Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΔΕΝ ΗΘΕΛΕ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ….

Ένα παραμύθι τρόμου για ενήλικες…

Σ όλη την διάρκεια της πρωθυπουργίας του Κ. Καραμανλή, ένα μότο έβλεπε συχνά το φως της δημοσιότητας, είτε ως παραπολιτικό σχόλιο, είτε ως κουίζ, είτε και ως μέρος της καθημερινής πολιτικής ειδησεογραφίας.
Ο πρωθυπουργός που απουσιάζει, ο πρωθυπουργός, που την «βρίσκει» με τις βιντεοταινίες, ο πρωθυπουργός που ευχαριστιέται την παρέα των φίλων του, ο πρωθυπουργός που στερήθηκε την ευχαρίστηση να παρακολουθεί συχνά την αγαπημένη του ομάδα τον Ολυμπιακό και άλλα παρόμοια για το «καταφύγιο» και τα ταβερνάκια της Ραφήνας κ.ο.κ.

Καθοδηγούσε την κυβέρνησή του και εξέφραζε την στάση του απέναντι σε πολιτικές επιλογές και συμπεριφορές των συνεργατών του με διοχέτευση στον τύπο πληροφοριών για τον «εκνευρισμό» του, για την «απογοήτευση» του, για τον «θυμό» του στην καλύτερη περίπτωση!!!

Αναγόρευσε σε δόγμα την αρχή «δεν αποφασίζω υπό πίεση» , κάθε φορά που έπρεπε να ληφθούν επείγουσες αποφάσεις, να αντιμετωπιστούν εξελίξεις που έτρεχαν και επιδεινώνονταν, να προχωρήσει σε μια δημόσια διατύπωση της πολιτικής του θέσης απέναντι σε γεγονότα που επηρέαζαν την κοινή γνώμη, συνήθως δυσάρεστα.

Όταν τελικά αποφάσιζε, ο πολιτικός χρόνος είχε παρέλθει, οι όποιες αποφάσεις ή απόψεις του βρισκόταν εκτός τόπου και χρόνου και δεν ασκούσαν την ελάχιστη έστω επίδραση.
Ο πολιτικός του λόγος στις συζητήσεις την Βουλή, ή στα «διαγγέλματα» προς τον λαό, ή στις απίθανες όσο και σπάνιες εκείνες «συνεδριάσεις» του υπουργικού Συμβουλίου, που καλούνταν ως «σκηνικό περιβάλλον» για ακούσουν κάποιον λόγο του, δεν είχε διαφοροποιηθεί ούτε κατ ελάχιστον από τους προεκλογικούς λόγους και από τα ατέλειωτα «θα» που συνοδεύουν κατά κανόνα και λογικά τις υποσχέσεις κάποιου που ζητά την εμπιστοσύνη των πολιτών για να κυβερνήσει την χώρα.
Εκλέχτηκε αρχηγός χάρις στο όνομα και τους δεσμούς της παράταξης του με τον ιδρυτή Κωνσταντίνο Καραμανλή, μέσα από μια «επανάσταση των λοχαγών», που κατάφεραν να τον ξεβολέψουν από την ανέμελη ζωή του μπον βιβέρ, που ζούσε ως βουλευτής στην Θεσσαλονίκη, με τις παρέες , τους φίλους με τα κοινά ενδιαφέροντα.

