ΕΥΘΡΑΥΣΤΗ
Ο  πιο αντιπροσωπευτικός χαρακτηρισμός
της οικονομικής
 και πολιτικής κατάστασης της χώρας.
 
 
Το Αντιρατσιστικό Νομοσχέδιο, τα οικονομικά του ΠΑΣΟΚ και το «mea culpa» του Δ.Ν.Τ. με  όσα ακολούθησαν, ανέδειξαν τις λεπτές και ευαίσθητες ισορροπίες, πάνω στις οποίες στηρίζεται τόσο το εγχείρημα της κυβέρνησης συνεργασίας, όσο και η μικρή αλλά υπαρκτή αισιοδοξία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
Οι διαφωνίες για το Αντιρατσιστικό Νομοσχέδιο, πήραν ανεξέλεγκτες διαστάσεις, και άγγιξαν όχι μόνο θέματα ιδεολογικής και πολιτικής διαφοροποίησης, αλλά επεκτάθηκαν  στον φορτισμένο χώρο  των αξιακών αρχών, με τρόπο μάλιστα που θα μπορούσε να «πληγώσει» ανεπανόρθωτα την συνεργασία των κομμάτων στην κυβέρνηση.
Στο βάθος φυσικά προβάλλει όλο και πιο έντονα η επιρροή που ασκούν οι δημοσκοπήσεις και η επιβεβαίωση ότι από την πορεία της κυβέρνησης, η Ν.Δ. εισπράττει τα όσα θετικά εξελίσσονται στον οικονομικό τομέα, ενώ τα μικρότερα κόμματα και ιδίως το ΠΑΣΟΚ, το κόστος των μέτρων, που συνεχίζονται , με οδυνηρότερα εκείνα των απολύσεων στον δημόσιο  και της φορολογίας.
Επιβεβαιώνεται έτσι και μια γνωστή και διεθνώς ακόμη πρακτική, να υφίστανται πίεση και να περιθωριοποιούνται τα μικρά κόμματα που μετέχουν σε κυβερνήσεις συνεργασίας, υπέρ του μεγαλυτέρου εταίρου.
Και έτσι αναδείχθηκαν και οι διαφοροποιήσεις και οι εντάσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό των τριών κομμάτων, η γκρίνια για την συνεργασία αρχικά, και μια κινητικότητα που δεν προοιωνίζεται θετικές εξελίξεις, αλλά προβλήματα στην συνέχιση της.
Το «γυαλί ράγισε» και η ρωγμή θα μεγαλώνει καθώς πλησιάζουμε στις διπλές εκλογές του επόμενου χρόνου.
Γιατί προέκυψαν  και  άλλα θέματα με ιδιαίτερη σημασία, βαρύτητα και προοπτική.
Η Ν.Δ. εν όψει του Συνεδρίου της ετοιμάζεται για ένα άνοιγμα προς το κέντρο, ετοιμάζεται δηλαδή για μια συγκροτημένη  πολιτική επίθεση στον χώρο που διεκδικεί και το ΠΑΣΟΚ, που βλέπει ήδη διαρροές προς την συντηρητική παράταξη, αφού με κάποιο τρόπο επέτυχε την ανάσχεση φυγής ψηφοφόρων προς τον ΣΥΡΙΖΑ.. Τώρα θα δεχθεί πλαγιοκόπηση και  προς τον σκληρό πυρήνα των οπαδών του  και αυτό δεν μπορεί να το ανεχθεί καθώς  αντιμετωπίζει πλέον και υπαρξιακά διλήμματα, στα όρια  ζωής ή θανάτου.
Και τέλος δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής ότι η συνεργασία των τριών βρίσκεται  μπροστά σε μια ιδιόρρυθμη «παλινόρθωση» του δικομματισμού.
Η ροπή των Ελλήνων και η μακρά πρακτική στην πολιτική ζωή του τόπου, βρίσκουν έκφραση μέσα από το απολιτικό  «μνημόνιο-αντιμνημόνιο», αλλά ουσιαστικά ανάμεσα στο  παλαιό δίπολο «αριστερά- δεξιά».
Η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν μεγαλώσει την απόσταση τους από τα άλλα μικρότερα κόμματα, με μοναδική εξαίρεση τον νέο απρόσκλητο ,επικίνδυνο και «ασύμμετρο»  παίκτη, την «Χρυσή Αυγή».
Αλλά αυτό το «νέο δίπολο» δεν φαίνεται προς το παρόν τουλάχιστον , να διαμορφώνει και εναλλακτικές κυβερνήσεις., τουλάχιστον για έναν από τους δύο μονομάχους.
Οι δύο μικροί εταίροι στην κυβέρνηση αργά ή γρήγορα θα αναγκαστούν να απαντήσουν στο σκληρό δίλημμα, ή να παραμείνουν στην κυβέρνηση θυσιαζόμενοι για το καλό της χώρας, ή να διαχωρίσουν την θέση τους με σαφήνεια, οπότε όμως θα αντιμετωπίσουν το φάσμα μιας εκλογικής αντιπαράθεσης, υπό τις χειρότερες συνθήκες.
Η λύση του «τρίτου δρόμου», του κλεφτοπόλεμου , δεν δίνει απαντήσεις στο κυρίαρχο πρόβλημα τους.
