ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ. Ένα τηλεοπτικό show, που παριστάνει το καλλιτεχνικό γεγονός...




«Τρίτη και …φαρμακερή», με τον τίτλο αυτόν διάβασα πρόσφατα ένα σχόλιο για το 3ο Φεστιβάλ Ελληνικού Τραγουδιού της Θεσσαλονίκης, σε ένθετο εβδομαδιαίας εφημερίδας.

Σχόλιο όντως δηλητηριώδες, αλλά δυστυχώς και αληθινό…
Τους ίδιους προβληματισμούς διατύπωσαν στην συνέχεια και στον ημερήσιο τύπο της Θεσσαλονίκης, δημοσιογραφίσκοι του πολιτιστικού ρεπορτάζ, με πολύ καλή γνώση της καλλιτεχνικής και πολιτιστικής ζωής της πόλης.

Είναι άλλωστε πολύ εύγλωττος και ένας σχετικός τίτλος : «Φεστιβάλ Τραγουδιού. Ζητούμενο η συμμετοχή του κοινού», με ερωτηματικά, γύρω από την αδιαφορία, που επιδεικνύει απέναντι στον πολυτελή και πολυδάπανο θεσμό, το κοινό της Θεσσαλονίκης.

Όπως συμβαίνει λογικά λοιπόν, για να δώσουμε μια απάντηση στους προβληματισμούς, είναι ανάγκη, να ανατρέξουμε στη «βίβλο γενέσεως» του θεσμού.

Η νεκρανάσταση ενός πολιτιστικού θεσμού, που είχε ήδη την προηγούμενο δεκαετία φτάσει στα όρια του και απεβίωσε φυσιολογικά, υπήρξε ούτως ή άλλως μια «επιχειρησιακή» πρωτοβουλία της ΕΡΤ, σχεδιάστηκε ως τηλεοπτικό γεγονός, παράλληλο και συμπληρωματικό πιθανόν, με την άλλη πολυαγαπημένη της ΕΡΤ σχετική διοργάνωση, το φαραωνικών διαστάσεων και αντίστοιχων δαπανών Φεστιβάλ της Eurovision…

Εγκεφαλικές, κυρίως «πολιτικές» πολιτιστικές πρωτοβουλίες, που στην γένεση τους κυριαρχούν καθαρές εξωκαλλιτεχνικές σκοπιμότητες, που από την σύλληψή τους ακόμη εμπεριέχουν τον ιό της αβεβαιότητας, και της προοπτικής, είναι βέβαιο ότι αργά ή γρήγορα, θα οδηγηθούν στην αδράνεια και την εγκατάλειψη.
Ακόμη χειρότερο, όταν η σχετική θεσμική πρωτοβουλία δεν ανταποκρίνεται ,ούτε στις ανάγκες της πόλης, ούτε της εποχής, ούτε και εξυπηρετεί, ή καλύπτει κάποια έλλειψη, ή κενό στην δομή και τους καλλιτεχνικούς οργανισμούς της πόλης

Τα τρία χρόνια της λειτουργίας του Φεστιβάλ Τραγουδιού, επιβεβαίωσαν σε όλες τους τις διαστάσεις τους προβληματισμούς αυτούς.
Καλλιτεχνικά δεν προσέφεραν τίποτε απολύτως, Το «ελληνικό» τραγούδι κινείται όπως και πριν, μέσα από τους σκοτεινούς διαδρόμους του κατεστημένου της δισκογραφίας-επικοινωνίας- συμφερόντων.
Τα μουσικά Realities και τα παρόμοια "Show" της τηλεόρασης, ανέδειξαν περισσότερα και αναγνωρίσιμα πρόσωπα, έκαναν «επιτυχίες» , που τραγουδήθηκαν και πούλησαν, ακόμη και η Αννίτα Πάνια κατάφερε να βάλει στα χείλη των Ελλήνων, τους ήχους και τα ιδιόρρυθμα κείμενα των πρωταγωνιστών της εκπομπής της.

Το πιο εκπληκτικό, αλλά και αποκαλυπτικό ταυτόχρονα είναι πως μια διοργάνωση όπως του φεστιβάλ Τραγουδιού, που δαπάνησε τα τρία αυτά χρόνια περισσότερα από 5.4 εκατομμύρια ευρώ, δεν αφήνει απολύτως τίποτε πίσω της.

Εκτός του γεγονότος πως από την επομένη κιόλας της διοργάνωσης, σχεδόν με το σβήσιμο των φώτων του πολυδάπανου τηλεοπτικού σκηνικού, σβήνει και χάνεται από την μνήμη του κόσμου, οτιδήποτε είχε σχέση με αυτή.

Αλλά το σημαντικότερο.
Δεν προσέφερε τίποτε απολύτως μέχρι σήμερα, τρία χρόνια μετά, στο ελληνικό τραγούδι, στους νέους συνθέτες και τραγουδιστές.
Δεν προσέθεσε τίποτε απολύτως στην πολιτιστική ζωή και κυρίως στην αναγνωρισιμότητα της πόλης…

Δεν ανέδειξε καμιά πτυχή της καλλιτεχνικής ζωής και της πόλης ,ή της πολιτιστικής της ιδιοπροσωπείας.

Βαρετές βραδιές, μιας επαρχιακής κοσμικότητας, που περιορίζεται στην παρουσία κάποιων βουλευτών, του Νομάρχη, του Υπουργού Μακεδονίας Θράκης και φυσικά του Προέδρου της ΕΡΤ, αλλά επιχειρεί να αποκτήσει λαμπρότητα με την σπάταλη πολυτέλεια, τις αστραφτερές τουαλέτες και τα λαμέ των τηλεπαρουσιαστριών , που αναλαμβάνουν να λαμπρύνουν την βραδιά..

Η απουσία του πνευματικού και καλλιτεχνικού κόσμου της Θεσσαλονίκης, τα λέει από μόνη της φαντάζομαι όλα…

Δυστυχώς συμβαίνει και στην περίπτωση αυτή το σύνηθες φαινόμενο ενός φόβου, που αποτρέπει μια κριτική αλλά δημιουργική προσέγγιση σε παρόμοια γεγονότα, μια προσέγγιση, που θα επέτρεπε στην πόλη, τους αρμόδιους φορείς , τους δημιουργούς και τους καλλιτέχνες, να διατυπώσουν απόψεις, για την σκοπιμότητα. τον χαρακτήρα, την ποιότητα, τις δαπάνες του Φεστιβάλ.
Ένας υπόγειος φόβος, ότι κάθε έκφραση κριτικής κινδυνεύει να ενθαρρύνει το «αθηνοκεντρικό τέρας να μας πάρει την διοργάνωση».

Αυτός ο ανεκδιήγητος φόβος, αδρανοποιεί τα αντανακλαστικά της πόλης, την κριτική ματιά και την φωνή της.

Και έτσι συνεχίζουμε να βιώνουμε τα θλιβερά περιστατικά, όπως αυτό της Πειραματικής Σκηνής της Τέχνης, που αναγκάζεται να διακόψει, ύστερα από 10 χρόνια , την εξαιρετική «Θεατρική Άνοιξη», επειδή η πολιτεία δεν βρίσκει για την περίπτωση αυτή 20.000 ευρώ !...
Και έτσι ένα παράθυρο στον κόσμο του πολιτισμού, κλείνει ερμητικά για την πόλη.
Αυτή όμως είναι μια πραγματική απώλεια…

Σχόλια