Μια κοινωνία συνεκτική,δημιουργική,δραστήρια, με ζωτικότητα και φαντασία....



Γνώρισα τελευταία, δύο περιστατικά «κοινωνικής συνοχής», ή καλύτερα μιας ζωντανής και δρώσας κοινωνίας, τα οποία θεωρώ πως έχουν γενικότερο ενδιαφέρον και γι αυτό τα μεταφέρω εδώ

Θα αναφερθώ όμως πρώτα σε ένα γεγονός του 1985, στην περίοδο δηλαδή της δημαρχίας του Θεοχάρη Μαναβή.

Μεταξύ των εκδηλώσεων, πολιτιστικών, καλλιτεχνικών και άλλων που άρχισαν να οργανώνονται, ήταν και οι «Ανοιξιάτικες Πολιτιστικές Εκδηλώσεις», που απευθύνονταν κυρίως στις γειτονιές της Θεσσαλονίκης με την συμμετοχή των ποικίλων συλλόγων που δρούσαν στην πόλη, τοπικών, οικολογικών, λαογραφικών, καλλιτεχνικών, συλλόγων γονέων, προσκόπων, εθνικοτοπικών, κ. ά.

Οι εκδηλώσεις εκείνες είχαν κινητοποιήσει σε ολόκληρη την πόλη 132 συλλόγους, και οι εκδηλώσεις τους πραγματοποιούνταν στα πάρκα, σε πεζόδρομους, στην παραλία κλπ.

Ήταν μια εξαιρετική ευκαιρία να συναντηθούν οι ενεργοί πολίτες κάθε περιοχής και να οργανώσουν το πρόγραμμά τους όπως αυτοί ήθελαν, με ελάχιστη βοήθεια από τον Δήμο, κυρίως τεχνική.

Με την αλλαγή της διοίκησης του Δήμου, το πρόγραμμα καταργήθηκε.


Αναρωτιέμαι πόσοι σύλλογοι δρουν σήμερα στην πόλη, και για ποιο λόγο έχουν σταδιακά αδρανοποιηθεί και σβήσει.

Όταν λοιπόν πέρυσι βρέθηκα στην Βενετία για την Μπιενάλε, ένα πρωί περπατώντας στα στενά σοκάκια, βρεθήκαμε σε μια μικρή πλατεία από τις δεκάδες φαντάζομαι που υπάρχουν στην Βενετία.
Τράβηξε την προσοχή μου μια προετοιμασία, μια κινητικότητα, που δεν είχε σχέση με τις διάσπαρτες εκδηλώσεις-εκθέσεις της Μπιενάλε, αυτό ήταν φανερό, από την εξέδρα που στηνόταν , από τις καρέκλες που τοποθετούσαν κάτοικοι της πλατείας.


Από περιέργεια λοιπόν ξαναπέρασα το βράδυ και διαπίστωσα πως στην Βενετία των εκατομμυρίων τουριστών και των συνεπειών που το φαινόμενο αυτό έχει συνήθως, οι κάτοικοι της πλατείας γιόρταζαν τον Άγιο της εκκλησίας τους με εκδηλώσεις που οργάνωναν κάθε χρόνο, με θέατρο, μουσική, παρλάτες, φαγητά που είχαν μαγειρέψει οι ίδιοι, χειροτεχνήματα που έφεραν και πουλούσαν για τον τοπικό τους σύλλογο.
Το κλίμα, της γειτονιάς, αυτό ήταν το εντυπωσιακό. Οι συζητήσεις, τα πειράγματα, τα γέλια που συνόδευαν τις διάφορες παραστάσεις , τα φαγητά και η κριτική τους.
Μια γειτονιά με ζωντανές τις σχέσεις και αληθινή επικοινωνία.


Και μετά άκουσα για το Passatge Lluis Pellicer.









Πρόκειται για ένα μικρό στενό δρομάκι στην Βαρκελώνη, άλλη μια μεσογειακή τουριστική πόλη, που οργανώνει κάθε χρόνο μεταξύ των κατοίκων και των καταστηματαρχών της μια γιορτή για όλους, με τραγούδι εκθέσεις, συναυλίες στα μπαράκια της, παιχνίδια για τα παιδιά και φυσικά ομαδικά τραπεζώματα με κυρίαρχη βέβαια εδώ την παέλια, που ετοιμάζεται σε ένα τεράστιο καζάνι.








Η «γειτονιά» της Lluis Pellicer, κάτοικοι και καταστηματάρχες, την περιμένουν με ιδιαίτερη φροντίδα και προετοιμασία αυτήν την γιορτή.












Και προκαλούν εκεί τους φίλους τους, τους πελάτες τους, από την Βαρκελώνη, περιμένουν ακόμη και τουρίστες με απαιτήσεις.
Προετοιμάζουν μόνοι τους το «καλλιτεχνικό» πρόγραμμα, τις μουσικές και θεατρικές εμφανίσεις, τα προγράμματα για τα παιδιά, το μεγάλο τραπέζι, που εκτείνεται από την αρχή μέχρι το τέρμα του σοκακιού- γιατί ουσιαστικά για κάτι τέτοιο πρόκειται για τα μέτρα της Βαρκελώνης.







