Ο ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ ενός "θεσμού" εξωστρέφειας...

Νομίζω πως τώρα πια, ύστερα από ένα πλήθος δημοσιευμάτων, ρεπορτάζ και αξιολογήσεων και κυρίως μετά τον επίσημο απολογισμό της τελετής και των άλλων εκδηλώσεων απονομής του Ευρωπαϊκού Βραβείου Θεάτρου, μπορούμε με βεβαιότητα να εκτιμήσουμε το γεγονός.
Τα δεδομένα της εκδήλωσης είναι ήδη φαντάζομαι γνωστά στις βασικές τους διαστάσεις.

Το Βραβείο, μια ιδέα των Ιταλών της Ταορμίνα, που μετά από μια δεκαετία «αυτοδιαχείρισής» του, μεταφέρθηκε στην Θεσσαλονίκη με πρωτοβουλία βέβαια του Γ.Γ. του ΥΠΠΟ Χρήστου Ζαχόπουλου,κινητοποίησε στην Θεσσαλονίκη τουλάχιστον ένα μεγάλο, πρωτοφανή θα έλεγα αριθμό ανθρώπων του θεάτρου, ατύχησε με τα όσα συνέβησαν με την απουσία του Βραβευμένου Γερμανού σκηνοθέτη Πέτερ Ζάντεκ και τα σκληρά λόγια που αντάλλαξαν διοργανωτές και σκηνοθέτης, εμφάνισε μια Θεσσαλονίκη «αδιάφορη» τουλάχιστον στο επίπεδο των εκπροσώπων της, και γενικά έδωσε την εντύπωση της οργάνωσης και μεταφοράς ενός «πακέτου», που ανοίχτηκε στην Θεσσαλονίκη, ενώπιον των φιλοξενουμένων επίσης και εκεί έληξε το γεγονός.

Για να κριθεί λοιπόν στο σύνολό του το γεγονός, πρέπει να συνεκτιμηθούν οι στόχοι που τέθηκαν από το ΥΠΠΟ:
Η Θεσσαλονίκη αποκτά ένα νέο διεθνή θεσμό.
Το Ευρωπαϊκό Βραβείο Θεάτρου υπηρετεί την πλέον επείγουσα ανάγκη της πολιτιστικής ζωής της πόλης. Την εξωστρέφεια.

Με βάση λοιπόν αυτούς τους στόχους και τα όσα όντως εξελίχθηκαν τις ημέρες αυτές στο ΚΘΒΕ μπορούμε να αναρωτηθούμε:

Μιλάμε για ένα «θεσμό», όταν πρόκειται στην καλύτερη περίπτωση για ένα πρόσκαιρο γεγονός, αφού στην καλύτερη περίπτωση θα επαναληφθεί και το 2008 και μετά τέλος. Η σημαντικότερη διάσταση ενός θεσμού είναι η διάρκεια, η αντοχή μέσα στον χρόνο, η αποδοχή, του, η ενεργός συμμετοχή και το ενδιαφέρον του κοινού. Λοιπόν;

Μιλάμε ακόμη για εξωστρέφεια, την στιγμή που τα στοιχεία της εκδήλωσης αυτής, όχι μόνο δεν υπηρετούν αυτήν την διάσταση, αλλά αντίθετα προκάλεσαν την οργή του κοινού, που ουσιαστικά αποκλείστηκε από τις εκδηλώσεις τις συζητήσεις και τις παραστάσεις.
Και το χειρότερο, η ελληνική θεατρική παραγωγή απουσίασε, έχασε την ευκαιρία- πραγματικά μοναδική- να παρουσιάσει τα επιτεύγματά της σε ένα κοινό 500 περίπου ανθρώπων του θεάτρου σκηνοθετών, διευθυντών, κριτικών θεάτρου, θεατρικών συγγραφέων από 19 χώρες.
Και δεν ήταν μόνο αυτό. Αποκλείστηκαν οι Έλληνες και από τα πάνελ των συζητήσεων και των συναντήσεων με τους βραβευθέντες δημιουργούς.

Μιλάμε ακόμη για ένα ευρωπαϊκό θεσμό, όταν είναι γνωστό ότι τον διαχειρίζεται μια ιδιωτική ιταλική εταιρία η οποία τον περιφέρει προς «υιοθεσία» με υψηλότατη αμοιβή, σε κάποια χώρα και η Ελλάδα υπήρξε- δυστυχώς- η πρώτη που ανταποκρίθηκε σ αυτό. ΟΙ ευφυείς Ιταλοί κράτησαν τα πάντα υπό τον έλεγχό τους, ακόμη και την τοπική διοργάνωση, το γραφείο τύπου, τον σχεδιασμό των εντύπων. Φαντάζομαι όλα αυτά κοστολογήθηκαν ανάλογα.

Τί εισέπραξαν από όλα αυτά η Θεσσαλονίκη, η χώρα, οι άνθρωποι του θεάτρου;

Και για να μην υπάρξει καμιά αμφιβολία για όλα αυτά, είναι χρήσιμο να αναφέρω την ειλικρινή και αποκαλυπτική δήλωση του Καλ. Διευθυντή του οργανωτή ΚΘΒΕ, Νικήτα Τσακίρογλου- κάτω από το επιτιμητικό βλέμμα του Γ.Γ.- ότι:
«Εμείς είμαστε εκτελεστές του γεγονότος».

