Η δημόσια...συζήτηση για το Βιβλίο της Ιστορίας της Στ΄Δημοτικού




Ξεκαθαρίζω την θέση μου. Δεν το διάβασα. Και έχω μια αρχή, αποτέλεσμα πικρής εμπειρίας μου σε πολλά και διάφορα. Εφ όσον δεν έχω πλήρη καθαρή προσωπική γνώση των πραγμάτων να είμαι επιφυλακτικός.
Παρακολούθησα όμως την «συζήτηση» γύρω από το μεγάλο αυτό ζήτημα. Ελπίζοντας να καταφέρω να έχω μια γενική εικόνα , να αντιληφθώ τα σημεία που προκάλεσαν τον θόρυβο, να ακούσω τις απόψεις των συγγραφέων, των ιστορικών, των δασκάλων.
Συμπέρασμα; άλλη μια απογοήτευση, συνοδευόμενη από οργή, για την αδυναμία αυτής της χώρας να διαχειριστεί με νηφαλιότητα ένα καίριο ζήτημα.

Πρώτα πρώτα. Είναι μια πραγματική τραγωδία για την χώρα αυτήν, ότι η ενημέρωση της σε ζητήματα σοβαρά που αφορούν στην ζωή της γίνεται σχεδόν αποκλειστικά από την τηλεόραση, από αυτήν την συγκεκριμένη τηλεόραση και την άθλια ελληνική πατέντα των παραθύρων.

Όπου έχουν καταλάβει κατ αρχήν μόνιμη θέση γνωστοί σχολιαστές, κραυγαλέοι, φιλοπόλεμοι, ανταγωνιστικοί μεταξύ τους.
Προσκεκλημένοι, οι γνωστοί τύποι της πολιτικής, των πανεπιστημίων, της εκκλησίας, ο καθένας με την ιδιαιτερότητά του,, τα «προσόντα» του, την ικανότητά του να δημιουργεί εντάσεις, ή χαβαλέ, ή ερωτηματικά από την ανευθυνότητα των απόψεων του.

Τα μπαχαρικά της «συνταγής» η «αποκλειστική πληροφορία» , η αποκάλυψη «που θα συζητηθεί», η καταγγελία «που θα προκαλέσει σεισμό»

Και μετά αρχίζει το «ματς» . Κανείς δεν καταφέρνει να ολοκληρώσει μια φράση. Κανείς δεν τολμά να αντισταθεί στην «γραμμή» του καναλιού. Αλίμονο του αν το επιχειρήσει. Δεν έχει την παραμικρή τύχη αν αναφερθεί έστω και έμμεσα σε «ευθύνες» των Μέσων ενημέρωσης. Χάθηκε.

Όποιος φωνάζει περισσότερο, ακούγεται , αλλά αποσπασματικά. Δύο και τρεις και καμιά φορά και όλοι μαζί μιλούν, προσπαθώντας απελπισμένα να διατυπώσουν την άποψη την οποία θεωρούν σωτήρια, μοναδική .

Προσβλητικοί, απαξιωτικοί, καταγγελτικοί, είτε υπέρ, είτε κατά της «Ιστορίας», οι συνομιλητές, μετατρέπουν την συζήτηση σε προσωπικά μαλλιοτραβήγματα.
Όπως συμβαίνει πάντοτε στις ανάλογες περιπτώσεις, και πολύ περισσότερο εδώ, πίσω από τα όποια επιχειρήματα, τις θέσεις που υποστηρίζονται, ή τις καταγγελίες, μπορεί κανείς να διαβάσει ιδεολογίες και ιδεοληψίες, όλου του πολιτικού και κοινωνικού φάσματος, μια σαλάτα εκσυγχρονισμού, εθνικισμού, κοσμοπολιτισμού, πατριωτισμού, νεοδιαφωτισμού-αν υπάρχει αυτός ο όρος-και φυσικά παρόν και η τρισκατάρατη παγκοσμιοποίηση.

Εν τούτοις το βιβλίο της «Ιστορίας» και οι συζητήσεις, που ακολούθησαν, έθεσαν μερικά όντως πολύ σοβαρά ζητήματα για την ελληνική κοινωνία.
Έμμεσα βέβαια, αλλά οπωσδήποτε εξαιρετικά κρίσιμα, για την πορεία της ως κοινωνίας, ως χώρας, ως πολιτών.

Το ερώτημα και η αγωνία είναι τώρα αν θα καταστεί δυνατή μια νηφάλια και στοιχειοθετημένη συζήτησή τους. Ή θα εξαφανιστούν, χωρίς να αντιμετωπιστούν, κάτω από μια νέα επικαιρότητα, μια νέα αντιπαράθεση, ή σύγκρουση.

Σχόλια