Η ΜΟΙΡΑΙΑ(;) «ΔΙΑΚΑΝΑΛΙΚΗ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ»

Μια βεβιασμένη και περιττή ενέργεια, υψηλού πολιτικού ρίσκου με απροσδιόριστες συνέπειες.



Το πρωί της Δευτέρας 25 Οκτωβρίου, το βράδυ δηλαδή της ημέρας που οι Έλληνες παρακολούθησαν την περίφημη «Διακαναλιακή» συνέντευξη του πρωθυπουργού, δημοσιοποιήθηκαν στα ΝΕΑ, σε συνέντευξη του Γιάννη Ραγκούση τα δύο ουσιαστικά ζητήματα-διλήμματα, που έθεσε ο Γ. Παπανδρέου.

Είπε λοιπόν ανάμεσα σε άλλα ο Γ. Ραγκούσης:

«Ή θα έχουμε τον λαό μαζί μας- και όταν λέω τον λαό εννοώ μόνο τον λαό- και έτσι θα κερδίσουμε για την χώρα τον πόλεμο της επιβίωσης και της ανάπτυξης, ή δεν θα έχουμε την συμπαράταξη των πολιτών και κατά συνέπεια όσο και να θέλουμε δεν θα καταφέρουμε να βγάλουμε την Ελλάδα από τον φαύλο κύκλο της παρακμής και υπανάπτυξης. Γιατί εμείς, σε αντίθεση με τον κ. Σαμαρά, που ισχυρίζεται ότι μπορεί χωρίς κόπο να μηδενίσει το έλλειμμα σε ένα χρόνο, μάγοι δεν είμαστε».

Και απαντώντας σε άλλη δήλωση τονίζει χαρακτηριστικά:

«Είναι καθήκον μας να μην αφήσουμε να παραχθούν μείζονα πολιτικά συμπεράσματα, ανάλογα ετυμηγορίας εθνικών εκλογών, όπως επιδιώκει η αξιωματική αντιπολίτευση σε μια εκλογική αναμέτρηση στην οποία μέρος των ψηφοφόρων θα προσέλθει θεωρώντας ότι υπάρχουν περιθώρια χαλαρής ψήφου.

Και σας υπογραμμίζω ότι σε αυτήν την τόσο κρίσιμη ιστορικά συγκυρία το καθήκον μας αυτό απορρέει αποκλειστικά από το εθνικό συμφέρον. Γι αυτό στις 7 Νοεμβρίου επιβάλλεται να πάρει θέση για τις εξελίξεις στη χώρα , μέρος των οποίων είναι οι πρωτόγνωρες αλλαγές στην Αυτοδιοίκηση , η μεγάλη σιωπηλή πλειοψηφία των Ελλήνων».

Θα κάνω μια πρώτη παρατήρηση.

Μου κάνει εντύπωση το ύφος των δηλώσεων. Αυτό το αυστηρό και απαιτητικό ύφος με το οποίο ζητά από τον λαό «να μην παραχθούν πολιτικά συμπεράσματα», αλλά και το απειλητικό δίλημμα «ή θα έχουμε τον λαό μαζί μας» κλπ κλπ

Και ομολογώ πως με εντυπωσιάζει αυτή η φρασεολογία από έναν νέο πολιτικό, που πήρε πρωτοβουλίες και θεσμοθέτησε ανατροπές για την διαφάνεια, την αξιοκρατία, την αποκέντρωση, την δημοκρατία, τον σεβασμό προς τους πολίτες με απλά λόγια.

Κάνω τώρα μερικές απλές σκέψεις.

Νηφάλιες πιστεύω και αποστασιοποιημένες από την τρέχουσα προεκλογική «ένταση».

Έτσι όπως τα είπε και με την διαύγεια στόχων που τα είπε ο Γ. Ραγκούσης, σε τι συνεισέφερε θετικά ,για την κυβέρνηση εννοώ, η συνέντευξη του πρωθυπουργού;

Ο αρχιτέκτονας της όντως επαναστατικής μεταρρύθμισης του «Καλλικράτη», υποβάθμισε ουσιαστικά την σημασία των εκλογών, όπως τουλάχιστον αρχικά είχαν προβληθεί, για να τις δώσει σημασία και αξία «εθνικών εκλογών» , κάτι για το οποίο καταγγέλλονται ο Α. Σαμαράς και η Αριστερά και δικαίως .

Κατέστησε το εντυπωσιακό και διαφημισμένο σκηνικό της «Διακαναλιακής» και την εμφάνιση του πρωθυπουργού άνευ ιδιαίτερης σημασίας, ενώ δεν τον απάλλαξε ούτε από τις ανούσιες επαναλήψεις τόσο του ιδίου όσο και των ερωτώντων δημοσιογράφων, ούτε από τους απαράδεκτους και προσβλητικούς χαρακτηρισμούς «σκύλος που γαβγίζει δεν δαγκώνει» κατά πρόσωπο στον πρωθυπουργό, ούτε από την μακρόσυρτη διάρκεια και τις επαναλήψεις μέσα στις οποίες τα κυρίαρχα τρία τέσσερα σημαντικά παρ όλα αυτά ζητήματα και δεσμεύσεις του πρωθυπουργού ξεχάστηκαν.

