ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΟΝΤΕ ΣΤΟ ΣΑΝΤΙΓΥ-ΠΑΡΙΣΙ



EΝΑ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΟ ΣΥΝΟΛΟ, ΚΑΤΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΛΟΥΒΡΟ ΚΑΙ ΒΕΡΣΑΛΙΕΣ!.

  Πέρυσι τα Χριστούγεννα ταξιδέψαμε για το Σαντιγί μερικά χιλιόμετρα βόρεια του Παρισιού. Σκοπεύαμε  να επισκεφτούμε το φημισμένο δάσος του για τις ανάγκες ενός έργου που ετοίμαζε ο Βασίλης. Προσπεράσαμε τότε ένα εκπληκτικό συγκρότημα κτιρίων, γνωστό ως Σατώ Σαντιγί, ή για τους μυημένους Μουσείο Κοντέ (πρώην ανάκτορο του κόμη Κοντέ).

Δεν είχαμε χρόνο να πλησιάσουμε το συγκρότημα, γιατί μας έπιασε το βράδυ και έπρεπε να προλάβουμε το τραίνο της επιστροφής.

Το αφήσαμε για την φετινή συνάντηση της οικογένειας, που έχει σκορπίσει  σε Θεσσαλονίκη, Βαρκελώνη και Παρίσι.


 Το Μουσείο Κοντέ, γνωστό ως κατοικία του Ερρίκου της Ορλεάνης Δούκα του Ωμάλ,  γιου του βασιλιά της Γαλλίας Λουδοβίκου-Φιλίππου, πυρπολήθηκε και καταστράφηκε ολοσχερώς κατά την Γαλλική Επανάσταση για να αποκατασταθεί πλήρως στα χρόνια της παλινόρθωσης τον 19ο αιώνα.

Ο Δούκας ,φανατικός φιλότεχνος και συλλέκτης,  προσκάλεσε ένα γνωστό αρχιτέκτονα της  εποχής, στον οποίο έδωσε οδηγίες να σχεδιάσει  το ανάκτορο, ως ένα… μουσείου του 19ου αιώνα!..


Ήταν γνωστό ότι είχε  διαθέσει τεράστια ποσά για να αγοράσει έργα τέχνης, τα οποία προστέθηκαν στην υπάρχουσα κληρονομιά των προγόνων του από  τον 14ο ήδη αιώνα.
Με την ολοκλήρωση της ανέγερσης, μετέφερε τις συλλογές του εκεί και έδωσε οδηγίες για τον τρόπο της έκθεσης τους.


Το 1886 δώρισε τον πύργο με το σύνολο των κατασκευών και το περιεχόμενο στο Γαλλικό Ινστιτούτο με τον απαράβατο όρο ότι δεν θα αλλάξει στο ελάχιστο ο τρόπος παρουσίασης της Έκθεσης, ούτε θα δανείζονται για οποιονδήποτε λόγο έργα της συλλογής, εντολή την οποία σεβάστηκε η Γαλλία, παρά  τις τεράστιες δυσκολίες που η επιθυμία του δωρητή προκαλούσε, ακριβώς λόγω της εξαιρετικής σημασίας της και των εκπληκτικών έργων μεγάλων καλλιτεχνών που περιλαμβάνονται στην συλλογή.

Σήμερα υπάρχει και λειτουργεί ως  ένα από τα σημαντικότερα εκτός Παρισιού  αξιοθέατα στην  Γαλλία, μετά το Λούβρο και τις Βερσαλίες. Θα μπορούσε κάποιος μάλιστα να μιλήσει για μια  «σύνθεση»  Λούβρου και Βερσαλλιών .


Στο «ανάκτορο-Μουσείο»   στην κορυφή ενός λόφου, τα πάντα θυμίζουν την λαμπρότητα και τον πλούτο του παρελθόντος. Στο υψηλότερο σημείο του περιβάλλοντος χώρου έφιππος ο Δούκας της Ορλεάνης, και παντού αγάλματα και γλυπτά από σκηνές από κυνηγιού, και μυθικά πρόσωπα.


Η είσοδος του Μουσείου οδηγεί σε μια μεγαλοπρεπή αίθουσα με τεράστιες ταπισερί, το κέντρο της οποίας καλύπτεται από ένα γιγαντιαίο τραπέζι γεύματος 60 ατόμων.

Η τράπεζα αυτή, ήταν στα χρόνια του Δούκα μέρος του σκηνικού επίσκεψης στην έκθεση, καθώς μόνο προσκεκλημένοι του οικοδεσπότη μπορούσαν να την δουν.
Οι φιλοξενούμενοι διέμεναν  στο ανάκτορο , γευμάτιζαν και επισκεπτόταν το Μουσείο  υπό την καθοδήγηση του Δούκα.


Οι κύριες αίθουσες τέχνης που ξεκινούν αμέσως μετά την αίθουσα των γευμάτων, θυμίζουν τις αντίστοιχες του Λούβρου, καθώς τα έργα εκτίθενται συχνά σε τρεις και τέσσερις σειρές, σε δεκάδες αίθουσες,με χιλιάδες πίνακες ζωγραφικής με έργα 
κορυφαίων Γάλλων, Ιταλών, Φλαμανδών ζωγράφων από τον  16ο έως τον 19ο  αιώνα.



