Η ΥΦΑΝΕΤ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΣΤΟ ΠΡΟΣΚΗΝΙΟ

Οι ισχυρές αμφιβολίες και τα ερωτηματικά που προκάλεσαν οι δηλώσεις του υφυπουργού Πολιτισμού


Η ΥΦΑΝΕΤ εμφανίστηκε αιφνιδιαστικά στο προσκήνιο τις προηγούμενες ημέρες, προκαλώντας ερωτηματικά ακόμη και στους αρμόδιους του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, το οποίο προβλέπεται να στεγαστεί εκεί, όταν ολοκληρωθούν οι εργασίες διαμόρφωσης των κτιριακών εγκαταστάσεων και του περιβάλλοντος χώρου, κατά τρόπο ώστε να αναδειχθεί σε ένα σύγχρονο μεγάλο Μουσείο.

Και λέω αιφνιδιαστικά, γιατί τα τελευταία χρόνια η μοναδική σχεδόν αναφορά στο εντυπωσιακό βιομηχανικό συγκρότημα περνούσε μέσα από τις ανακοινώσεις και τις δραστηριότητες της «Φάμπρικα Υφανέτ» της κατάληψης δηλαδή , που οργάνωνε εκεί διάφορες εκδηλώσεις, κινηματογραφικές προβολές, εκθέσεις, θεατρικές παραστάσεις και κυρίως συζητήσεις.

Είχε σχεδόν λησμονηθεί ότι το Υπουργείο Πολιτισμού είχε αγοράσει το βιομηχανικό συγκρότημα, ήδη από το 2006, αφού το ΚΑΣ είχε γνωμοδοτήσει υπέρ της αγοράς «για την στέγαση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, πωλητηρίου του ΤΑΠ και άλλων πολιτιστικών λειτουργιών», με το ποσόν των 10.2 εκατομμυρίων ευρώ.

Ακόμη περισσότερο ,είχε προ πολλού μάλιστα λησμονηθεί ,ότι όταν ο Δήμος Θεσσαλονίκης οργάνωσε Ημερίδα με θέμα την ίδρυση Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης το 1985, πριν από 35 δηλαδή χρόνια, στην Θεσσαλονίκη, η ΥΦΑΝΕΤ αναφέρθηκε ως μία από τις κεντρικές επιλογές στέγασής του.

Και ακόμη την ίδια τύχη είχε και η πρωτοβουλία της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας να εντάξει στο Πρόγραμμα έργων της, την αγορά και μετατροπή του συγκροτήματος σε Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, υπόθεση που δεν είχε προχωρήσει λόγω των μεγάλων και σύνθετων προβλημάτων (πολεοδομικών, κλπ) που καθιστούσαν την εξέλιξη δυσχερή, παρά την βούληση και της Εθνικής Τραπέζης στην ιδιοκτησία της οποίας ανήκε το εγκαταλειμμένο βιομηχανικό συγκρότημα.

Κάθε φορά που η «Φάμπρικα ΥΦΑΝΕΤ» ανακοίνωνε κάποια εκδήλωσή της ,όσοι γνώριζαν την προϊστορία του συγκροτήματος αναρωτιόταν ποια ήταν , αν υπήρχε, η βούληση του ΥΠΠΟ και τα σχέδια του για την ολοκλήρωση αυτού του μεγάλου έργου.

Και αιφνιδιαστικά ο υφυπουργός Πολιτισμού και Τουρισμού, απαντώντας σε ερώτηση της βουλευτού Εύας Καϊλή, δηλώνει σε έγγραφη απάντησή του στην Βουλή ,ότι «η στέγαση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στο πρώην εργοστάσιο της ΥΦΑΝΕΤ αποτελεί μία από τις κύριες προτεραιότητες Υπουργείου Πολιτισμού και Τουρισμού για την πόλη της Θεσσαλονίκης», αιφνιδιάζοντας ακόμη και τους αρμόδιους του Μουσείου, που δηλώνουν άγνοια του γεγονότος, πόσο μάλλον ως της «κεντρικής προτεραιότητας» του, για το ΥΠΠΟΤ.