Και αναρωτιέμαι.

Εάν η κυβέρνηση αντιλήφθηκε ότι είτε λόγω των επιλογών της, είτε λόγω της τακτικής των κομμάτων της αντιπολίτευσης, είτε κυρίως λόγω του αιφνιδιασμού της, ότι ο λαός ετοιμάζεται παρ όλα αυτά δικαίως ή αδίκως να «στείλει μήνυμα» μέσω των εκλογών, για τις συνέπειες στην ζωή του των σκληρών μέτρων που έχουν ληφθεί, γιατί δεν επέλεξε την γνωστή μέθοδο «συνεδρίασης» του Υπουργικού Συμβουλίου, από όπου ο πρωθυπουργός με πλήρως ελεγχόμενη διατύπωση και περιεκτικά θα έθετε τα «διλήμματα» των εκλογών, όπως καθυστερημένα έκρινε αναγκαία να τονίσει και να προβάλλει η κυβέρνηση;

Τα Μέσα και κυρίως τα ηλεκτρονικά –υπάρχει κάποια εκκρεμότητα ρυθμίσεων με αυτά;- σε μια μοναδική «ομοφωνία» κατήγγειλαν κατ αρχήν την διαδικασία, τόνισαν τα μειονεκτήματά της ,έβαλαν κατά παντός συμμετέχοντος ,πλην του δικού τους και διαμόρφωσαν ένα πρώτο δυσμενές κλίμα.

Χωρίς να υποτιμώ την σοβαρότητα και τις συνέπειες κάποιου αρνητικού εκλογικού αποτελέσματος, αναρωτιέμαι .

Δεν έρχεται το δίλλημα που έθεσε ο πρωθυπουργός σε πλήρη αντίθεση με την καθαρή και αξιοπρόσεκτη δήλωση του ιδίου , ότι δεν ενδιαφέρεται για τις καρέκλες, και το πολιτικό κόστος, παρά μόνο για την σωτηρία της χώρας και την έξοδο από την κρίση;

Δεν έρχεται σε αντίθεση με την πράγματι σημαντική καταγγελία του κατά του πρώην πρωθυπουργού, ότι εάν ελάμβανε πράγματι τα μέτρα που εξήγγειλε και δεν οδηγούσε βιαστικά την χώρα σε εκλογές , η κατάσταση θα ήταν πολύ διαφορετική και τα μέτρα που στην συνέχεια θα απαιτούνταν θα ήταν περισσότερο ήπια;

Και γιατί τάχα θα ήταν αδύνατη ή δυσκολότερη συνέχιση της πολιτικής του ,αν αναδεικνυόταν Περιφερειάρχης Αττικής ο Δημαράς;

Το πολύ πολύ αυτό να σήμαινε ότι ο λαός δεν αντιλήφθηκε τι ακριβώς σημαίνει για την Αττική το «μικρός πρωθυπουργός» του Καλλικράτη και τι θα σημαίνει ότι το κρίσιμο αυτό πόστο το παραδίνει σε ένα τίμιο μεν και υπέρμετρα συναισθηματικό αλλά εντελώς άπειρο άτομο.

Αν λοιπόν δεχτούμε την αντίληψη αυτήν ότι ένα δυσμενές αποτέλεσμα , συνήθως αναμενόμενο δε αυτοδιοικητικές εκλογές και τώρα λογικά και πολύ περισσότερο , λόγω των πρωτοφανών ανατροπών στην ζωή των πολιτών, θα εμπόδιζε την συνέχιση των πολιτικών μεταρρυθμίσεων και εμμονής στο πρόγραμμα προσαρμογής της οικονομίας, τότε τι πρέπει να σκεφτούμε για τον Θαπατέρο που βρισκόμενος 15 μονάδες πίσω από τον συντηρητικό αρχηγό της αντιπολίτευσης, χωρίς δική του πλειοψηφία στην Βουλή, επιμένει να λαμβάνει μέτρα σωτηρίας, ώστε να μην φτάσει η Ισπανία στην «κατάσταση της Ελλάδας»;

Και γιατί έπρεπε να τροφοδοτήσουν για άλλη μια φορά την τηλεοπτική «καραμέλα» περί των διαφοροποιήσεων των υπουργών, του «αναβρασμού» στην κοινοβουλευτική ομάδα και όλα τα παρόμοια σενάρια, που ενισχύουν εξ αντικειμένου τους προβληματισμούς των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ;

Νομίζω πως εκείνοι που αποφάσισαν αυτήν την αλλαγή και την μεθοδολογία αδίκησαν τον Γ. Παπανδρέου, τον οδήγησαν σε μια συμπεριφορά ασύμβατη με το πολιτικό του προφίλ όπως το γνωρίζουμε στην χώρα και όπως το αναγνωρίζουν και το εκτιμούν στο εξωτερικό.

Και ανεξάρτητα από την «επιτυχία» του εγχειρήματος, που δεν μπορούμε άλλωστε να την κρίνουμε ουσιαστικά ,αφού το μέτρο σύγκρισης δεν είναι παρά μια διακινούμενη αλλά μη δημοσιοποιούμενη μέτρηση και μάλιστα «ποιοτική», όταν γνωρίζουμε πολύ καλά την αξιοπιστία των μετρήσεων και ιδίως των διαβόητων «ποιοτικών χαρακτηριστικών» τους, ο Γ. Παπανδρέου θολώνει ο ίδιος την εικόνα του αποφασισμένου να φέρει σε πέρας το εγχείρημα αλλαγής και διάσωσης της χώρας, «με κάθε προσωπική πολιτική θυσία».

Περιθωριοποιεί την σημασία του μεγάλου και κρίσιμου για το μέλλον της χώρας εγχειρήματος της ουσιαστικής αποκέντρωσης, αφήνει την ουσία και την σημασία του «Καλλικράτη» σε δεύτερο πλάνο και φέρει στο προσκήνιο το πρόβλημα της «σωτηρίας της χώρας»

Ήταν αναμενόμενο κατόπιν αυτού και αποδείχθηκε σχεδόν ακαριαία, η αρνητική αντίδραση των αγορών και του ΔΝΤ, ακόμη και της Ευρώπης ,με την έμμεση άρνηση του εκπροσώπου του αρμόδιου Επιτρόπου «να σχολιάσει εσωτερικά ζητήματα».

Η άμεση και σχεδόν βίαιη απάντηση των αγορών, που ναι μεν έδειξαν την αντίθεση και τους φόβους τους στο ενδεχόμενο πρόωρων εκλογών, ταυτόχρονα όμως προσέφεραν ένα δώρο εξ ουρανού στην Ν.Δ.

Το επιχείρημα δηλαδή ότι η πρωτοβουλία του πρωθυπουργού διαμορφώνει αρνητικό κλίμα στις αγορές, που θα «καταβληθεί» και μάλιστα άμεσα μόλις η Ελλάδα ξαναβγεί στις αγορές και θα επιδεινώνεται μέχρις ότου ο Γ. Παπανδρέου κόψει με κατηγορηματικό τρόπο κάθε συζήτηση για πρόωρες εκλογές, κάτι που όμως δεν μπορεί πια να συμβεί τουλάχιστον πριν από το τέλος του Νοεμβρίου.

Και αν τα πράγματα εξελιχθούν, όπως φοβάται το επιτελείο των συνεργατών του πρωθυπουργού και επακολουθήσουν όλα εκείνα «που θα εμποδίσουν τον Γ. Παπανδρέου» να συνεχίσει το μεταρρυθμιστικό του έργο, πολύ πειστικά η αντιπολίτευση θα τον κατηγορεί ότι εκείνος προκάλεσε τις συνέπειες και τα προβλήματα.

Στην πολιτική όμως τα πάντα κρίνονται εκ του αποτελέσματος.

ΟΙ μετρήσεις έδειξαν ότι την συνέντευξη του πρωθυπουργού παρακολούθησε τουλάχιστον το 60% περίπου του ελληνικού λαού. Πρωτοφανές μέγεθος και μάλιστα απέναντι σε γνωστές δημοφιλείς εκπομπές.

Άρα το μήνυμα που ήθελε να στείλει ο Γ. Παπανδρέου έφτασε στον κόσμο.

Τώρα περιμένοντας τα αποτελέσματα της 7ης Νοεμβρίου, θα φανεί και κατά πόσο έγινε κατανοητό το μήνυμα και κυρίως αν ο λαός ανταποκρίθηκε.

Αλλά ανεξάρτητα από όλα αυτά, ο Γ. Παπανδρέου αυτοδεσμεύτηκε απέναντι σε ένα εκλογικό αποτέλεσμα αμφιβόλου πολιτικής επιρροής, υποκείμενου μάλιστα σε πολλές ερμηνείες, με αποτέλεσμα να δεχτεί εξ αυτού και μόνο, ισχυρή την πίεση, που όντως θα δυσχεράνει το έργο του.

Και ίσως σε αυτό να περικλείεται ο πραγματικός κίνδυνος της πρωτοβουλίας του.

Υ.Γ.

Και για να ξαναγυρίσουμε στις αυτοδιοικητικές εκλογές, μήπως θα έπρεπε να προηγηθεί μια έγκαιρη και περισσότερο επιτυχής, ή τουλάχιστον ανταποκρινόμενη στην κρισιμότητα της μεγάλης θεσμικής αλλαγής επιλογή υποψηφίων;

Μήπως υποτιμήθηκε η σημασία όλης εκείνης της μακρόσυρτης συζήτησης και «διαπραγμάτευσης» με στελέχη , που κατά πρωτοφανή τρόπο αρνήθηκαν να αναλάβουν τις νέες ευθύνες και οδήγησε τελικά σε επιλογές που προκάλεσαν αμφιβολίες, εντάσεις και ερωτηματικά, αρκετά από μόνα τους να ακυρώσουν την σημασία και την εμμονή στον αυτοδιοικητικό στόχο των εκλογών;

Σχόλια