Στην μνήμη του Αλέξη..

«Μεγαλώσαμε τα παιδιά μας, ως φίλοι τους. Αυτό νομίζαμε ότι είναι το καλύτερο. Αλλά τα παιδιά είχαν την ανάγκη και της μητέρας και του πατέρα. Και αυτό τους το στερήσαμε».



Όποιος παραβρέθηκε ως αυτόπτης μάρτυρας, σε κάποια από τα τραγικά γεγονότα των ημερών, θα μπορούσε όντως να κάνει την δήλωση « ε λοιπόν, τα έχω δει όλα».


Και στην συνέχεια να ανακαλύπτει έκπληκτος ότι η ζωή θα συνεχίσει να τον διαψεύδει, να του επιφυλάσσει εκπλήξεις- δυσάρεστες συνήθως- ώστε να αναγκάζεται σε μια νέα δήλωση που διαψεύδει τις βεβαιότητες του.


Για να περιοριστώ στην δραματική επικαιρότητα των ημερών, έζησα από κοντά μια πλευρά της , που ανέδειξε ένα χαοτικό βάθος πραγμάτων, που δεν είχα καν υποπτευθεί.


Αναφέρομαι στο αγωνιώδες ερώτημα που γεννά στον καθένα αυτή η χωρίς προηγούμενο μαζική συμμετοχή στα εκρηκτικά γεγονότα των ημερών, νέων από 13 έως 15 χρόνων, ίσως δε και μικρότερων.


Είδα και έζησα από κοντά- πολύ κοντά- αυτήν την παρουσία και την ενεργή συμμετοχή τους, τα πρόσωπα και το βλέμμα, ανοιχτά, σχεδόν προκλητικά, χωρίς κουκούλες, χωρίς μαντήλια, μια και δεν είχαν τίποτε να κρύψουν και τίποτε αν φοβηθούν.


Τους είδα να καίνε κάδους, να σπάνουν ότι βρίσκεται μπροστά τους, να ξεσπάνε σε βιτρίνες για να μην κάνουν καμιά διάκριση ανάμεσα σε μια Τράπεζα και ένα βιβλιοπωλείο, σε ένα κατάστημα κινητής τηλεφωνίας και μια προθήκη εικόνων, σε ένα STARBACKS και την Εταιρία Ύδρευσης..


Το ότι τους ακολουθούσαν οι ύαινες της λεηλασίας, ή και ότι βρίσκονταν ήδη ανάμεσά τους και διάλεγαν ειδικά καταστήματα με κοσμήματα, ρολόγια, ηλεκτρονικά, ελάχιστα τους ενδιέφερε.


Αυτό που εμείς εισπράττουμε αντικρίζοντας τις οδυνηρές συνέπειες των γεγονότων στην εμπορική κίνηση της Εγνατίας, νεκρής εδώ και σχεδόν μια εβδομάδα, ή στα καταστήματα της Τσιμισκή, δεν τους ενδιαφέρει.


Ξηλώνουν μάρμαρα, γρανίτες, τούβλα, διαφημιστικούς στύλους, κάθε τι που μπορεί να γίνει στα χέρια τους «όπλο» και «πολεμοφόδια», πετούν βόμβες μολότοφ χωρίς διάκριση, βρίσκονται σε συνεχή ανηλεή πόλεμο με τις «ειδικές δυνάμεις» στα πρόσωπα των οποίων, στις στολές, τον εξοπλισμό, βλέπουν το κράτος, την κοινωνία, την εξουσία, κυρίως όμως το μακρύ χέρι της αυθαιρεσίας και της καταπίεσης.


Πίσω από τις ενέργειες τους, τις κινήσεις, την επίμονη σχεδόν μανιακή προσπάθεια κατεδάφισης των πάντων, πίσω από την σιωπή, κυρίως αυτήν, που συνοδεύει κραυγαλέες πράξεις, μπορείς να διακρίνεις την εσωτερική οργή, την απελπισία, το μίσος, την απουσία κάθε αναστολής, κάποιας ηθικής, που θα μπορούσε να καθορίσει όρια, κάποιο φόβο τέλος πάντων.


Και ακόμη πιο πίσω στο βάθος να ξεπροβάλει η γενεσιουργός αιτία όλων αυτών.
Η κοινωνία, το σπίτι, το σημερινό σχολείο, το σύστημα «αξιών» που κυριαρχεί, η βαθύτατη κρίση των ιδεολογιών, της πολιτικής, της οικονομίας, τα αδιέξοδα μέσα στα οποία ζουν με ό,τι βλέπουν και ακούν καθημερινά, με την ελαχιστοποίηση και την εξαφάνιση κάθε ελπίδας και εμπιστοσύνης, ότι θα υπάρξει μια θέση στην κοινωνία, στην ζωή που τους περιμένει.


Ζούμε σε βαθιά αυταπάτη ότι αυτά που καθημερινά παπαγαλίζουμε, αυτά που αποκαλύπτονται για την κοινωνία της απάτης, των μεσαζόντων, των κολλητών, των κουμπάρων, των κομματικών φίλων, των γραφείων των βουλευτών και των υπουργών, αυτή η πανίσχυρη θρησκεία του χρήματος και η ιδεολογία του πλουτισμού, της απληστίας, δεν εγγίζουν, δεν πληγώνουν, δεν αλλοιώνουν τις συνειδήσεις των νέων παιδιών.


Αλλά ο κυνισμός και η ταχύτητα με την οποία καταναλώνει και χωνεύει η κοινωνία των ενηλίκων όλη αυτήν την αποτυχία, τα αδιέξοδα την καθημερινή απελπιστική πραγματικότητα των κάθε είδους και επιπέδου εξουσιών, αφήνουν βαθιές και αιματηρές χαρακιές στις συνειδήσεις αυτών των νέων.


Αυτή η γενιά που μεγαλώνει μέσα στο σύστημα της εκμετάλλευσης, της κατανάλωσης της βουλιμικής κερδοσκοπίας, της απληστίας, στις χαοτικές διαφορές ανάμεσα στον πλούτο και την πείνα, την σπατάλη και την στέρηση, την αλαζονεία και την απελπισία, θα εκδικηθεί κάποια στιγμή.


Και τότε όλα αυτά που ζούμε τις ημέρες μας, θα μοιάζουν με «παιδικά παιχνίδια» της εποχής.

Υ.Γ.
Συνέβη να βαδίσω κάποια στιγμή στο πεζοδρόμιο παράλληλα με την πορεία των «αναρχικών» στην Εγνατία και δίπλα μου μια μητέρα μου λέει:


«Είμαστε οι μόνοι μεγάλοι στην πορεία . Που είναι οι μητέρες αυτών των παιδιών; Γιατί δεν είναι εδώ, δίπλα στα παιδιά τους;
Μεγαλώσαμε τα παιδιά μας ως φίλοι τους. Αυτό νομίζαμε ότι είναι το καλύτερο. Αλλά τα παιδιά είχαν την ανάγκη και της μητέρας και του πατέρα. Και αυτό τους το στερήσαμε».

Σχόλια