ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑΣ: Και επίσημα πλέον στο τραπέζι των συζητήσεων

Παρακολουθώ τα αποτελέσματα έρευνας των τάσεων της κοινής γνώμης κυρίως σε δύο πτυχές τους , αυτήν της πεντακομματικής βουλής και της άλλης σχετικά με την αυτοδυναμία ή όχι του πρώτου κόμματος.

Κυρίως όμως παρακολουθώ τις συζητήσεις, που σήμερα απέκτησαν μεγαλύτερη ένταση, γύρω από το ενδεχόμενο διαμόρφωσης των προϋποθέσεων για την συγκρότηση κυβέρνησης συνεργασίας.

Ποτέ στο παρελθόν σε προεκλογική περίοδο δεν είχε τεθεί κάτι παρόμοιο. Τα δύο κόμματα κρατούσαν ισχυρές θέσεις αποδοχής τους στην κοινή γνώμη, το σύστημα λειτουργούσε χωρίς αυτούς τους προβληματισμούς και σταδιακά εγκαταστάθηκε στην συνείδηση των πολιτών η βεβαιότητα σχεδόν, ότι η κυβέρνηση συνεργασίας, είναι η πύλη της κολάσεως, ότι τα χίλια μύρια θα ακολουθήσουν, ότι τα πλειοψηφούντα κόμματα θα εκβιάζονται από μια μικρή ομάδα, που θα αποκτήσει δυσανάλογη με την δύναμή της επιρροή, ότι θα υπάρξουν συναλλαγές και εκβιασμοί και ό,τι άλλο χειρότερο μπορεί να φανταστεί κανείς.

Και έτσι πορευτήκαμε με τις μονοκομματικές κυβερνήσεις άλλοτε του Πασόκ, άλλοτε της Ν.Δ.

Και τι έγινε στην διάρκεια των δεκαετιών αυτών;

Το πρωθυπουργικό έτσι κι αλλιώς σύστημα, που ισχύει στην χώρα, διάβρωσε την αναγκαία εσωτερική δημοκρατία στα κόμματα και τις κυβερνήσεις. Τα συλλογικά όργανα είτε στα κόμματα είτε στις κυβερνήσεις, ουσιαστικά έγιναν φαντάσματα , ομάδες χειροκροτητών, «επικοινωνιακό» περιβάλλον, για ανακοινώνει ο πρωθυπουργός τις «σοβαρές» του αποφάσεις.

Κυριολεκτικά ανύπαρκτο ήταν το Υπουργικό Συμβούλιο της τελευταίας κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας. Συνήλθε ελάχιστες φορές, για να δώσει την ευκαιρία να προσκληθούν οι κάμερες να καταγράψουν κάποιες αποφάσεις του πρωθυπουργού.

Η συχνή πυκνή διοχέτευση πληροφοριών από το Μέγαρο Μαξίμου, με αφορμή σημαντικά γεγονότα και προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας, ότι «ο πρωθυπουργός είναι θυμωμένος», ή ότι «ο πρωθυπουργός είναι ανήσυχος», ή «εξοργισμένος», δεν ήταν παρά η επιβεβαίωση της εξαχρείωσης στοιχειωδών κανόνων της δημοκρατίας και της θεσμικής λειτουργίας μιας κυβέρνησης.

Οι εταιρίες σφυγμομετρήσεων έθεταν ως σημαντική παράμετρο καταγραφής των τάσεων της κοινής γνώμης, το γελοίο ερώτημα του «καταλληλότερου πρωθυπουργού» συγκρίνοντας έναν πρωθυπουργό με έναν αρχηγό κόμματος, καλλιεργώντας στην συνείδηση του κόσμου ότι τα πρόσωπα των αρχηγών καθορίζουν τα πάντα.

Ποιος επωφελείται από την κυριαρχία αυτής της πρακτικής;
Μα ασφαλώς τα κέντρα που επιδιώκουν να ασκήσουν πιέσεις για την προώθηση των οικονομικών, ή στρατηγικών τους συμφερόντων. Έχουν απέναντί τους ένα και μοναδικό πρόσωπο για να «διαπραγματευτούν», να πιέσουν, και γιατί όχι να εκβιάσουν.

Και μόνη η αναφορά στον όρο «κυβέρνηση συνεργασίας» είναι απαγορευμένη στα κόμματα εξουσίας. Λογικό, αφού χαλαρώνει τα δεσμά που συνδέουν τον ψηφοφόρο με το κόμμα, διαμορφώνουν συνθήκες και προϋποθέσεις μιας πιο άνετης κίνησης προς όμορα, ιδεολογικά κυρίως, κόμματα.

Και τώρα, για πρώτη φορά, χάρις στον Κώστα Σκανδαλίδη και τις «επί το αναλογικότερο» αλλαγές που επέφερε στον ισχύοντα εκλογικό νόμο, κυρίως όμως , κατά την γνώμη μου, από το αδιέξοδο στο οποίο βρίσκονται για διαφορετικούς λόγους οι ψηφοφόροι των δύο κομμάτων, τέθηκε στο τραπέζι των συζητήσεων, και θα κυριαρχήσει στις επόμενες ημέρες, το ενδεχόμενο να προκύψουν από τις εκλογές αυτές,συνθήκες, που θα οδηγήσουν σε κυβέρνηση συνεργασίας.

Φυσικά και το σύνολο των πολιτικών , που θα κληθούν να απαντήσουν σε σχετικές ερωτήσεις, θα αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο, ως «απειλή» και ως πλήγμα, ακριβώς γιατί η παραδοχή και μόνο θα σημάνει την αποδοχή ζητημάτων, που θέτουν σε αμφιβολία την πορεία των κομμάτων τους στις εκλογές αυτές.

Επειδή έχω απαυδήσει να παρακολουθώ αυτήν την λογική της ιδιοκτησίας, την έπαρση και την αλαζονεία κατά την διαχείριση των υποθέσεων της χώρας και του λαού, την περιφρόνηση προς τις ευαισθησίες της κοινής γνώμης, την όλο και μεγαλύτερη περιθωριοποίηση των μικρών κοινωνικών ομάδων, που δεν έχουν εκ των πραγμάτων «βαρύτητα» ψήφου, την άρνηση ουσιαστικής συζήτησης, και φυσικά την αδιαφορία στην εξασφάλιση μιας ευρύτερης συναίνεσης σε κρίσιμα για την χώρα και τον λαό ζητήματα, καταλήγω πως ένα εκλογικό αποτέλεσμα, που θα υποχρεώσει τα κόμματα σε συνεργασίες, θα είναι το πρώτο και καίριο χτύπημα στην κυριαρχούσα αυτήν λογική.

Ακόμη και αν αποτύχει το πείραμα, θα έχουν τεθεί κρίσιμα και αναπόφευκτα ερωτηματικά στο εσωτερικό των κομμάτων, που πιθανόν να τα οδηγήσουν σε αλλαγή κατεύθυνσης , στην διαμόρφωση μιας διαφορετικής δημοκρατικής κουλτούρας, στον δρόμο αυτού που ονομάζουμε εκσυγχρονισμό των κομμάτων, ανασυγκρότηση, ανανέωση, αλλαγή, προσαρμογή στα δεδομένα της εποχής.

Σχόλια