Ας μην ξεχνιόμαστε…

Υπάρχει και η Έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας και οι δραματικές επισημάνσεις της.

Εάν θα επιχειρούσαμε μια αξιολόγηση της πρόσφατης απόφασης του Συμβουλίου Κορυφής της Ε.Ε. θα στεκόμασταν νομίζω ιδιαίτερα στην παράγραφο:

«Παράλληλα δεσμευόμαστε για την προώθηση ενός ισχυρού συντονισμού των οικονομικών πολιτικών στην Ευρώπη. Θεωρούμε ότι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θα πρέπει να βελτιώσει την οικονομική διακυβέρνηση στην Ε.Ε. και προτείνουμε την αύξηση του ρόλου της οικονομικής επιτήρησης και τον καθορισμό της στρατηγικής ανάπτυξης της Ε.Ε. Η σημερινή κατάσταση αποδεικνύει την ανάγκη για ενίσχυση και συμπλήρωση του υπάρχοντος πλαισίου, ώστε να διασφαλιστεί η δημοσιονομική σταθερότητα στην Ευρωζώνη και να ενισχυθεί η δυνατότητά της να δρα σε περιόδους κρίσης».

Δεν είναι ανάγκη να υπενθυμίσω δηλώσεις, αναλύσεις, και κυρίως την κριτική, που παράλληλα με τα της Ελλάδας, συνόδευε τις συζητήσεις στο δίμηνο που προηγήθηκε για το «ανάπηρο» ευρώ, για την ανάγκη ολοκλήρωσης της Συνθήκης , αλλά ταυτόχρονα και την πεισματική στάση της Γερμανίας, να δεχθεί οποιαδήποτε σχετική αναφορά.

Με τους γνωστούς ρυθμούς της γραφειοκρατίας των Βρυξελών, με τους γνωστούς συμβιβασμούς, που προηγούνται όλων των μεγάλων και κρίσιμων αποφάσεων, με την αναμενόμενη κωλυσιέργια της Γερμανίας , με όλες τις αντιστάσεις εκείνων που έχουν συμφέρον να συνεχιστούν τα πράγματα ως έχουν, η συζήτηση θα προχωρήσει και στο τέλος του 2010 μια νέα πραγματικότητα θα υπάρχει στην Ευρωζώνη.

Ας μην βιαστούμε να την θεωρήσουμε δευτερεύουσα, ή χωρίς ενδιαφέρον για την Ελλάδα. Αν υπήρχε η «οικονομική διακυβέρνηση», η χώρα δεν θα έφτανε ποτέ στην σημερινή τραγική κατάσταση ,της οποίας το αβέβαιο μέλλον είναι το πιο χαρακτηριστικό στοιχείο.

Φυσικά και η απόφαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου για την Ελλάδα και κυρίως η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, αποτελούν επιτυχία για την Ελλάδα, κυρίως γιατί απομακρύνουν τους κινδύνους της χρεωκοπίας και διαμορφώνουν τις προϋποθέσεις να ασχοληθούμε επιτέλους με την ουσία των προβλημάτων που έχουμε μπροστά μας.

Γιατί πολύ φοβούμαι ότι δώσαμε πολύ λίγη σημασία στην ετήσια έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, ίσως γιατί δημοσιεύθηκε στην περίοδο που κορυφωνόταν οι συζητήσεις και η αγωνία για την απόφαση της Ε.Ε. σχετικά με το γνωστό αίτημά μας, το περίφημο «δίχτυ προστασίας».

Στην Έκθεση του εκείνη ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας, με τον γνωστό τρόπο που οι εκθέσεις αυτές διατυπώνονται, έδειξε ποιο είναι το κυρίαρχο πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας.