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά του ζητήματος σε μια απίστευτη αντίφαση που χαρακτηρίζει την πολιτική του ΥΠΠΟ, τουλάχιστον όσον αφορά στους περίφημους θεσμούς.

Εγκαινιάζει ένα πρόσκαιρο (2007-8) «θεσμό», δαπάνης 1.600.000 ευρώ, με τα θετικά και αρνητικά του και την ίδια στιγμή οδηγεί στο αδιέξοδο και την ουσιαστική διακοπή, έναν άλλο τοπικό θεσμό, που διαρκεί εδώ και 13 χρόνια, αυτόν της Θεατρικής Άνοιξης, που οργανώνει η Πειραματική Σκηνή της Τέχνης, με την έμπνευση , την φροντίδα και την επιμέλεια του Νικ. Παπανδρέου.
Για τον θεσμό αυτόν το ΥΠΠΟ δεν βρήκε τα 30.000 ευρώ, ενώ εύκολα και χωρίς πολλή σκέψη και πίεση, βρήκε τις 800.000 ευρώ, που κόστισε η οργάνωση του Ευρωπαϊκού Βραβείου.

Θυμούμαι τον ενθουσιασμό με τον οποίο ο Νικ. Παπανδρέου παρουσίασε στην «Πολιτιστική Πρωτεύουσα» το 1994, την ιδέα να καθιερωθεί στο πλαίσιο της προετοιμασίας της Θεσσαλονίκης για το 1997, η «Θεατρική Άνοιξη» και βέβαια, την σοβαρότητα και την συνέπεια με την οποία διαχειρίστηκε την αποδοχή της πρότασης του από το Διοικ. Συμβούλιο της «Πολιτιστικής».
Και μετά το 1998, τον αγώνα του να κατοχυρώσει την ετήσια διεθνή θεατρική συνάντηση της πόλης, καταφέρνοντας να πεέισει το ΥΠΠΟ να υπογραφεί για τον λόγο αυτό, μια ειδική Προγραμματική Σύμβαση, αυτήν που τώρα το υπουργείο αρνείται να ανανεώσει.

Εκατόν θίασοι από 18 χώρες , ανάμεσά τους και η Ελλάδα φυσικά, παρουσίασαν την δουλειά τους στους 40.000 και πλέον Θεσσαλονικείς που παρακολούθησαν αυτά τα 13 χρόνια τις εκδηλώσεις της Θεατρικής Άνοιξης.

Πρόκειται ή όχι για έναν καταξιωμένο πολιτιστικό θεσμό;

Δικαιούμαι συνεπώς να αναρωτηθώ, τι είδους «θεσμική» πολίτική είναι αυτή, που πρόσφατα εξήγγειλε στην Θεσσαλονίκη και για την Θεσσαλονίκη, ο υπουργός Πολιτισμού.

Σχόλια

  1. Εχετε απόλυτο δίκιο σε όσα λέτε. Το παράλογο επίσης αντίτιμο του εισιτηρίου κράτησε πολύ κόσμο μακριά από τις αίθουσες.Θα προσθέσω επίσης οτι ο ΓΓ του ΥΠΠΟ βάφτισε "θεσμό" και τον πανευρωπαικό μουσικό διαγωνισμό του ΚΩΘ που εγινε για πρώτη φορά τον περασμένο Μαρτιο.Χαίρομαι ιδιαίτερα που χρησιμοποιήσατε το παράδειγμα της Πειραματικής και της Θεατρικής Άνοιξης.Είναι γνωστή και σεβαστή η προσφορά αυτών των ανθρώπων στην τέχνη τους και στην πόλη μας.Να προχωρήσω όμως και λίγο το συλλογισμό σας.Ξέρετε με τι προυπολογισμούς φυτοζωούν τα ΔΗΠΕΘΕ.Αθροίζοντας τα χρήματα που στοιχίζουν συνολικά οι "μικροί" (ΔΗΠΕΘΕ,επιχορηγήσεις μικρών ιδιωτικών θιάσων) καταλήγουμε σε ποσά που είναι κλάσματα εκείνων που διατίθενται για τους γιγαντωμένους φορείς και τα πάσης φύσεως Φεστιβάλ.Και επειδή κάποτε πρέπει να μιλήσουμε και με όρους αποτελεσματικότητας,μήπως το όφελος από τη λειτουργία των μικρών σχημάτων (με όρους διάδοσης της τέχνης αλλά και οικονομικής αξιοποίησης των πόρων)είναι σαφώς μεγαλύτερο απότι στην περίπτωση των Φεστιβάλ και των τεράστιων δομών?Ο μεταπρατικός πολιτισμός των Φεστιβάλ και των επετείων κοστίζει δυσανάλογα με τα προσδοκώμενα οφέλη.Στην περίπτωση του Ευρωπαικού βραβείου θεάτρου είχαμε ξεκάθαρα μια άδικη πολιτική όπου με τα χρήματα των πολλών έγιναν κινήσεις που τελικά απευθύνονται σε λίγους.Είναι ανάγκη να χαραχθεί καινούρια στρατηγική για τον πολιτισμό.Καταρχήν να μιλήσουμε για αποκέντρωση και για τον πολιτισμό στην καθημερινότητά μας και όχι τον πολιτισμό των Φεστιβάλ.Για να γίνει επίσης το πολιτιστικό μας προιόν παρουσιάσιμο και εξαγώγιμο πρέπει πρωτίστως να αναπτυχθεί και αυτό σημαίνει επένδυση σε ανθρώπινο κεφάλαιο στο χώρο της τέχνης.Την καλημέρα μου,

