Ένας Διευθυντής της αλυσίδας MacDonald’s Italy, “τσάρος» των Μουσείων και Αρχαιολογικών χώρων της Ιταλίας…

Ο Σ. Μπερλουσκόνι προκαλεί μια νέα, παγκόσμια αυτήν την φορά ταραχή.

Η είδηση κάνει τον γύρο του κόσμου με δημοσιεύματα άλλοτε θετικά και άλλοτε ειρωνικά και πάντως η απορία και ή έκπληξη συνοδεύουν όλα σχεδόν τα σχόλια.

Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, διόρισε τον μέχρι προ ολίγου Διευθυντή της MacDonald’s Italy, επικεφαλής των 3.600 Μουσείων και Αρχαιολογικών χώρων της Ιταλίας, τα οποία περνούν την μεγαλύτερη κρίση τους μετά από δεκαετίες λαμπρής ιστορίας και επιτυχιών.

Τα προβλήματα κορυφώθηκαν με την παγκόσμια οικονομική κρίση, που ως γνωστόν πλήττει δυνατά και την οικονομία της Ιταλίας, και θα επιδεινωθεί καθώς και εκεί αναμένεται πτώση στην τουριστική κίνηση, η οποία παρέμενε άλλωστε στάσιμη τα τελευταία χρόνια.

Ειδικά τα περίφημα Μουσεία και οι αρχαιολογικοί της χώροι επαναπαυμένοι στις δάφνες δεκαετιών, παρακολούθησαν παθητικά , ένα κόσμο που αλλάζει κοινωνικά και οικονομικά, τις αισθητικές προτιμήσεις και την αντίληψη για την ζωή, να μεταβάλλονται και τον βομβαρδισμό των πληροφοριών μέσω του Ιντερνέτ να προκαλούν ένα κορεσμό.

Οι δεκαετίες μιας αδιατάρακτης λειτουργίας, έχουν και άλλα αποτελέσματα, συνήθως αρνητικά.

Γραφειοκρατία, ιδιοκτησιακή λογική, κούραση και απογοήτευση των στελεχών, ένα κλίμα παρακμής αυτού που κάποτε ήταν η δόξα της Ιταλίας.

Η κίνηση αυτή του Σ. Μπερλουσκόνι , παρά την «ακρότητά» της δεν είναι κάτι νέο στον κόσμο των Μουσείων.

Αναφέρομαι στην αγωνιώδη προσπάθεια των κρατών να ανανεώσουν το περιεχόμενο, την μουσειολογική οργάνωση, τις δραστηριότητες, την λειτουργία των μεγάλων Μουσείων τους, μια και σήμερα αναδεικνύονται σε ισχυρούς βραχίονες για την ανάπτυξη και πάντως για την προώθηση μιας στρατηγικής για την οικονομία και την προώθηση της διεθνούς παρουσίας και του κύρους μιας χώρας.

Τα οικονομικά προβλήματα περιορίζουν την ανάπτυξη και την επέκταση των δραστηριοτήτων των Μουσείων και εξελίσσονται σε «μπελά» για τους αρμόδιους κυβερνητικούς παράγοντες.

Καταφεύγουν λοιπόν σε λύσεις διαφορετικές αναζητώντας διέξοδο στην κρίση.

Έκφραση αυτών των αναζητήσεων απετέλεσε σε πρώτη φάση ο νέος ρόλος των Επιμελητών των Εκθέσεων, που διαμορφώνουν τώρα τους χώρους και τις περιοδικές εκθέσεις, αλλά και τα μεγάλα διεθνή γεγονότα έξω από την καθιερωμένη αντίληψη, αναδεικνύοντας την προσωπική τους άποψη, ως το κυρίαρχο στοιχείο μιας έκθεσης και όχι τον, ή τους καλλιτέχνες και τα έργα τους.

Αν η νέα αυτή λογική επιδιώκει να αυξήσει το ενδιαφέρον του κοινού, δεν καταφέρνει πάντως ή τουλάχιστον όχι στην επιθυμητή έκταση, να αντιμετωπίσει τα προβλήματα από την μη επαρκή κρατική χρηματοδότηση.

Δεν έχει νομίζω ενδιαφέρον να αναφερθούν εδώ απόπειρες, που είδαμε και στην Ελλάδα, να καταστούν τα Μουσεία «ελκυστικά» στους επισκέπτες, επειδή «σερβίρονται» ταυτόχρονα και προϊόντα μιας άλλης τέχνης, (λόγου, μουσικής, χορού κλπ), οργανώνοντας και σερβίροντας γεύματα, που πάντως δεν μπορούν αντικειμενικά να συγκριθούν με την σημασία των πολύτιμων και συχνά εκπληκτικών αντικειμένων της συλλογής ενός Μουσείου.

Συνεχίζει ακόμη να προκαλεί συζητήσεις η «συνεργασία» του Μουσείου του Λούβρου με τα Αραβικά Εμιράτα, στα υπερσύγχρονα και εντυπωσιακά Μουσεία των οποίων στέλνει «επί δανεισμώ» μέρος των χιλιάδων αποθηκευμένων αντικειμένων έναντι φυσικά ακριβού «ενοικίου», ή της χορηγίας για ανανέωση τμημάτων του Μουσείου.

Την διαρκώς επιδεινούμενη οικονομική τους κατάσταση και την στάσιμη ή και μειούμενη κρατική επιχορήγηση , είναι βέβαιο πως θα την χειροτερέψει τώρα και η οικονομική κρίση και η ύφεση στην οποία μπήκε ολόκληρος ο κόσμος και φυσικά η Ευρώπη και η Αμερική.

Η κίνηση του Σ.Μπερλουσκόνι όμως να ορίσει ένα διευθυντικό στέλεχος της αγοράς και ειδικά των καταστημάτων MacDonald’s ως «τσάρο» των χιλιάδων Μουσείων της χώρας, με την σημειολογία και τα συνακόλουθα που εκπέμπει η συγκεκριμένη επιλογή, αλλά και τους συνειρμούς που συνοδεύουν το πρόσωπο του πραγματικού πρωταγωνιστή αυτής της ανατροπής, του Σ.Μπερλουσκόνι δηλαδή, είναι ασφαλώς κάτι πολύ πέραν των προβληματισμών, αλλά και των ενεργειών για την «διάσωση» ή την ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό των Μουσείων.

Ο Μάριο Ρέσκα πάντως χωρίς την παραμικρή αναστολή, ή έστω κάποιο κατανοητό κόμπλεξ απέναντι στην πανίσχυρη και πανταχού παρούσα ελίτ των Διευθυντών των μεγάλων Μουσείων του κόσμου, (αυθεντίες στην ιστορία, την θεωρία και την κριτική της Τέχνης) κινείται δραστήρια και με αυτοπεποίθηση, ενημερώνεται όπως δηλώνει, οργώνει κυριολεκτικά την Αμερική από τις Ανατολικές Ακτές έως την Δύση συζητά και προετοιμάζει συμφωνίες, συνεργασίες και ανταλλαγές.

Διαπραγματεύεται ένα μοναδικό «προϊόν» την πολιτιστική κληρονομιά μιας Ιταλίας 25 αιώνων, έναν εγχώριο και όχι δάνειο πολιτιστικό, αρχαιολογικό και καλλιτεχνικό πλούτο, ένα ασυναγώνιστο «brand name”, που στο επίπεδο των συνεργασιών και των ανταλλαγών μπορεί να κινείται με άνεση, σχεδόν χωρίς αντίπαλο, για την Αμερική τουλάχιστον.

Το «πείραμα Ρέσκα», θα ταράξει ασφαλώς τα νερά , όχι μόνο στην Ιταλία.

Ο Βρετανικός «Guardian», αναρωτήθηκε ειρωνικά τι σχέση μπορεί να έχουν τα χάμπουργκερ και τα πατατάκια της MacDonald’s, με τον Μιχαήλ Άγγελο και την Πομπηϊα..

Αλλά όπως συνήθως συμβαίνει ακόμη και όταν ένα μοντέλο απορρίπτεται, οι πάντες περιμένουν να δουν και τα αποτελέσματα της εφαρμογής του στην πράξη.

Έτσι κι αλλιώς η «μπερλουσκονική» αυτή πρωτοβουλία θα συζητηθεί και θα προβληματίσει πολύ κόσμο και οπωσδήποτε τα στελέχη των Μουσείων και των Αρχαιολογικών χώρων.

Σχόλια