«Τα δημόσια ελλείμματα και το χρέος είναι βεβαίως υψηλά και σε άλλες χώρες του κόσμου. Σε αντίθεση όμως με την Ελλάδα, εκεί χρηματοδοτούνται κυρίως από εγχώριους αποταμιευτικούς πόρους. Η χαμηλή αποταμίευση δεν επιτρέπει να χρηματοδοτηθεί από εγχώριες πηγές το δημόσιο χρέος, με αποτέλεσμα να διογκώνεται το εξωτερικό χρέος και να διευρύνεται το έλλειμμα του ισοζυγίου των τρεχουσών συναλλαγών. Έτσι το πρόβλημα του δημοσιονομικού ελλείμματος συμπλέκεται με το πρόβλημα του εξωτερικού ελλείμματος και χρέους και τα δίδυμα ελλείμματα αναδεικνύονται ως κύρια πηγή που τροφοδοτούν έναν επικίνδυνο φαύλο κύκλο».

Με απλά λόγια, τίποτε από όσα μέχρι στιγμής αποφασίστηκαν και δρομολογήθηκαν εδώ και στο εξωτερικό, δεν μπορεί να βγάλει την Ελλάδα από την κρίση.

Απεναντίας, η επιτυχία τους και μόνο, μπορεί όντως να ενισχύει τον φαύλο κύκλο, στον οποίο αναφέρεται ο Γ. Προβόπουλος, μια και είναι κατανοητή ακόμη και για τους ανυποψίαστους σχετικά με τα οικονομικά, ότι θα τροφοδοτήσουν την ύφεση της ελληνικής οικονομίας , θα περιορίσουν δηλαδή την κατανάλωση, την επένδυση, την επιχειρηματική δραστηριότητα, το ξεπέρασμα με άλλα λόγια της ύφεσης και την ώθηση της ελληνικής οικονομίας σε στάδιο ανάπτυξης.

Το πόσο δύσκολο είναι το ξεπέρασμα αυτής της κατάστασης, περιγράφεται στην ίδια Έκθεση, όπου τονίζονται και πτυχές της, που συνήθως δεν τις δίνουμε την σημασία που πρέπει:

«Η κρίση όμως δεν περιορίζεται σε αυτά. Επηρεάζει αρνητικά το σύνολο της οικονομίας, επιβαρύνει τη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος, πλήττει την εμπιστοσύνη, δημιουργεί πρωτοφανείς αβεβαιότητες και θέτει υπό αμφισβήτηση κοινωνικές και οικονομικές συμπεριφορές και νοοτροπίες, που κυριάρχησαν τις τελευταίες δεκαετίες στη χώρα. Η οικονομική κρίση διαχέεται στο σύνολο της κοινωνίας , η οποία καλείται τώρα να συνειδητοποιήσει το πρόβλημα και να αναθεωρήσει στάσεις και πρακτικές, προκειμένου να την αντιμετωπίσει»

Μπορεί κανείς λοιπόν να ισχυριστεί ότι με τις δύο πρόσφατες αποφάσεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο λύσαμε τα προβλήματα της χώρας, όταν ως προϋπόθεση τίθενται «νοοτροπίες και συμπεριφορές», «αναθεώρηση στάσεων και πρακτικών» στην ελληνική κοινωνία, πέραν των πραγματικών και χειροπιαστών προβλημάτων, που είναι γνωστά ήδη;

Ο «φαύλος κύκλος» στον οποίο αναφέρεται ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας και αποτελεί ουσιαστικά, την καρδιά και την ουσία της Έκθεσης του, είναι παρόν και ανατροφοδοτούμενος.

Το ξεπέρασμα του αν δεν θα είναι ένα θαύμα, θα είναι πάντως ένας άθλος, άγνωστος στα δεδομένα της πολιτικής και κοινωνικής μας ζωής για τις τελευταίες πολλές δεκαετίες.

Γιατί προϋποθέτει κατ αρχήν την πλήρη και αποτελεσματική εφαρμογή όλων των μέτρων που ανακοινώθηκαν και συνεχίζονται τώρα, με κορυφαία το Φορολογικό και Ασφαλιστικό, τα αποτελέσματα των οποίων είναι τα μόνα ικανά να αναστρέψουν την κατάσταση στις αγορές και να μειώσουν τα επιτόκια του δανεισμού, ώστε ο δανεισμός να συνεχιστεί χωρίς την τρομακτική επιβάρυνση της κερδοσκοπίας.

Όσες αποφάσεις και αν λάβει η Ευρώπη και η ΕΚΤ, όσα «οπλισμένα πιστόλια και αν τεθούν στο τραπέζι», αν η τριμελής εποπτεία στον προσεχή της έλεγχο διαπιστώσει παρεκκλίσεις και αδυναμία υλοποίησης, τότε τίποτε δεν πρόκειται να συγκρατήσει τις αγορές.

Και η πιστή εφαρμογή των μέτρων δεν εξαρτάται μόνο από την κυβέρνηση και τους μηχανισμούς που θα εγκαταστήσει γι αυτό, εξαρτάται και από την «συμμετοχή» της κοινωνίας, την αποδοχή και τον βαθμό της εμπιστοσύνης που μπορεί να έχει ότι πράγματι πρόκειται για την πιο κρίσιμη στιγμή την νεώτερη ιστορία μας.

Και κάτι τέτοιο όμως προϋποθέτει και αυτό που ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας τονίζει, ότι δηλαδή η ελληνική κοινωνία καλείται « να συνειδητοποιήσει το πρόβλημα και να αναθεωρήσει στάσεις και πρακτικές».

Πόσο εύκολο μπορούμε να το θεωρήσουμε αυτό;

Γιατί προϋποθέτει ακόμη, ότι η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα εν γένει- με τον ένα ή τον άλλο τρόπο- θα κινηθούν τολμηρά, χωρίς υπολογισμούς και σκοπιμότητες, χωρίς τον φόβο του πολιτικού κόστους, στις αλλαγές, τις ανατροπές και τις μεταρρυθμίσεις, που χωρίς αυτές, όλες οι θυσίες θα πάνε χαμένες και η χώρα θα βρεθεί μπροστά στο φάσμα της πραγματικής χρεωκοπίας. Ή , το λιγότερο, σε λίγα χρόνια θα ξανακατρακυλήσει η χώρα εκ των πραγμάτων στην ίδια και χειρότερη κατάσταση, γιατί στο μεταξύ το δημόσιο χρέος θα γιγαντωθεί και η Ευρώπη δεν θα είναι διαθέσιμη να «παίξει στο ίδιο παιχνίδι».

Φυσικά θα βρεθεί μπροστά στην «ασφαλιστική δικλείδα» που θα έχει θέσει ήδη η Ευρώπη, με τις ρυθμίσεις για «οικονομική διακυβέρνηση» να λάβουν δηλαδή άλλοι τα χειρότερα μέτρα , ή να «αποβληθούμε» από την Ένωση, πρακτική την οποία όπως φαίνεται θα ενσωματώσει η Γερμανία στις σχετικές αποφάσεις.

Αλλά ακόμη και η λήψη αυτών των μέτρων δεν θα είναι αρκετή.

Θα χρειαστεί τιτάνιος αγώνας, για την διαμόρφωση των προϋποθέσεων ξεπεράσματος της ύφεσης, ενεργοποίησης της αγοράς, επανεμφάνισης της ανάπτυξης, διαμόρφωσης των όρων για θετικό πρόσημο στα οικονομικά μεγέθη.

Συνεπώς τίποτε δεν τελείωσε ακόμη. Μπροστά μας βρίσκονται πολλά στοιχήματα, πολλές προκλήσεις, πολλές σειρήνες, πολλοί και μεγάλοι κίνδυνοι.

Γι αυτό και μίλησα για το «θαύμα», ή τον «άθλο» που χρειαζόμαστε.

Σχόλια