Επιβεβαίωση του ιδιαίτερου χαρακτήρα , του τοπικού μικρού «πανηγυριού», που στήνεται κάθε χρόνο στην Lluis Pellicer, είναι το ατέλειωτο γλέντι που στήνεται εκεί, ανάμεσα στους κατοίκους και στους επισκέπτες, Καταλανούς και τουρίστες.

Εδώ και πολλά όμως χρόνια το γεγονός διατηρεί το χρώμα του τον τοπικό χαρακτήρα του, δεν κατρακυλά σε μια ανούσια «τουριστική» ατραξιόν και αυτό χάρις και μόνο στην βαθύτερη σύνδεση και σχέση του με αυτό που θα αποκαλούσαμε μια «ζωντανή γειτονιά».



Ο δρόμος, προς τιμήν του ζωγράφου, σκιτσογράφου δημοσιογράφου και πολεμικού ανταποκριτή Lluis Pellicer, έχει την «ψυχή» του, τον τοπικό Σύλλογο,Associacio del Amics del Passatge Lluis Pellicer, που έχει τον δικό του χώρο μέσα στο σοκάκι, παραμένει ανοικτός για τους γείτονες, που πηγαίνουν εκεί για ένα καφέ, ένα ποτό, μια συνάντηση, ή για να παρακολουθήσουν όλοι μαζί έναν αγώνα της αγαπημένης ομάδας της Βαρκελώνης.



Μικρά αλλά πολύ χαρακτηριστικά γεγονότα, που δείχνουν κοινωνίες συνεκτικές, ανθρώπινες σχέσεις , ζωτικότητα, φαντασία, συμμετοχή.
Κοινωνίες, που ασφαλώς είναι δυναμικές και δραστήριες και για την καθημερινότητά τους, για τα προβλήματά τους.

Τις συγκρίνω με την Θεσσαλονίκη, μια πόλη ουσιαστικά σε κώμα, όπου η αδράνεια και η ακινησία κυριαρχούν και έχουν σύμφυτες σχεδόν με τον χαρακτήρα της πόλης…

Οι «κινήσεις πολιτών», που τις δημιουργεί και τις κινεί συνήθως μια μονοσήμαντη εμμονή, ή μια προσωπική, ή πολιτική σκοπιμότητα, έχουν μηδενική αξιοπιστία και απήχηση.


Τα αρνητικά και πολλές φορές εξοργιστικά γεγονότα, που υποβαθμίζουν την καθημερινότητά μας, επιβιώνουν στα Μέσα μία το πολύ δύο ημέρες και μετά οδεύουν στο νεκροταφείο – μαυσωλείο της αδράνειας και της αδιαφορίας μας.

Από την άλλη πάλι βλέπει κανείς την τρομακτική κυριαρχία της «επικοινωνιακής» σκοπιμότητας, πάνω στις περισσότερες από τις κατά τα άλλα τουλάχιστον ενθαρρυντικές πρωτοβουλίες.

Παρακολούθησα την διοργάνωση της 2ης Συνάντησης των Πολιτιστικών φορέων του Νομού Θεσσαλονίκης, μια πρωτοβουλία της Νομαρχίας, που δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει, ούτε να υποτιμήσει.




Όμως. Τα πάντα περιστρέφονται γύρω από αυτό που θα αποκαλούσαμε «εκδηλώσεις», κάθε ομάδα, προσέρχεται δείχνει την δουλειά της πάνω στην εξέδρα και αποχωρεί. Προηγούνται βέβαια οι ανακοινώσεις και ακολουθούν οι τελετές, οι παρελάσεις, οι λόγοι, τα βραβεία(!), και όλα τελειώνουν εκεί. Και όλα γυρίζουν στο σημείο εκκίνησης, δεν αφήνουν τίποτε πίσω, εκτός από μερικές ώρες ψυχαγωγίας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε να γίνει τίποτε διαφορετικό, ακριβώς λόγω της αρχικής σύλληψης της ιδέας.


Η Πολιτιστική Πρωτεύουσα είχε δείξει έναν άλλο δρόμο, οργανώνοντας στην περιφέρεια της Νομαρχίας, σε χωριά και κωμοπόλεις τοπικά γεγονότα, με την ιστορία, την λαογραφία, την τοπική παραγωγή , την τοπική δημιουργία- και τους δημιουργούς- τις παραδόσεις, αναδεικνύοντας τις τοπικές ιδιαιτερότητες , ενισχύοντας έτσι την σχέση των κατοίκων με τον τόπο τους, την αυτοπεποίθηση, την -γιατί όχι;- περηφάνια τους.

Τώρα κυριαρχεί η εικόνα, η εντύπωση, φευγαλέα πάντοτε, που όχι μόνο δεν υπηρετεί μια λογική και μια προσπάθεια συνοχής, αλλά αφήνει πίσω της και ένα κενό, μια απορία, συχνά και μια γκρίνια.


Συμπέρασμα;
Στην Lluis Pellicer συναντά κανείς αυτήν την άλλη λογική, μια διαφορετική νοοτροπία ,μια άλλη πολιτική, μια πηγαία, αυθεντική αντίληψη για τις πραγματικές αξίες της ζωής.

Αυτό δηλαδή που μας χρειάζεται και είναι εν ανεπαρκεία δυστυχώς στους καιρούς μας.

Σχόλια