκεκριμμένα μια προσέγγιση στο αναδυόμενο νέο «δίπολο» στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Θα έλεγα πως ουσιαστικά ψηλαφίζει ένα μεγάλο οικονομικό και στρατηγικό ζήτημα, αλλά και έτσι μου κάνει εντύπωση το γεγονός ότι η πρώτη αυτή δημόσια αναφορά, δεν εμφανίστηκε στην Θεσσαλονίκη, αλλά στην Αθήνα .
Είναι μήπως και αυτό μια έκφραση του τρόπου με τον οποίο συνήθως αυτή η πόλη απωθεί , αγνοεί, κάνει πως δεν αντιλαμβάνεται τα άμεσα , πραγματικά και ζωτικά προβλήματά της;

Θα διατυπώσω εν τούτοις κάποιες πρώτες σκέψεις και προβληματισμούς.

Η αποδοχή της διαμόρφωσης του Δίπολου Θεσσαλονίκη- Σόφια στην περιοχή αυτή,προϋποθέτει ασφαλώς την πολύ καλή γνώση και ανάλυση των ιστορικών δεδομένων των δύο τελευταίων αιώνων.
Είναι όμως τόσο ισχυρή η επιρροή που άσκησαν οι αλλαγές, οι πολιτικές και οι κοινωνικοοικονομικές ανατροπές των τελευταίων χρόνων και ιδίως η καταλυτική παράμετρος της εισόδου της Βουλγαρίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ώστε χωρίς την ανάλυσή τους να μην είναι ουσιαστικά δυνατή και αποτελεσματική οποιαδήποτε ερμηνεία του φαινομένου και πολύ περισσότερο της εξέλιξής του.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό είναι έργο κυρίως των οικονομικών αναλυτών, των ειδικών της ανάπτυξης των σχεδιαστών στρατηγικής.

Και το έργο αυτό είναι επείγον και συνδέεται με το μέλλον της πόλης.

Το ερώτημα είναι αν αυτό το «δίπολο» θα αρκεστεί στην συνεργασία για ανάπτυξη και ευημερία, ή θα υποκύψει στην υπάρχουσα ήδη πραγματικότητα του «ανταγωνισμού» των πόλεων, όταν αυτές διεκδικούν ρόλο πολιτικής οικονομικής και στρατηγικής επιβίωσης και κυριαρχίας.

Για να υποστηρίξει την άποψή του περί «μιας εξαιρετικής αφετηρίας για μία ελληνοβουλγαρική φιλία στο ιστορικό πολιτισμικό και οικονομικό περιβάλλον των Νοτίων Βαλκανίων» ο Νίκος Βατόπουλος γράφει:
« Για την Θεσσαλονίκη, η Σόφια είναι ένα μητροπολιτικό προάστιο σε μία ευρύτερη ενδοχώρα και για την Σόφια,η Θεσσαλονίκη είναι η φυσική διέξοδος στο Αιγαίο, τους θαλάσσιους δρόμους και τον Νότο.Είναι μια ενδιαφέρουσα στροφή της ιστορίας με αυτήν την ανάδυση ενός νέου αστικού και οικονομικού δίπολου, που δεν εμφανίζεται πλέον στην άκρη της Ευρώπης , αλλά μεσα στους κόλπους της. Για την Θεσσαλονίκη του τώρα η προοπτική αυτή μόνο θετική πρόκληση μπορεί να είναι.Πλούσιοι Βούλγαροι μπορούν να έχουν τα εξοχικά τους στη Χαλκιδική και τη Θάσο, και όχι απαραίτητα πλούσιοι Θεσσαλονικείς, μπορούν να πηγαινοέρχονται στη Φιππούπολη για τα Σαββατοκύριακα».


Μπορεί κανείς να πιστέψει πως η πορεία του «δίπολου» θα είναι αυτή η τόσο ρωμαντική ιστορία των ταξιδιών και του τουρισμού;
Θυμούμαι την έκπληξη που νοιώσαμε η αντιπροσωπεία του Δημοτικού Συμβουλίου της Θεσσαλονίκης, όταν επισκεφτήκαμε το Πλόντβιβ- την Φιλιππούπολη δηλαδή-, αμέσως μετά την κατάρρευση του καθεστώτος Ζίφκωφ, και τις πρώτες μεγάλες δυσκολίες που αντιμετώπισε ο γειτονικός λαός, μεταφέροντας ποικίλη βοήθεια στην αδελφοποιημένη με την Θεσσαλονίκη πόλη,ακούγοντας από τα χείλη των νέων πολιτικών στελεχών, που κατέλαβαν την εξουσία, τις σκληρές αλυτρωτικές απόψεις τους για την Μακεδονία και την Θράκη και το όνειρο διεξόδου προς το Αιγαίο.

Ασφαλώς δεν υπάρχουν τώρα οποιαδήποτε περιθώρια να ανοίξουν αυτές οι πληγές και οι εντάσεις. Δεν υπάρχουν ούτε οι ιστορικές συνθήκες, ούτε οι πολιτικές προϋποθέσεις. Αλλά θα είναι ιστπορική αφέλεια και ασυγχώρητος ρωμαντισμός, να θεωρήσουμε πως ο «διπολισμός» δεν θα περιέχει ανταγωνισμό, αυτήν την λογική και αυτονόητη συνέπεια του κοινωνικού και οικονομικού συστήματος που τώρα κυριαρχεί στην Ευρώπη.

Οι δύο πόλεις θα επιδιώξουν να κυριαρχήσουν οικονομικά,πολιτιστικά, επικοινωνιακά στην ευρύτερη περιοχή, ως ζωτική ανάγκη επιβίωσης στην εποχή του ελεύθερου ανταγωνισμού, της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίων, της αναζήτησης νέων αγορών , ευκαιριών και επενδύσεων.

Γι αυτό και θεωρώ απολύτως επείγουσα την προτεραιότητα να διαμορφώσει η Θεσσαλονίκη ένα συγκροτημένο στρατηγικό σχέδιο επεξεργασμένων πολιτικών στους κρίσιμους τομείς της οικονομικής ανάπτυξης, της εκπαίδευσης, των επικοινωνιών, του τουρισμού, του πολιτισμού, εκεί δηλαδή που θα κριθεί το μέλλον.

Αυτό δεν αποκλείει ασφαλώς την συνεργασία, τα κοινά προγράμματα,τις ανταλλαγές και ένα καταμερισμό τομέων κοινής δράσης. Το αντίθετο.

Σχόλια