Η "ΑΝΑΠΛΑΣΗ" της Πλατείας Λευκού Πύργου..Ένας Διάλογος, έστω και εκ των υστέρων!...



Κρίνω αισιόδοξο το γεγονός, πως έχουν αρχίσει να δημοσιεύονται σχόλια και κριτικές, γύρω από την διαμόρφωση και τις επεμβάσεις που εκτελέστηκαν στην Πλατεία Λευκού Πύργου, καθώς βρίσκεται σε εξέλιξη το έργο της «ανάπλασης» της ιστορικής πλατείας.
Δεν έχουν τόση σημασία οι απόψεις που διατυπώνονται, όση ότι υπάρχουν μάτια που βλέπουν, και ανήσυχοι συμπολίτες, που παρατηρούν, αξιολογούν, κρίνουν και λένε φωναχτά και δημόσια την γνώμη τους για όσα συμβαίνουν γύρω μας και ιδιαίτερα στην τόσο ευαίσθητη καρδιά της πόλης.


Γράφει λοιπόν ο Τάσος Ρέτζιος στην μόνιμη στήλη του στον «Αγγελιοφόρο» και με τίτλο : «Μπετόν μυαλά» τα εξής ενδιαφέροντα:


«Αναμόρφωση», «διαμόρφωση» , αλλά στο τέλος παραμόρφωση. Δεν είναι λογοπαίγνιο, είναι μια κλασική ελληνική εξίσωση, όταν η αρχιτεκτονική ή τα δημόσια έργα συναντάνε την πολιτιστική κληρονομιά και τα μνημεία. Τώρα, με την πλατεία του Λευκού Πύργου να έχει σχεδόν παραδοθεί (με τη…. διττή έννοια), μπορούμε κι εμείς εδώ στην Θεσσαλονίκη, να έχουμε ένα ζωντανό παράδειγμα αυτής της εξίσωσης.


Αυτό το τσιμεντένιο τείχος που ορθώθηκε απέναντι από το σύμβολο της πόλης μπορεί για κάποιους να είναι μια ευφάνταστη αρχιτεκτονική παρέμβαση, αλλά με τη γλώσσα της κοινής λογικής είναι μια παντελώς ατυχής επιλογή. Όχι μόνο για αισθητικούς λόγους, αλλά κυρίως χωροταξίας. Καμία «συνομιλία» δε συντελείται απ αυτές τις …μπάρες με ένα από τα πιο ισχυρά ελληνικά μνημειακά σύμβολα και κυρίως καμιά σύνδεση με τις μνήμες δεν επέρχεται.
Διότι αυτό το τελευταίο κυκλοφόρησε ως επιχείρημα, με την έννοια ότι σηματοδοτεί το αρχαίο τείχος που κατέληγε εκεί. Μικρή λεπτομέρεια: το πραγματικό ίχνος του τείχους είναι λίγο παραπέρα και αυθεντικά ορατό πλέον!


Και τι μ αυτό; Ενοχλεί κανέναν ότι, τελικώς, ούτε καν σημασιοδοτικώς δε στέκει αυτή η «παρέμβαση»; Ενοχλεί κανέναν που σε μια πόλη όπου είναι ζητούμενη η αρχιτεκτονική τόλμη, τα έργα που θα όριζαν ή θα άλλαζαν την όψη της και την πορεία της και οι αναπάντεχες λύσεις στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον, αποφασίζεται κάτι τέτοιο να συμβεί ακριβώς εκεί κι ακριβώς έτσι; Φανταζόμαστε ότι οι περισσότεροι από εμάς θα θέλαμε κάτι λιγότερο από μερικά ακόμη τσιμέντα στην καθημερινότητα μας και κάτι περισσότερο για τις ανάσες που χρειαζόμαστε δίπλα σε ό,τι πολύτιμο διαθέτουμε στη Θεσσαλονίκη, το «θαλάσσιό μας μέτωπο».


Είναι και κάτι ακόμη που ίσως θα θέλαμε: να αποφασίζουμε όλοι μαζί για την εικόνα αυτής της πόλης, ειδικά εκεί όπου καθημερινότητα και συμβολισμός κτυπάνε κόκκινο. Να ακούσουμε όλες τις απόψεις, να δούμε όλα τα βλέμματα, να πείσουμε και να πειστούμε. Και τότε, ποιος ξέρει, ίσως κοιτάξουμε και λίγο παραπέρα απ όσο το τσιμέντο και η αντιπαροχή μας αφήνουν να βλέπουμε».