Αυτό τουλάχιστον προέκυψε από την σχετική απάντηση της Προέδρου του Δ.Σ. του ΚΜΣΤ κ. Κατερίνας Κοσκινά, όταν ρωτήθηκε σχετικά:

«Είναι αυτονόητο και προφανές ότι το υπουργείο ενδιαφέρεται για την μεταστέγαση του μουσείου στην ΥΦΑΝΕΤ. Εμείς πάντως δεν έχουμε λάβει καμιά ενημέρωση από το ΥΠΠΟΤ»

Για να προσθέσει χαρακτηριστικά «Εφ όσον πάντως οι διαδικασίες ξεκινήσουν και προκηρυχθεί ο διεθνής διαγωνισμός για την αποκατάσταση του κτιρίου, η ολοκλήρωση του τεχνικού έργου θα αργήσει. Πρόκειται για project μεγάλο και χρονοβόρο και στο μεταξύ το ΚΜΣΤ είναι διαρκώς σε αναζήτηση προσωρινής στέγης στο κέντρο της Θεσσαλονίκης», επαναφέροντας στο προσκήνιο την παλαιότερη δήλωσή της ότι το ΚΜΣΤ πρέπει να αναζητήσει στέγη στο κέντρο της πόλης.

Μια δήλωση που προκάλεσε τότε ερωτηματικά , τόσο γιατί έδειχνε να αφήνει στο περιθώριο του ενδιαφέροντος της ηγεσίας του ΚΜΣΤ την υπόθεση ΥΦΑΝΕΤ, όσο και γιατί ,για όσους τουλάχιστον γνωρίζουν τα πράγματα, η εξεύρεση χώρου τέτοιων δυνατοτήτων και διαστάσεων, για την μεταφορά του ΚΜΣΤ από το συγκρότημα των ΛΑΖΑΡΙΣΤΩΝ, είναι σχεδόν εκτός πραγματικότητας, ανεξάρτητα από τα επιχειρήματα που υποστηρίζουν την ιδέα και δεν είναι χωρίς σημασία.

Είναι γνωστό άλλωστε ότι το ΚΜΣΤ κατέχει ήδη έναν από τους «πολιτιστικούς χώρους» , που διαμορφώθηκαν στον πρώτο προβλήτα του Λιμανιού, όπου στεγάζει δράσεις του Κέντρου Σύγχρονης Τέχνης και της Μπιενάλε.

Η οποία Μπιενάλε όπως επίσης είναι γνωστό στεγάζεται τα τελευταία χρόνια, σε όλους σχεδόν τους κεντρικούς πολιτιστικούς χώρους ,στο πλαίσιο της κίνησης των «5 Μουσείων», και των αρχαιολογικών υπηρεσιών, όπως άλλωστε θα κάνει και εφέτος.

Αυτή η επιδίωξη του ΚΜΣΤ να «εισβάλει» στο κέντρο της πόλης θα προκάλεσε πιθανόν και ένα «από το πουθενά» δημοσίευμα καθημερινής εφημερίδας ,για φήμες που κυκλοφόρησαν τον τελευταίο καιρό περί συγχωνεύσεων των δύο Μουσείων Σύγχρονης Τέχνης, του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που στεγάζεται σε ιδιόκτητο χώρο στο κέντρο της ΔΕΘ και του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, που στεγάζεται στους Λαζαριστές και το Λιμάνι.

Το σχετικό δημοσίευμα έκανε αναφορά στην ανησυχία των στελεχών και των ιθυνόντων του Μακεδονικού Μουσείου , ότι δεν μπορεί «η ψυχρή λογική των λογιστικών βιβλίων να ακυρώνει μια ιστορία τόσων χρόνων».

Οι φήμες φυσικά θα μπορύσαν να έχουν μια βάση ξεκινώντας τόσο από τα συνεχή και μεγάλα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζει τα τελευταία χρόνια το Μακεδονικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, την γενική οικονομική συγκυρία και φυσικά την δημόσια δήλωση της προέδρου του ΚΜΣΤ, ότι το Κρατικό Μουσείο επιδιώκει να εξασφαλίσει για την στέγαση των δραστηριοτήτων του , χώρο στο «Κέντρο»…

Εν τούτοις καμιά συνέχεια δεν δόθηκε στο δημοσίευμα, αλλά δεν υπήρξαν και δηλώσεις διάψευσης, από καμιά τις δύο αναφερόμενες πλευρές.

Γεγονός που τροφοδότησε την παλιά ιστορία για την συγχώνευση των δύο Μουσείων, που είχε όντως ξεκινήσει κατά την περίοδο ,λίγο πριν από την υιοθέτηση του «Πολιτιστικού κεκτημένου» της πόλης, όπως αυτό διαμορφώθηκε από τις πρωτοβουλίες της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας, από τον τότε υπουργό Πολιτισμού και την μετά λίγο χρόνο επίσημη ίδρυση του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, ταυτόχρονα την ίδρυση του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στην Αθήνα, αλλά και άλλων πολιτιστικών φορέων όπως του Μουσείου Φωτογραφίας, του Μουσείου Κινηματογράφου, της Όπερας Θεσσαλονίκης κλπ.

Την περίοδο εκείνη είχαν γίνει όντως σχετικές συζητήσεις, που στηρίζονταν στην ιστορία του ΜΜΣΤ, τις συλλογές του, τα πρόσωπα που πρωταγωνίστησαν για πολλά χρόνια ώστε η Σύγχρονη Τέχνη να εμφανιστεί στην Θεσσαλονίκη και να διαμορφώσει ένα περιβάλλον και ένα κοινό , ευαισθητοποιημένο και απαιτητικό..

Ή συζήτηση αφορούσε την δυνατότητα εξεύρεσης τρόπων ώστε η «συγχώνευση» να εξασφαλίζει την ιστορία ,να αξιοποιεί την εμπειρία, την αυτόνομη παρουσία της εντυπωσιακής συλλογής και τον ρόλο των προσώπων που πρωταγωνίστησαν επί χρόνια στην ίδρυση και κατοχύρωση του Μακεδονικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, ως ενός εκ των σημαντικότερων πολιτιστικών οργανισμών της Θεσσαλονίκης.

Τελικά οι σχετικές διαβουλεύσεις δεν καρποφόρησαν, όπως δεν καρποφόρησε και η πρόβλεψη του νομοθέτη, που εντάχθηκε στον ιδρυτικό Νόμο του ΚΜΣΤ, και προέβλεπε ότι στην συνέχεια τα δύο Μουσεία θα αναζητούσαν και θα διαμόρφωναν ένα «status» συνεργασίας και κοινής πορείας, παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν.

Και έτσι κάνοντας καταχρηστική πιθανόν χρήση του γνωστού «δεν υπάρχει καπνός χωρίς φωτιά» δεν αποκλείεται να υπήρξαν και πάλι κάποιες σχετικές συζητήσεις με υποστηρικτές και αντιπάλους της ιδέας, μια και οι δύο όροι που αναφέρθηκαν , τα οικονομικά δηλαδή προβλήματα του ΜΜΣΤ και η επιθυμία των ιθυνόντων του ΚΜΣΤ να κατεβούν στο κέντρο της πόλης, πιθανόν να συνιστούσαν ένα νέο περιβάλλον, προς την κατεύθυνση κάποιας μορφής «συνεργασίας» .

Και η μία και η άλλη πληροφορία διαμόρφωσαν ένα θολό τοπίο, καθώς δεν ανέδειξαν κάποια σαφή πειστικά και δεσμευτικά δεδομένα ,όσον αφορά τις προθέσεις του ΥΠΠΟΤ για την ΥΦΑΝΕΤ, ούτε και δόθηκαν κάποιες απαντήσεις, ούτε και υπήρξαν οποιεσδήποτε διαψεύσεις ,για το ενδεχόμενο «συγχώνευσης» , ή «συνεργασίας» των δύο Μουσείων.

Το βέβαιο πάντως είναι ένα.

Το εγχείρημα για την στέγαση του ΚΜΣΤ στην ΥΦΑΝΕΤ, θα έχει πολλαπλές επιπτώσεις , όχι μόνο καλλιτεχνικές και πολιτιστικές, αλλά και αναπτυξιακές καθώς η παρουσία ενός τόσο μεγάλου και δυναμικού πολιτιστικού οργανισμού στην περιοχή της ΥΦΑΝΕΤ, η ανάπλαση του οικοπέδου των 11.668 τ.μ και των κτιρίων συνολικού εμβαδού 16.350 τ.μ. σε συνδυασμό με τις διαμορφώσεις στο χείμαρρο της περιοχής, ασφαλώς θα αποτελέσουν έργο εντυπωσιακών διαστάσεων και επιπτώσεων στην ποιότητα ζωής μιας ολόκληρης περιοχής.

Δεν είναι μάλιστα χωρίς σημασία, ότι το σχετικό αίτημα έχει επανειλημμένα προβληθεί από τους κατοίκους .

Πρόκειται άλλωστε για γνωστή πρακτική που έχει εφαρμοστεί σε πολλές μεγάλες πόλεις του εξωτερικού, με πρωτοβουλίες κυρίως των κορυφαίων πολιτικών παραγόντων, αλλά και στρατηγικών σχεδίων ανάπλασης μεγάλων και υποβαθμισμένων, ή σε παρακμή αστικών περιοχών.

Υ.Γ.

Και κάτι ακόμη. Έμμεσα σχετικό, μια και προκύπτει από την πρόσφατη απόφαση του ΚΑΣ να επιτρέψει την φιλοξενία κάποιων από τους καλλιτέχνες της 3ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης του Κρατικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης στους χώρους του Επταπυργίου.

Η αναφορά στο σκεπτικό της απόφασης ότι τα κελιά της απομόνωσης, παραχωρούνται για πρώτη φορά σε φιλοξενία πολιτιστικών δράσεων, μου θυμίζει εκείνη την ελληνική φαντάζομαι πρωτοτυπία ,να γίνονται συχνά στην χώρα γεγονότα «για πρώτη φορά» όταν έχουν προηγηθεί όχι μια αλλά πολλές φορές τα ίδια γεγονότα, στους ίδιους χώρους κλπ.

Να θυμίσω κατ αρχήν ότι με έγκριση της Μελίνας Μερκούρη , το ΚΘΒΕ , με Καλλιτεχνικό Διευθυντή τον Δημήτρη Μαρωνίτη, παρουσίασε τον Σεπτέμβριο του 1990, πριν δηλαδή από 20 και χρόνια την παράσταση «Οράματα και Θάματα- Μακρυγιάννης Στρατηγός» ,σε μία από τις αυλές των κτιρίων των φυλακών , εγκαινιάζοντας έτσι την χρήση των χώρων για πολιτιστικές εκδηλώσεις και αργότερα ακολούθησαν και άλλες , ιδίως στην χρονιά της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας , αλλά και στην συνέχεια.

Ειδικά για τα κελιά της απομόνωσης λησμονείται , ή αγνοείται στην απόφαση του ΚΑΣ ,ότι ήδη από το 2004, φιλοξενήθηκαν στα κελιά της απομόνωσης δύο από τους καλλιτέχνες , που έλαβαν μέρος στις εικαστικές εκδηλώσεις του Προγράμματος «Νέοι Δημιουργοί των Βαλκανίων-Παραλλαγές σε ένα βαλκανικό χώρο», που είχε οργανώσει η Πολιτιστική Ολυμπιάδα.

Σχόλια