Και πάνω που μια δειλή προσπάθεια φάνηκε στον ορίζοντα, να βρεθεί δηλαδή μια κοινή συνισταμένη για το Αντιρατσιστικό Νομοσχέδιο, μια απάντηση τέλος πάντων όχι μόνο στην ρήξη των συνεργαζόμενων κομμάτων, αλλά και στην πρωτοφανή γελοιότητα της κατάθεσης  τεσσάρων προτάσεων Νόμου, ο καθένας και η πρόταση του, με ακραία  και διεθνώς πρωτοφανή την πρόταση της Χρυσής Αυγής, μας προέκυψε  ο εμφύλιος των δανειστών με αφορμή την έκθεση του ΔΝΤ, όπου παραδεχόταν την περιβόητη «λάθος συνταγή» των μέτρων που εφαρμόστηκαν.
Ή Ν.Δ. βρέθηκε ξαφνικά μπροστά σε διλήμματα, που με την πάροδο του χρόνου θα αυξάνονται. Η προσεκτική  αναφορά στο Ζάππειο, ασφαλώς δεν την διασώζει από την πίεση,  πολιτική και κοινωνική, που θα δεχθεί για αλλαγή πολιτικής και αξιοποίηση της νέας πραγματικότητας.
Ο ΣΥΡΙΖΑ μοναδικός κερδισμένος έτσι κι αλλιώς, εμπλουτίζει την φαρέτρα του με πιέσεις και αιτήματα, που δεν θα απαντώνται με πειστικότητα, καθώς θα μεγιστοποιούνται  με τον  γνωστό λαϊκισμό του.
Το ΠΑΣΟΚ και πάλι ο κύριος χαμένος των περιστάσεων, χάνει το πολιτικό επιχείρημα, «τώρα όλοι έρχονται στην θέση μας», υποχρεώνεται να δράσει δυναμικά , κάτι  που όμως θα το φέρει σε αντιπαράθεση  με την Ν.Δ. και τους διεθνείς εταίρους του στην Ευρώπη, στην φάση αυτή τουλάχιστον.
Έχει ήδη εγκαταλείψει το δόγμα ότι «το ΠΑΣΟΚ θα ανεβεί μαζί με την χώρα» και αναλαμβάνει πρωτοβουλίες  μεταρρυθμίσεων κοινωνικού χαρακτήρα στην λογική του «εδώ και τώρα αλλαγές» προστασίας του κοινωνικού κράτους και των αδύναμων κοινωνικών ομάδων.
Αλλά ότι και να συμβεί το ΠΑΣΟΚ έχει τώρα την ευκαιρία –κάτω από πίεση φυσικά- να ξεκαθαρίσει οριστικά την σημερινή του στάση απέναντι στην τελευταία κυβερνητική περίοδο του και αν χρειαστεί να «κλείσει» οριστικά και αμετάκλητα  μια μεγάλη  ιστορική φάση.
Και κυρίως να επανεξετάσει την πολιτική του επιδίωξη για την συγκρότηση μιας μεγάλης «Σοσιαλδημοκρατικής» παράταξης, μεταξύ της Ν.Δ. και του ΣΥΡΙΖΑ.
Γιατί  δεν υπάρχουν περιθώρια, ούτε δυνατότητες για μια σοσιαλδημοκρατική  πρόταση, ουσιαστικά μια άλλη πρόταση-απάντηση στην κρίση , στην σημερινή Ευρώπη του Ευρώ.
Η αφωνία της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας, μπροστά στην οικονομική κρίση, το επιβεβαιώνει.
Ο πολιτικός όμως χώρος ανάμεσα στην «Δεξιά» και την «Αριστερά», παραμένει ισχυρός κοινωνικά και η κάλυψή του αναγκαία για την ομαλή λειτουργία του πολιτικού συστήματος και της Δημοκρατίας.
Για να επανέλθουμε όμως στον αρχικό προβληματισμό,  η κατάσταση  στις σχέσεις των τριών εταίρων, οδηγείται σε επιδείνωση ,εκτός και αν οι πιέσεις, πολιτικές και κοινωνικές υποχρεώσουν τα συγκυβερνώντα κόμματα σε μια διεκδικητική κατεύθυνση, κάτι που θα διευκολυνθεί από τον σάλο που ξέσπασε στην Ευρώπη, αλλά και μεταξύ των επώνυμων οικονομολόγων, που «ξαναζεσταίνουν» την «υπόθεση» Ελλάδα», μέσα από νέα χαρακώματα.
Είναι η στιγμή, που θα προσδώσει , εκτός των άλλων και μια νέα ποιότητα στην σταθερότητα της κυβέρνησης, να αναπροσαρμοστεί η εθνική στρατηγική σχετικά με το ΔΝΤ και του Ευρωπαίους εταίρους, μέσα από ένα καλά προετοιμασμένο- επιτέλους- Εθνικό Σχέδιο, που θα πάρει υπ όψιν τα δεδομένα που διαμορφώνονται και θα τα αξιοποιήσει με τόλμη και πρωτοβουλίες.
Με την ελπίδα φυσικά πως δεν θα μας προκύψει μια επανάληψη της γνωστής ρήσης, ότι «όταν στο βάλτο μαλώνουν τα βουβάλια, την πληρώνουν τα βατράχια»….
 
Θα αντέξει το πείραμα, στους πειρασμούς και τις πιέσεις;
Θα καταφέρει να μετατρέψει σε ουσιαστικό πλεονέκτημα τις ανοικτές διαφωνίες  και συγκρούσεις μεταξύ των εταίρων και του ΔΝΤ;
Οι απαντήσεις δεν πρόκειται να καθυστερήσουν.

Σχόλια