ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΑΡΚΕΤΗ Η «ΘΥΣΙΑ»  ΤΟΥ Γ.ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ;

Οι τρεις «μαγικοί» αριθμοί, πάνω στους οποίους παίζεται το μέλλον της κυβέρνησης και της χώρας.

Όσο δραματικό και απογοητευτικό κι αν ακούγεται η χώρα βρίσκεται στο πιο κρίσιμο στάδιο της πορείας της προς την έξοδο και την λύτρωση , από τότε που ξέσπασε η κρίση.

Κρίσιμο αλλά και επικίνδυνο αφού από τα μέτρα που εξαγγέλλονται ,τις εξελίξεις και τα αποτελέσματα τους, αν φτάσουμε μέχρι τα αποτελέσματα βέβαια, κρίνονται σχεδόν τα πάντα.

Η κυβέρνηση ετοιμάζεται να ανακοινώσει τα μέτρα με τα οποία είναι υποχρεωμένη να συγκεντρώσει για φέτος 4 περίπου δισ. ευρώ, 23 δισ. για την τριετία 2013-2015 και να εξασφαλίσει 50 δισ. από τις περιβόητες αποκρατικοποιήσεις.

Και όλα αυτά μέσα σε ένα κλίμα πολιτικής απομόνωσης, με τα κόμματα και ΜΜΕ απέναντι, ακόμη και με μια μερίδα του κόμματος που την στηρίζει , με μια κοινωνία σε πλήρη απογοήτευση, οργή και δυσπιστία και κυρίως χωρίς εναλλακτική πρόταση , πάνω στην οποία να μπορεί να στηριχθεί , τόσο η ίδια, όσο και η χώρα,έστω και χωρίς πολλές ελπίδες.

Οι εξελίξεις στην Ευρώπη, η στάση και οι αποφάσεις της Ευρωζώνης, οι θέσεις του ΔΝΤ το ελληνικό τραπεζικό σύστημα με επικεφαλής την Τράπεζα της Ελλάδος και η συνεχιζόμενη πίεση των αγορών δείχνουν πως η μόνη ρεαλιστική και λογική οδός για την χώρα είναι αυτή που σχεδιάζει η κυβέρνηση, μια και μόνο αυτή έχει την αποδοχή και στήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της διεθνούς οικονομικής κοινότητας, μια και μόνο αυτή υπάρχει στην πραγματικότητα στο τραπέζι.

Αλλά η κυβέρνηση δείχνει έντονα τα σημάδια της κόπωσης, και της απογοήτευσης γιατί δεν μπορεί να εφαρμόσει τα επώδυνα μέτρα που παίρνει, αστοχεί, αδικεί, και περιστρέφεται γύρω από τον εαυτό της. Η μοναξιά της είναι εμφανής στα πρόσωπα των μελών της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού.

Και ενώ οι εξελίξεις στην Πορτογαλία λίγους μόνο μήνες μετά από αυτές της Ιρλανδίας, δείχνουν ξεκάθαρα πως όντως δεν υπάρχει άλλος δρόμος, δεν υπάρχει εναλλακτική πολιτική δεν έχει βάση το παραμύθι του «άλλου μείγματος», εφ όσον βέβαια η χώρα επιμένει στην στρατηγική της επιλογή να μην φύγει από την Ευρωζώνη, αυτός ο μοναδικός δρόμος, δεν είναι πλέον ούτε ελπιδοφόρος, ούτε ανεκτός, δεν βρίσκει συμμάχους, δεν βρίσκει υποστήριξη από μια απελπισμένη κοινωνία που έχασε την πίστη της.

Και σ αυτό , στο κρίσιμο πεδίο της κατάστασης δηλαδή στην οποία έχει περιέλθει η ελληνική κοινωνία, η στάση των ΜΜΕ έπαιξε ένα εξαιρετικά επιβαρυντικό ρόλο.