Ανάμεσα τους έργα των   Ραφαήλ , Καμίλ, Κορό, Βαττώ, Φρα Αντζέλικο, Φιλίππο Λίπι, Βερονέζε, Πουσέν, Ντελακρουά, Ντύρερ, Τισιάνο,  Ενγκρ κλπ.



Πολλές αίθουσες  του ανακτόρου- Μουσείου είναι αφιερωμένες σε εποχές της ζωγραφικής Τέχνης, στους κορυφαίους δημιουργούς, σε πορτραίτα, σε έργα της μόδας του οριενταλισμού  με κορυφαία την Αίθουσα  SANCTUARIUM, την οποία εκτιμούσε ιδιαίτερα ο Κοντέ και στην οποία παρουσιάζονται τρία έργα του Ραφαήλ και άλλων καλλιτεχνών με θρησκευτικό περιεχόμενο, μικρογραφίες μοναδικές, κλπ.


Άλλες αίθουσες φιλοξενούν συλλογές  του Ελληνικού του Ετρουσκικού και του Αιγυπτιακού πολιτισμού, συλλογές πορσελάνης, αναμνηστικών, γλυπτών, επίπλων εποχής κλπ.


Φυσικά επισκέψιμο είναι και τμήμα του παλατιού, με αίθουσες που συναγωνίζονται τις Βερσαλίες, όπως η αίθουσα των μαχών με αναπαραστάσεις από τις κορυφαίες μάχες της εποχής.



Αλλά και το γραφείο του κόμη, η αίθουσα της Μουσικής, η αίθουσα των τροπαίων, με μοναδικά έπιπλα εποχής.


Εξαιρετικής τέχνης βιτρό κοσμούν τους διαδρόμους, πολύτιμα και λαμπρά είδη οικιακής χρήσης, γλυπτά, αναμνηστικά, πολεμικές συλλογές, συλλογές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος από την Ελλάδα την Ιταλία, την Αίγυπτο.




Αυτά είναι μια μικρή γεύση από  το Μουσείο Κοντέ, το τρίτο σε ενδιαφέρον Μουσείο, μετά το Λούβρο και τις Βερσαλίες.



Από τα παράθυρα του Μουσείου μπορεί κανείς να δει τους κήπους που περιβάλλουν το συγκρότημα, τα κανάλια και τις λίμνες, τους απέραντους περιπάτους, το διακοσμητικό πράσινο, τα γλυπτά και τα αγάλματα.



Δεν μπορώ όμως παρά να κάνω ιδιαίτερη αναφορά στην Βιβλιοθήκη του Μουσείου.



Δεν ξέρω αν  υπάρχει στον κόσμο άλλη ιδιωτική βιβλιοθήκη που να μπορεί να συγκριθεί με το μέγεθος και το περιεχόμενο της Βιβλιοθήκης του Κοντέ.
1.300 χειρόγραφα βιβλία, 12.500 αρχέτυπα, μεταξύ των οποίων και μία Βίβλος του Γουτεμβέργιου.



700 πολύ παλαιά χειρόγραφα, 200 Μεσαιωνικά 

Χάρτες, μικρογραφίες, μεταξύ των οποίων και 40 του Φουκέ μερικά από τα οποία θεωρούνται διάσημα στην διεθνή βιβλιογραφία.




Και σε μια σκοτεινή γωνιά πάνω σε ένα ταπεινό τραπέζι η μικρή οθόνη ενός  υπολογιστή, που μπορεί να έχει καταγράψει όλον αυτόν τον όγκο των βιβλίων, των χειρογράφων , των χαρτών, των γκραβουρών, των μικρογραφιών.




Το βλέπεις και ανάμεικτα αισθήματα, που σε μπερδεύουν και σε ταλαιπωρούν..
Μπορείς ασφαλώς να δεις και να μάθεις πολλά περισσότερα για την Βιβλιοθήκη Κοντέ, αλλά δεν μπορείς να ζήσεις  την μαγεία και τα αισθήματα που σε πλημμυρίζουν μέσα στο περιβάλλον αυτής της εντυπωσιακής  βιβλιοθήκης.




Τελικά, στην ιστορία της Τέχνης και του Πολιτισμού ο ρόλος των ιδιωτών υπήρξε πάντοτε ιδιαίτερα σημαντικός.

Συλλέκτες, από προσωπική επιλογή, ενθουσιασμό και πάθος και στην συνέχεια δωρητές, έστω και με δεσμευτικούς όρους, συνετέλεσαν και συντελούν στις ημέρες μας σε μια διάχυση στο ευρύ κοινό του πολύτιμου αποθέματος Τέχνης, ιστορίας, πολιτισμού, που με επίμονο ενδιαφέρον και μεγάλες δαπάνες έχουν σχηματίσει στην διάρκεια πολλών χρόνων συνήθως.

Και στην Ελλάδα το φαινόμενο έχει ισχυρή παρουσία.

Στην Αθήνα ιδιαίτερα, με κορυφαίο το λαμπρό Μουσείο Μπενάκη και στις ημέρες μα το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ), αλλά και στην πόλη μας με πρώτο νομίζω το Τελλόγλειο , τα κληροδοτήματα του ζεύγους Βαφόπουλου , τις δωρεές των Α. Μπίλλη, και φυσικά τις πολλές δωρεές στο Πανεπιστήμιο και τις μεγάλες Βιβλιοθήκες της πόλης.



Όταν φύγαμε από το Μουσείο ο ήλιος έδυε πάνω από μικρά κάστρα  στον δρόμο μας προς την πόλη.






Σχόλια