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Για τα ΔΗΠΕΘΕ, έχω ένα προβληματισμό.Όπως και για το Πολιτιστικό Δικτυο Πόλεων, την ιδέα εκείνη του Θάνου Μικρούτσικου. Ο θεσμός επιβλήθηκε "από τα πάνω" από την Μελίνα, με πολλές βέβαια ελπίδες, ότι θα συνεγείρει την τοπική αυτοδιοίκηση και την τοπική κοινωνία γύρω από ένα "τοπικό" θεατρικό σχήμα και θα διαμορφώσει ένα καλλιτεχνικό και πολιτιστικό πυρήνα.
    Τι συνέβη όμως;
    Στις περισσότερες πόλεις, οι Δήμοι θεωρούν υπερβολικό βάρος την οικονομική συμβολή τους, αφού δεν "αποδίδει" αναλογικά σε κινητοποίηση κόσμου, σε μαζική παρουσία και τελικά σε ψήφους.
    Και έτσι φυτοζωούν, αναζητώντας το κοινό τους στα ΚΑΠΗ, και στους συλλόγους. Έχω ζήσει από πολύ κοντά την ψυχοφθόρα ζωή των στελεχών από αρκετά ΔΗΠΕΘΕ.
    Και εδώ προκύπτει ένα κλασσικό ζήτημα. Γιατί αφήνονται στην μοίρα τους κάποια πράγματα, όταν η ζωή δείχνει ότι σκοντάφτουν, ότι πρέπει να ξανασκεφτούν τους αρχικούς σχεδιασμούς, πρέπει να πάρουν υπ όψιν τους την δύσκολη διαδρομή, και να σχεδιάσουν κάτι καλύτερο;
    Αλλά η ιστορία των ΔΗΠΕΘΕ, είναι μεγάλη και η συζήτηση ακόμη μεγαλύτερη και απαιτεί πολύ καλή γνώση του τι ακριβώς συμβαίνει στα σχήματα αυτά, στις πόλεις που λειτουργούν, στην συμπεριφορά της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
    Φυσικά δεν χρειάζεται να τονίσω πως αν η πολιτεία πίστευε στον θεσμό με την θέρμη της Μελίνας,τα πράγματα θα είχαν διαφορετική εξέλιξη.
    Σχετικά με το σχόλιό σου όμως θα σταθώ στην υπόθεση των "μικρών σχημάτων", που περιλαμβάνουν βέβαια και την ερασιτεχνική δημιουργία, και την πολιτιστική δραστηριότητα των κοινωνικών ομάδων του περιθωρίου, και την μαθητική πολιτιστική δραστηριότητα.
    Αυτά δηλαδή που απαρτίζουν την βάση της πυραμίδας, η έκταση της οποίας θα προσδιορίζει και την ποιότητα και την ποσότητα του παραγόμενου καλλιτεχνικού έργου.

    Μετείχα στο παρελθόν σε τέτοια σχήματα, είτε θεατρικά, είτε οικολογικά, είτε συλλλόγων της γειτονιάς,τότε που ήταν ακόμη συνεκτική και ανθρώπινη η "κοινωνία των πολιτών" και δεν είχε αλλοτριωθείαπό τον ανηλεή βομβαρδισμό της αισθητικής της τηλεόρασης, δεν είχε απογοητευτεί από την πολιτική και η ανάμειξη στα κοινά, ήταν ζωτικό μέρος της καθημερινότητάς μας.
    Εκεί γνώρισα τον υπέροχο κόσμο των "μικρών σχημάτων"που σε πείσμα της εποχής συνεχίζει και τώρα να παλεύει κάτω από απείρως χειρότερες συνθήκες.
    Δυστυχώς η πολιτική δύσκολα θα αποδεχθεί το αυτονόητο για την ανάγκη μιας διαφορετικής κατανομής των πόρων που διαθέτει για τον πολιτισμό.
    Και αυτό γιατί πιστεύει- λανθασμένα- στα μαζικά γεγονότα.Στα φεστιβάλ,τις τελετές,τις πρεμιέρες,τις απονομές, στην θεοποιημένη επικοινωνία.
    Η πελατειακή λογική δεν είναι απλή υπόθεση, η εξάρτηση του πολιτικού από την ψήφο των πολιτών θα συνεχίζει να καθορίζει αποφαστικά την πολιτική.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου