Πολιτικά ή εθνικά αδιέξοδα;

Στις εκλογές που έρχονται ο δικομματισμός θα δώσει άλλη μια μάχη. Θα καταφέρει να επιβιώσει και πάλι;

Και στο υστερόγραφο:

Ο Γ. Παπανδρέου στήνει με την συμβολή και νέων συμμάχων νέα παγίδα στον Β. Βενιζέλο.



Νάμαστε και πάλι μπροστά στις ίδιες δυσκολίες και τα προβλήματα, άλλης βέβαια φάσης, αλλά πάντως υπό την πίεση του διλήμματος σωτηρία, ή χρεωκοπία.

Η ολοκλήρωση του κουρέματος των ομολόγων στα χέρια των ιδιωτών, η νέα δανειακή σύμβαση, και η ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων, με λίγα λόγια η εφαρμογή των αποφάσεων της 26ης Οκτωβρίου και η συνέπεια στις δεσμεύσεις μας, θα κρίνουν οριστικά την τύχη της χώρας, δηλαδή την παραμονή της στο ευρώ, ή την επιστροφή της στην δραχμή.

Κάτι που δεν είναι ασφαλώς δεδομένης εξέλιξης, μια και ήδη τα πρώτα σύννεφα στην διαδικασία συμφωνίας για το PSI,εμφανίστηκαν στις διαπραγματεύσεις και οι αγορές άρχισαν μια εφιαλτική επίθεση υποβαθμίσεων των ισχυρών χωρών της Ευρώπης, που επηρεάζουν ασφαλώς και την ελληνική πορεία.

Αυτήν την φορά όμως η διαχείριση όλων αυτών των πολύπλοκων, σύνθετων και με συνεχιζόμενο πολιτικό κόστος πράξεων, πραγματοποιείται από μια τρικομματική κυβέρνηση «εθνικής συνεργασίας», με ελάχιστη όμως συνοχή και τεράστια ενδογενή προβλήματα.

Το ένα κόμμα ο ΛΑΟΣ, αναζητεί προσχήματα για να αποχωρήσει, επειδή όπως γράφεται «ό,τι ήταν να εισπράξει» από την συμμετοχή του, το εισέπραξε και από εδώ και εμπρός φαίνεται να έρχεται σε αντίθεση με τον κόσμο των ψηφοφόρων του.

Το άλλο κόμμα , ένα από τα δύο μεγάλα «κόμματα εξουσίας» το ΠΑΣΟΚ, κινείται σε τροχιά εσωκομματικών διαδικασιών για την ανάδειξη Προέδρου και υποψήφιου πρωθυπουργού, με τους κορυφαίους υπουργούς της κυβέρνησης να περιλαμβάνονται μεταξύ των πρωταγωνιστών των κομματικών διεργασιών.

Και το τρίτο κόμμα, η Νέα Δημοκρατία, που μετέχει, όπως μετέχει, προβληματίζεται μόνιμα και αποκλειστικά, πως δεν θα συμμετάσχει σε αποφάσεις, που μπορεί να θεωρηθούν ότι ανατρέπουν την μέχρι προχθές ακόμη «αντιμνημονιακή» πολιτική της, χάρις στην οποία ελπίζει να δει πρωθυπουργό μιας αμιγούς νεοδημοκρατικής κυβέρνησης, ή έστω μιας κυβέρνησης συνεργασίας ,τον Αντώνη Σαμαρά.

Αυτός ο στόχος βρίσκεται πίσω και από την διαφαινόμενη τακτική των τελευταίων ημερών να συνεχίσει να ασκεί με μεγαλύτερη έμφαση τον ταυτόχρονο ρόλο συμμετοχής στην κυβέρνηση και άσκησης σκληρής αντιπολίτευσης, έστω και αν αυτή στοχεύει στην διετία της κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και των ενεργειών, δηλώσεων και πρωτοβουλιών στελεχών και βουλευτών του ΠΑΣΟΚ.

Η αίσθηση ότι ασκεί παράλληλα «αντιπολίτευση», κάτι που εξυπηρετεί την λαϊκιστική τακτική αυτού του κόμματος, παραμένει ισχυρή μέσα στην κοινωνία.

Μέσα σ αυτό το κουβάρι των μικροκομματικών λογισμών, ο Λουκάς Παπαδήμος χαράσσει την δική του «κόκκινη γραμμή», την σωτηρία της χώρας, όπως λέει και ελπίζει ότι το τέλος Μαρτίου θα βρει την Ελλάδα ακόμη μέσα στην Ευρωζώνη.

Αυτή η εικόνα του πολιτικού συστήματος είναι που καταφέρνει να θέτει σε αμφισβήτηση την κοινά παραδεδεγμένη αρχή, ότι στις δημοκρατίες δεν υπάρχουν αδιέξοδα, και πως η επερχόμενη εκλογική διαδικασία θα δώσει μια θετική διέξοδο στο δράμα που ζει εδώ και χρόνια η ελληνική κοινωνία .Γιατί πέραν των πολιτικών συνεπειών, υπάρχουν πάντοτε και οι προσδοκίες που συνοδεύουν τον σχηματισμό μιας νέας κυβέρνησης ,με προσδοκίες, ελπίδες, και εμπιστοσύνη, όροι απαραίτητοι για μια νέα κίνηση της κοινωνίας προς τα εμπρός και την απελευθέρωσή της από την μηδενιστική ακινητοποίηση της.

Αυτή όμως η προσδοκία μιας νέας εκκίνησης ακυρώνεται εκ των προτέρων.

Και αυτό γιατί κατ αρχήν η χώρα διέρχεται μια από τις πλέον δύσκολες στιγμές της νεώτερης ιστορίας της και τα κόμματα που θα διεκδικήσουν αύριο την ψήφο του λαού, θέτουν ως κύριο και μοναδικό θα έλεγα κριτήριο της πολιτικής τους, όχι την σωτηρία της, αλλά την διαμόρφωση των καλύτερων δυνατών όρων για νίκη στις εκλογές.

Και όπως είναι αυτονόητο κάτω από τις συνθήκες που υπάρχουν και τις απαιτήσεις των καιρών, ο στόχος αυτός αναιρεί απόλυτα την πολιτική και την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης.

Και ο εθνικός στόχος, της σωτηρίας της χώρας, αποδυναμώνεται, απονευρώνεται και κινδυνεύει να μην επιτευχθεί.

Όλη αυτή η αδιανόητη κατά τα άλλα κατάσταση, έχει την απάντηση της στην βαθύτατη κρίση του πολιτικού συστήματος, που όπως καθημερινά αποδεικνύει, τίποτε δεν διδάχθηκε από την περιπέτεια στην οποία οδήγησε την χώρα, και τίποτε δεν φαίνεται να την εμποδίζει να συνεχίζει ακόμη και τώρα την ίδια πολιτική.

Την πολιτική της αυτοσυντήρησης της.

Λογικά συνεπώς μπορεί να αναρωτηθεί κανείς τι είδους διέξοδο μπορεί να προσφέρει μια εκλογική διαδικασία, κορυφαία φυσικά έκφραση της δημοκρατίας, αλλά στην προκειμένη περίπτωση ακυρωμένη εκ των προτέρων.

Οι ίδιοι ακριβώς πολιτικοί, που διαχειρίστηκαν τα τελευταία δέκα χρόνια την τύχη της χώρας, και την οδήγησαν εδώ που σήμερα βρίσκεται, οι ίδιοι ακριβώς πολιτικοί μας ζητούν να τους αναθέσουμε την ευθύνη να βγάλουν την χώρα από τον γκρεμό στον οποίο την οδήγησαν.

Το χειρότερο όλων δε είναι πως στην τρέχουσα συγκυρία, και καθώς το πολιτικό σύστημα έχει αυστηρά οριοθετηθεί, καμιά νέα παρουσία, κανένα νέο αλλά αξιόπιστο κίνημα πολιτών, καμιά τέλος πάντων κοινά αποδεκτή προσωπικότητα δεν εμφανίζονται στον οριοθετημένο πολιτικό ορίζοντα, ώστε να προσφέρουν στην ελληνική κοινωνία την δυνατότητα αποδέσμευσης της και επιλογής μιας νέας πολιτικής πραγματικότητας.

Και η ελληνική κοινωνία εθισμένη σε δεκαετίες πολιτικής λαϊκισμού, συναλλαγής, υποσχέσεων και δεσμεύσεων, πολύ φοβούμαι ότι μπροστά στις εκλογές και στα αδιέξοδα θα ξαναγυρίσει στην «σίγουρη αγκαλιά» του δικομματισμού, αναδεικνύοντας ότι το σύστημα αυτό είναι βαθιά ριζωμένο και πως θα επιβιώσει ακόμη και από αυτήν την πρωτοφανή κρίση πολιτικής και απαξίωσης της πολιτικής τάξης.

Και δίπλα στα δύο «μεγάλα» κόμματα και τα μικρά με την δική τους πολιτική.

Εισπράττουν χωρίς ιδιαίτερο κόπο, ψαρεύοντας στην μεγάλη δεξαμενή των οργισμένων και απελπισμένων χιλιάδων άνεργων και στα όρια της φτώχειας, κυρίως παλαιών ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ. Και αυτό αναδεικνύεται σε βασικό και αποκλειστικό στόχο της πολιτικής τους.

Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν μέσα από την εκλογική διαδικασία, θα καταφέρει η ελληνική κοινωνία, να ανανεώσει τουλάχιστον την σύνθεση της Βουλής και να στείλει στα σπίτια τους όλους εκείνους που εκφράζουν την σημερινή παρακμή του πολιτικού συστήματος.

Υ.Γ.

Η σημερινή απόφαση του Πολιτικού Συμβουλίου, να αναδειχθεί η νέα ηγεσία του ΠΑΣΟΚ τον Μάρτιο, αφού θα έχουν ολοκληρωθεί οι διαδικασίες για το PSI και την νέα δανειακή σύμβαση, οδηγεί τον Β. Βενιζέλο σε τρομερά μειονεκτική θέση απέναντι στους συνυποψήφιους του.

Οι δύο άλλοι υποψήφιοι, Μ. Χρυσοχοϊδης και Α. Λοβέρδος έχουν ήδη επιλέξει την τακτική τους.

Ο πρώτος με την brutal λαϊκιστική πολιτική του ξεκίνησε ήδη την επίθεση κατά Παπανδρέου και την αποστασιοποίηση του από την πολιτική του κόμματος του των δύο χρόνων, μιας πολιτικής της οποίας υπήρξε θερμός υποστηρικτής και βασικό στέλεχος.

Ο δεύτερος με τον πιο SOFT και ελιτίστικο λαϊκισμό του, που στιγμές στιγμές θυμίζει τους πρώτους διδάξαντες , στο πόστο του υπουργού Υγείας, τους Αβραμόπουλο και Κακλαμάνη, δεν έχει τίποτε να φοβηθεί τους τρείς προσεχείς μήνες, παίζοντας με τα Φαρμακεία, το φάρμακο, τα Νοσοκομεία, με τον πόνο δηλαδή του κόσμου, ανώδυνα και χωρίς κόστος για τον ίδιο.

Μένει ο υπουργός Οικονομικών, που από την μια πρέπει να διαχειριστεί και να φέρει σε πέρας τους δύο δύσκολους εθνικούς στόχους, την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων για το PSI, το κούρεμα δηλαδή του ελληνικού χρέους και την ολοκλήρωση της νέας σύμβασης με τους εταίρους στην Ε.Ε. και το ΔΝΤ, εξασφαλίζοντας το αύριο της χώρας μέσα στην Ευρωζώνη, χωρίς όμως να ασχολείται, ούτε να μιλά για τα εσωτερικά του κόμματος του και πολύ περισσότερο να «εμπλακεί» δημόσια στην μάχη για την αρχηγία.

Γιατί το τι λέει και κάνει ο υπουργός των Οικονομικών, παρακολουθείται και ελέγχεται ανά πάσα στιγμή, από τους δανειστές, τις αγορές, τους εταίρους και τα διεθνή ΜΜΕ και επηρεάζει άμεσα την διεθνή θέση της χώρας.

Και είτε θα αναγκαστεί να αποχωρήσει από την κυβέρνηση, είτε θα θέσει σε κίνδυνο την ίδια την κυρίαρχη πολιτική αυτής της κυβέρνησης.

Αύριο συνεπώς, θα έχει εκ των πραγμάτων όλους τους συνυποψηφίους απέναντί του και φυσικά τον Γ. Παπανδρέου , που δεν έχει εγκαταλείψει την ιδέα ανάδειξής του στο μέλλον, ως του «παράκλητου πρίγκιπα», ύστερα από την οδυνηρή και ταπεινωτική ήττα, που αναμένει τον επόμενο αρχηγό του ΠΑΣΟΚ στις εκλογές του Απριλίου.

Σχόλια