Ακόμη και μετά την ήττα του Οκτωβρίου και την παραίτηση του έδειξε με κάθε τρόπο, ότι το μόνο που τον ενδιαφέρει, είναι να απαλλαγεί μια ώρα αρχύτερα από τα «καθήκοντα» ακόμη και του μεταβατικού αρχηγού του κόμματος, απείλησε ακόμη και δημόσια με εκείνο το πρωτοφανές «κάντε ότι νομίζετε. Εγώ στις 17 φεύγω»!...
Και αν δεν διαφοροποιούνταν ο Δ. Αβραμόπουλος και δεν πίεζε η βάση του κόμματος και δεν παρενέβαιναν οι τρεις παλαιοί συνεργάτες του, θα οδηγούσε την εκλογή του νέου αρχηγού μέσα από το έκτακτο Συνέδριο και στην θριαμβευτική επικράτηση της Ντόρας Μπακογιάννη κόντρα , όπως αποδείχθηκε, στην θέληση των ψηφοφόρων του κόμματός του.
Όλο αυτό το απίστευτο «πολιτικό παραμύθι» θα μπορούσε να γραφεί ως περίπτωση Γκίνες, ή ως μια γραφική εκδοχή της πολιτικής στην Ελλάδα, αν δεν συνέβαιναν κατά την διάρκεια της πρωθυπουργίας του όλες οι καταστροφικές για την χώρα και το μέλλον της πολιτικές, οι αδράνειες, οι ατολμίες, οι καθυστερήσεις, που έφεραν τώρα την χώρα στην χειρότερη οικονομική , πολιτική και διεθνή κρίση της.

Οι υποβαθμίσεις και οι απειλές νέων χειρότερων εκτιμήσεων για την πιστοληπτική ικανότητα της χώρας, οι απειλητικές και απαξιωτικές δηλώσεις των κοινοτικών παραγόντων, οι συχνές «επισκέψεις» του ΔΝΤ των διεθνών Οίκων, της Ε.Ε., τα σκληρά σχόλια του διεθνούς τύπου που δεν μεταδίδουν απλώς ένα κλίμα που κοστίζει στην χώρα, αλλά υποθηκεύει το μέλλον της ,καθώς αδυνατίζει την διεθνή διπλωματική θέση της και μάλιστα σε στιγμές κρίσιμες διαχείρισης εθνικών θεμάτων ( Τουρκία, FYROM) .

Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό το γεγονός, ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης αδυνατεί να σχεδιάσει μια πολιτική για την αντιμετώπιση της παρούσας κατάστασης, αλλά και μεσοπρόθεσμα, όταν υποχρεώνεται μέσα σε ελάχιστες ημέρες να αναπροσαρμόσει την τακτική του, λόγω της συνεχιζόμενης δυσμενούς αλλαγής των δεδομένων και να αναθεωρεί πολιτικές και προγράμματα.
Δεν έχει να αντιμετωπίσει μόνο την νομισματοπιστωτική κατάρρευση της χώρας. Έχει απέναντι του το εν πολλοίς προσβλητικό για την χώρα έλλειμμα αξιοπιστίας, που διακινείται από τα όργανα της Ε.Ε. μέχρι τους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς και τον διεθνή τύπο.

Το ότι ταυτόχρονα παίζονται και παιχνίδια κερδοσκοπίας, σε τίποτε δεν αλλάζει την κατάσταση. Γιατί απλούστατα αυτό συμβαίνει πάντοτε σε παρόμοιες καταστάσεις.
Χθες προβλήθηκε άλλη μία διάσταση του οικονομικού προβλήματος της χώρας.
Τέθηκε επίσημα στο τραπέζι ότι η ελληνική κρίση έχει ευρύτερες επιπτώσεις καθώς το δολάριο ενίσχυσε την θέση του έναντι του ευρώ αμέσως μετά την γνωστή ανακοίνωση του Οίκου Fitch Rating.

Με άλλα λόγια αυτή η κληρονομιά την οποία μας άφησε ο Κ. Καραμανλής, είχε κατ ελάχιστον έστω προβλεφθεί στην βαθύτερη διάσταση της από τον ίδιο και τους οικονομικούς επιτελείς του;
Και αν ναι, πως είναι δυνατόν να συνεχίζουν ακόμη κάποιοι, έστω και ως οπισθοφυλακή υπεράσπισης της υστεροφημίας του, να εκφράζονται με μια εκτός πραγματικότητας αξιολόγησή του ως πολιτικού και μάλιστα διαχειριστή των τυχών της χώρας;

Πότε θα ακουστεί επί τέλους και μια κριτική φωνή για την κυβερνητική του θητεία και τα θλιβερά αποτελέσματά της;

Ακόμη αναρωτιέμαι γιατί όταν τον περασμένο Σεπτέμβριο, με αφορμή τις εξελίξεις στην οικονομία, ο Κ. Καραμανλής εξήγγειλε μια σειρά «σκληρών μέτρων», δεν πήρε την πρωτοβουλία να προχωρήσει στην νομοθετική κατοχύρωσή τους, διακινδυνεύοντας ακόμη και την στήριξη του από το ίδιο του το κόμμα, εξασφαλίζοντας όμως ταυτόχρονα ένα κάποιο άλλοθι για τις ευθύνες του, αλλά τις έθεσε στο επίκεντρο της προεκλογικής συζήτησης .
Ακόμη και τότε κάποιοι σχολίασαν ότι οι ανακοινώσεις εκείνες ήταν το σήμα της δια των εκλογών εξόδου του από την κυβέρνηση και το κόμμα.
Η τελευταία του «χειρονομία» ήταν η προχθεσινή όταν επισκεπτόμενος τον Πρόεδρο της Βουλής του ανακοίνωσε ότι χαρίζει 600 περίπου τόμους από την προσωπική του Βιβλιοθήκη στην Βουλή.
Μου πέρασε από το μυαλό η σκέψη μήπως τα βιβλία αυτά αποτελούσαν για τον Κ. Καραμανλή την «κυβερνητική συλλογή» , εκείνων δηλαδή που απέκτησε στην διάρκεια των 5.5 χρόνων της πρωθυπουργίας του είτε από αγορές, είτε ως δωρεές και αφιερώσεις, ώστε να επιδιώξει να απαλλαγεί από ακόμη ένα στοιχείο που τον συνδέει με την περίοδο της πρωθυπουργίας του.

Δεν ήθελε λοιπόν να γίνει πρωθυπουργός.
Και όμως έγινε και η χώρα καλείται τώρα να πληρώσει το τίμημα.
Λίγο γκροτέσκα η ανάλυση βέβαια, αλλά όταν δεν μπορείς να βρεις οποιαδήποτε άλλη απάντηση στα ερωτήματα που θέτει η πλέον αποτυχημένη πρωθυπουργία, ενός, όπως έλεγαν, πολλά υποσχόμενου νέου πολιτικού, τότε μπορεί να καταφεύγεις και σε ερμηνείες αυτού του είδους.
Υ.Γ.
Θα το ξαναπώ. Η κυβέρνηση χάνει πολύτιμο πολιτικό χρόνο τόσο γι αυτήν, όσο και για την αντοχή της κοινωνίας, αναβάλλοντας τις κρίσιμες αποφάσεις της για το 2010

Και οι αναβολές και η εικόνα αναποφασιστικότητας κοστίζουν. Όχι μόνο γιατί εκτοξεύουν τα επιτόκια δανεισμού στα ύψη, αλλά και γιατί αφήνουν να πυκνώνουν τα αρνητικά δημοσιεύματα, οι αρνητικές αξιολογήσεις και οι υποβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας και να αυξάνονται οι πιέσεις, της Ε.Ε., των διεθνών οίκων, των αγορών και να οδηγούν τελικά στην εντύπωση ότι τελικά τα όποια μέτρα λαμβάνονται κάτω από την ασφυκτική πίεση και τους εκβιασμούς που εκτοξεύονται με σαρωτικό τρόπο και καταβαραθρώνουν το διεθνές κύρος της χώρας.

Και το εξ ίσου σημαντικό.
Δειλά, αλλά επίμονα αρχίζει να εμφανίζεται μια κριτική που επιχειρεί να κατανείμει ίσες ευθύνες μεταξύ της Ν.Δ. για την πολιτική της και του ΠΑΣΟΚ για τις …καθυστερήσεις στην λήψη των αποφάσεων!...
Όσο παράλογο κι αν ακούγεται ότι κάτι τέτοιο μπορεί να ισχύσει για μια κυβέρνηση …67 ημερών, εν τούτοις δεν θα αργήσουμε να το δούμε να εκτοξεύεται με σοβαρότητα και από επίσημα χείλη…

Σχόλια