Και την ίδια ημέρα, στην ίδια εφημερίδα- και αυτό είναι η επιβεβαίωση και ο θρίαμβος της δεοντολογίας- δημοσιεύεται ένα σαλόνι-αφιέρωμα της Χρύσας Νάνου στην αρχιτέκτονα Κατερίνα Τσιγαρίδα, που υπογράφει την μελέτη της ανάπλασης της Πλατείας Λευκού Πύργου, την οποία η Κ.Τ. αποκαλεί «ρεαλιστική, υλοποιήσιμη και βιώσιμη».


Από το αφιέρωμα αυτό θα μεταφέρω εδώ την άποψη του καθηγητή της Ιστορίας και Θεωρίας της Αρχιτεκτονικής του ΑΠΘ Ανδρέα Γιακουμακάτου, μια άποψη που καλά θα κάνουν να προσέξουν πολλοί, τουλάχιστον εκείνοι που ξέρουν να διαβάζουν και να ερμηνεύουν μια αρχιτεκτονική κριτική:


«Στην περίπτωση του Λευκού Πύργου υπάρχουν δύο επίπεδα: η ανάδειξη των αρχαιοτήτων και ο σχεδιασμός της πλατείας. Στο θέμα της ανάδειξης των αρχαιοτήτων οι απόψεις διίστανται ως προς την σκηνογραφική δηλαδή ανάδειξη του τείχους από τους αρχαιολόγους, 50 εκατοστά από το έδαφος. Ως προς τον σχεδιασμό της πλατείας μπορεί να έχει κανείς επιφυλάξεις, είναι συζητήσιμη πάντα η παρέμβαση σε έναν ιστορικό χώρο. Από την άλλη, όμως, υπάρχει ένα θέμα γενικότερου γούστου για τη σχέση του μοντέρνου με το μνημείο, ένα γενικότερο πρόβλημα στην Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη ιδιαίτερα. Το 1964 όταν έγινε το άγαλμα του Ζογγολόπουλου στην είσοδο της ΔΕΘ, η Ένωση Γλυπτών Β. Ελλάδος «Πολύγνωτος-Παιώνιος» έκανε μήνυση και ζήτησε επέμβαση του εισαγγελέα «για την υλοποίηση στην θέση αυτή της κατασκευής του γνωστού κατασκευαστή Ζογγολόπουλου», όπως έλεγαν.


Κάθε παρέμβαση σε ιστορικό χώρο είναι αντικείμενο συζητήσεων, σας θυμίζω, όμως, το συντηρητισμό που υπάρχει, ενώ πολύ λίγες είναι οι αντιδράσεις για τα αφόρητα γλυπτά που κοσμούν την πόλη, όπως αυτό του Φιλίππου του Β΄ απέναντι από το Θέατρο της ΕΜΣ».


Νομίζω πως δικαιούμαι να κάνω δύο παρατηρήσεις, όχι βέβαια ως ειδικός, αλλά ως πολίτης, ως κάτοικος αυτής της πόλης.


Πρώτον είναι σαφές ότι ο Α. Γιακουμακάτος αποφεύγει να πάρει ευθέως θέση για την συγκεκριμένη παρέμβαση και καταφεύγει σε γνωστές γενικότητες. Αυτό όμως σημαίνει πολλά.


Δεύτερον τα δύο γλυπτά του Ζογγολόπουλου αυτό μπροστά στην είσοδο της ΔΕΘ στο Σιντριβάνι και οι γνωστές «Ομπρέλες» του στην Νέα παραλία, δεν τοποθετήθηκαν σε ιστορικές περιοχές, και μάλιστα στην καρδιά της πόλης, δίπλα στο μνημείο- σύμβολο της. Και ούτε φυσικά θα μπορούσε κανείς να συγκρίνει τα δύο αυτά γλυπτά με τον τεράστιο όγκο μπετόν, με τον οποίο επιβάρυνε την πλατεία, αισθητικά η Κ. Τσιγαρίδα.


Για την ιστορία πάντως θα πω την προσωπική μου μαρτυρία για την ευαισθησία που επέδειξε ο Ζογγολόπουλος στην επιλογή του χώρου τοποθέτησης των «Ομπρελών» του, όταν η «Πολιτιστική» αγόρασε το έργο και του πρότεινε να επιλέξει αυτός το σημείο τοποθέτησης.


Και μας προξένησε έκπληξη εκείνη η επιλογή, μακριά από τον Λευκό Πύργο, σε ένα «απρόσωπο» σημείο της Νέας Παραλίας. Αλλά η δύναμη και η γοητεία του έργου, ανέδειξαν και την Παραλία και τον τόπο, και την πόλη και το κατέστησαν ένα σύγχρονο «Σήμα κατατεθέν» της.

Σχόλια