ΕΠΑΝΕΡΧΕΤΑΙ ΤΟ ΙΔΙΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ Η μικρή συμμετοχή κοινού, στις μεγάλες διεθνείς εικαστικές διοργανώσεις




Το επισημαίνει στο σημερινό σχόλιό του στην «Μακεδονία» ο Κώστας Mαρίνος με τίτλο «Όχι μόνο η βροχή» και ειδική επισήμανση « Λίγος ο κόσμος στα εγκαίνια της πρώτης έκθεσης της Μπιενάλε. Οφείλεται μόνο στην κακοκαιρία;»

Για άλλη μια φορά η Θεσσαλονίκη δείχνει να αδιαφορεί απέναντι στις μεγάλες διεθνούς χαρακτήρα καλλιτεχνικές διοργανώσεις, και μάλιστα όταν αυτές ανοίγουν την αυλαία για την καθιέρωση ενός μόνιμου θεσμού , όπως αυτός της Μπιενάλε, που προετοιμάζεται εδώ και πέντε χρόνια από το Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, έχει την πλήρη (κυρίως οικονομική ) υποστήριξη του ΥΠΠΟ και καλύπτει ομολογουμένως ένα αδικαιολόγητο κενό στην πολιτιστική ζωή της πόλης.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αιτίες μπορούν να αναζητηθούν στον άσχημο καιρό, στην έλλειψη ενημέρωσης (κυρίως γιατί αυτή περιορίζεται σε κλασσικές πολυδάπανες μεθόδους και όχι σε έξυπνες και αποτελεσματικές νέες ιδέες), αλλά ας μην έχουμε αυταπάτες.

Το ενδιαφερόμενο για την «πολιτιστική δραστηριότητα» κοινό της Θεσσαλονίκης, είναι μικρό, περιορίζεται σε (σχεδόν) κλειστούς κύκλους επί μέρους ενδιαφερόντων, αν εξαιρέσουμε το Φεστιβάλ Κινηματογράφου, που έτσι κι αλλιώς απευθύνεται σε ένα πολύ μεγάλο και δεδομένο κοινό.

Το έχω επισημάνει και άλλοτε.

Πρόκειται για το κρισιμότερο από τα προβλήματα της πολιτιστικής ζωής της Θεσσαλονίκης, για πολλούς και νομίζω γνωστούς και αυτονόητους λόγους.

Και η ευαισθητοποίηση του μεγάλου κοινού, η αύξηση του ενδιαφέροντος του να παρακολουθεί και να μετέχει, πρέπει να αποτελέσουν για την Θεσσαλονίκη τους πολιτιστικούς αλλά και γενικά τους αντιπροσωπευτικούς φορείς και οργανισμούς της, πρωταρχικό μέλημα.

Αυτό το «μεγάλο κοινό» θα στηρίξει ψυχολογικά και ουσιαστικά την πολιτιστική και καλλιτεχνική ζωή, αυτό το μεγάλο κοινό θα υπερασπιστεί τα κεκτημένα της, αυτό το μεγάλο κοινό θα απαιτήσει και θα επιβάλει την ανάπτυξη, τον εμπλουτισμό, την στήριξη των δημιουργών, των φορέων και των πολιτιστικών θεσμών.

Γιατί εκτός των άλλων, αυτό το «μεγάλο κοινό» ενδιαφέρει –δυστυχώς- την πολιτική και τους πολιτικούς και γενικά εκείνους που αποφασίζουν, που διαχειρίζονται που διαμορφώνουν την πολιτική για τον πολιτισμό.

Στην πρόσφατη Ημερίδα για την Ημέρα των Μουσείων, στην οποία παρευρέθηκαν το σύνολο των εκπροσώπων των Μουσείων της Θεσσαλονίκης και άλλες προσωπικότητες της Μουσειολογικής εκπαίδευσης κλπ, τέθηκε με ένα επίμονο τρόπο το πρόβλημα της μικρής επισκεψιμότητας των λαμπρών , παρ όλα αυτά, Μουσείων της Θεσσαλονίκης.
Τέθηκε δηλαδή μια άλλη πτυχή του ιδίου προβλήματος.
Και επειδή εκεί έγιναν επανειλημμένες αναφορές στην ανάγκη μιας κάποιας μονιμότερης συνεργασίας μεταξύ των Μουσείων για την ανταλλαγή απόψεων και συντονισμό των ενεργειών τους, νομίζω πως εκεί ίσως, στην πρωτοβουλία αυτή, μπορεί να βρεθεί μια ευκαιρία και μια δυνατότητα, να τεθούν τα σχετικά ζητήματα, να συζητηθούν και να προταθούν λύσεις.
Θα ήταν δε ακόμη πιο χρήσιμο αν το Πανεπιστήμιο ανελάμβανε να πραγματοποιήσει μια έρευνα , να συντάξει μια μελέτη και μια σχετική πρόταση, μέσα από τις αρμόδιες σχολές του και τους ειδικούς επιστήμονές του.

Αυτά να αποτελέσουν το κύριο αντικείμενο της επόμενης συνάντησης, για την οποία έχουν αναληφθεί ήδη, σχετικές δεσμεύσεις.

Υ.Γ.
Να υπενθυμίσω εδώ, πως αμέσως μετά το 1997, συντάχθηκε μια σχετική μελέτη από εταιρία στην οποία ανατέθηκε η διερεύνηση των επιπτώσεων από την ανάληψη της διοργάνωσης του κορυφαίου πολιτιστικού θεσμού των Πολιτιστικών Πρωτευουσών από την Θεσσαλονίκη. Ασφαλώς τα στοιχεία εκείνα θα έχουν την σημασία τους κυρίως για το πως εξελίχθηκαν τα πράγματα μέσα στην επόμενη δεκαετία.

Σχόλια