Δεν έχει σημασία γιατί ακολουθούν αυτήν την τυφλή , μηδενιστική πολιτική. Δεν έχει σημασία το γεγονός ότι βρίσκονται όλα τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και εφημερίδες, στα πρόθυρα της χρεωκοπίας. Δεν έχει σημασία ότι η στάση τους έχει ένα και μόνο στόχο. Να εκβιάσουν και να υποχρεώσουν την κυβέρνηση να επέμβει ώστε να ξανανοίξουν τα ταμεία των τραπεζών για νέους «σωτήριους» δανεισμούς, να αυξηθεί η πίτα των κρατικών κονδυλίων της διαφήμισης. Ο κόσμος εισπράττει κάθε βράδυ τον βομβαρδισμό της απαισιοδοξίας, τον πανικό των μέτρων που «θα» εξαγγελθούν, τα υποκριτικά δάκρυα για τους φτωχούς συνταξιούχους, την διαστρέβλωση των πάντων.

Παίζουν για άλλη μια φορά το γνωστό παιχνίδι της διαπλοκής και των εκβιασμών, ξεχνώντας μέσα στην παραζάλη της κατάρρευσης τους, ότι οι καιροί και το περιβάλλον άλλαξαν ανεπιστρεπτί.

Η πρωτοφανής τετραήμερη απεργία στα ΜΜΕ , χάρισε μερικές ήσυχες ημέρες στον κόσμο και αυτό εισέπραξαν και ομολόγησαν και οι ίδιοι οι δημοσιογράφοι.

Είναι εν πολλοίς ακατανόητο, ακόμη και κάτω από τις συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί ότι δεν χρειάστηκε τίποτε περισσότερο από μια απόκλιση στις προβλέψεις της κυβέρνησης, για τους δύο πρώτους μήνες του χρόνου , σχετικά με τους στόχους για έσοδα, για να ξεκινήσει μια απίθανη σε ένταση εκστρατεία εναντίον της πολιτικής της κυβέρνησης για το ξεπέρασμα της κρίσης, εναντίον του μνημονίου και η προβολή του γνωστού ήδη γεγονότος ότι το σημαντικότερο πρόβλημα της χώρας που θα το βρει μπροστά της στα προσεχή χρόνια είναι βέβαια το χρέος. Ένας αποπροσανατολισμός που έφερε στην επικαιρότητα την χρεωκοπία με την ήπια μορφή της αναδιάρθρωσης του χρέους.

Σ αυτό βοήθησαν φυσικά και οι αγορές αλλά και πολλοί διεθνείς αναλυτές , για να προστρέξουν και οι οίκοι αξιολόγησης με νέες υποβαθμίσεις.

Η αναδιάρθρωση, λέξη ταμπού μέχρι πριν λίγο, ακούγεται τώρα ακόμη και από επίσημα χείλη στην Ελλάδα και το εξωτερικό, γίνεται θέμα αντιπαράθεσης στην εσωτερική πολιτική, δίνει τροφή και αφορμή για νέα αύξηση ρεκόρ των επιτοκίων και των spreads, απομακρύνοντας ακόμη περισσότερο την δυνατότητα της χώρας να βγει για δανεισμό στις αγορές.

Αλλά όπως όλα δείχνουν η συζήτηση γίνεται μόνο και μόνο για να προετοιμαστεί η ελληνική και η διεθνής κοινή γνώμη, να προετοιμαστούν και οι αγορές και τα αρμόδια όργανα της Ευρώπης όταν θα τεθεί σε ισχύ μετά το 2013, ο σχετικός μηχανισμός, ώστε να εξασφαλιστούν πρώτα και πάνω απ όλα οι Τράπεζες ελληνικές και ξένες, τα Ασφαλιστικά Ταμεία και σε κάποιο βαθμό και οι ιδιώτες επενδυτές.

Όταν δηλαδή οι ζημίες θα περιοριστούν προς κάθε κατεύθυνση.

Ακόμη και έτσι αν το δει όμως κανείς, δεν παύει να αποτελεί στοιχείο της αδιέξοδης σχεδόν κατάστασης στην οποία έχει περιέλθει η χώρα.

Η κυβέρνηση δεν έχει πλέον ούτε «συμμάχους ανοχής», στον τραχύ και αβέβαιο δρόμο που ετοιμάζεται να διανύσει.

Ακόμη και αν ξεπεράσει όλα τα εμπόδια και πετύχει να ψηφίσει στην Βουλή , τις μεταρρυθμίσεις, τα μέτρα για το 2011, και κυρίως το λεγόμενο Εθνικό Σχέδιο για την Οικονομία, με το πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων, η κυβέρνηση θα αντιμετωπίζει το φάσμα της αδυναμίας να θέσει σε εφαρμογή τις αποφάσεις της, να έχει αποτελέσματα, όπως έδειξε η πραγματικότητα της κρατικής μηχανής είτε ανίκανης, είτε εχθρικής, δεν έχει καμιά σημασία εν προκειμένω.

Η δήλωση των εκπροσώπων της τρόικας, ότι βρήκαν ένα κράτος σε χειρότερη κατάσταση από εκείνην που συνάντησαν πριν από ένα χρόνο, εμπεριέχει τον μεγαλύτερο κίνδυνο για την πορεία των πραγμάτων.

Τώρα πια έχει δευτερεύουσα νομίζω σημασία, η διαπίστωση του ΔΝΤ ότι η Ευρώπη κινείται «δειλά και αργοπορημένα» για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους. Ακόμη και οι ελπίδες ότι μετά το 2012 θα διαμορφωθεί πιθανόν ένα διαφορετικό πολιτικό κλίμα στην Ευρώπη και τότε ίσως η «ελεγχόμενη αναδιάρθρωση» να είναι λιγότερο οδυνηρή, το ευρωομόλογο να μπει στο τραπέζι των συζητήσεων και η ανάπτυξη να βρει ευρωπαϊκούς πόρους για να υπάρξει, ακόμη και τότε δεν θα αλλάξει το γεγονός ότι τίποτε δεν μπορεί να σώσει μια χώρα που δεν μπορεί από μόνη της να διαχειριστεί τα αυτονόητα.

Μέσα σ αυτήν την πραγματικότητα κινείται κατά την γνώμη μου η κυβέρνηση.

Και είναι όντως δραματικό το γεγονός, ότι ο Γ. Παπανδρέου δεν μπορεί να κάνει χρήση του συνταγματικού του δικαιώματος, να οδηγήσει την χώρα σε πρόωρες εκλογές, ώστε να λυθεί το αδιέξοδο σύμφωνα με την δημοκρατική αρχή, που υποστηρίζει πως στην Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα.

Παρ όλες τις δυσκολίες και τα εμπόδια, παρ όλες τις αμφισβητήσεις, παρ όλη την κοινωνική ένταση και αντίδραση, παρ όλη την αβεβαιότητα για τα αποτελέσματα των μέτρων που εξαγγέλλονται, οι εκλογές είναι το χειρότερο σενάριο για την αντιμετώπιση του οικονομικού αδιεξόδου και της πολιτικής κρίσης. Γιατί δεν πρέπει να έχουμε καμιά αμφιβολία ότι με την γενική βεβαίως θεώρηση των πραγμάτων, βρισκόμαστε μπροστά και σε πολιτική κρίση.

Ακόμη και η κοινωνία που υφίσταται τις οδυνηρές συνέπειες των μέτρων και ζει κάτω από τον φόβο των χειρότερων ημερών που έρχονται, όπως η πρόσφατη έρευνα έδειξε, είναι αντίθετη στην διενέργεια των εκλογών γιατί με την σοφία και την εμπειρία της γνωρίζει ότι την Ελλάδα οι εκλογές ακόμη και σε περιόδους ομαλότητας διαλύουν τα πάντα, πόσο μάλλον σήμερα. Και γιατί όπως επίσης δείχνουν οι έρευνες σταθερά και επίμονα, δεν θα προκύψει από τις εκλογές αξιόπιστη πρόταση διακυβέρνησης της χώρας. Γιατί το μόνο σίγουρο αποτέλεσμα θα είναι αυτό της παρατεταμένης ακυβερνησίας.

Δεν υπάρχει άλλος δρόμος , δυστυχώς.

Και είναι κατά την γνώμη μου βέβαιο πως ο Γ. Παπανδρέου δεν θα «δραπετεύσει» μπροστά στα προβλήματα, δεν θα ακυρώσει μια πολιτική θυσιών του ελληνικού λαού, δεν θα αφήσει να κατηγορηθεί και πάλι η Ελλάδα για την «ανεύθυνη» πολιτική της ηγεσία.

Θα μείνει και θα επιμείνει σταθερά στην πολιτική που χάραξε έστω και αν αυτό σημαίνει ότι επιλέγει τον δρόμο της «θυσίας», όπως πρόσφατα έγραψε ο Αντώνης Καρακούσης.

Σχόλια